Βασικοί άξονες μιας αριστερής απάντησης στην κρίση

Το κείμενο που ακολουθεί, αποτελεί εισήγηση στη συζήτηση που έγινε στην Κίνηση Αθήνας του Δικτύου στις 5/10/11. Η συζήτηση για την οικονομική κρίση και την απάντηση της Αριστεράς εντάσσεται στο πλαίσιο της προετοιμασίας της Πανελλαδικής Συνάντησης του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, που καλώς εχόντων των πραγμάτων θα πραγματοποιηθεί το Δεκέμβρη. Όπως είναι φυσικό, ορισμένα σημεία έχουν επικαιροποιηθεί.

1.  Το βασικό διακύβευμα της κρίσης για την Αριστερά θα πρέπει να είναι το ποιος πληρώνει το λογαριασμό. Παρά το ότι τα ζητήματα της νομισματικής πολιτικής (ευρώ ή δραχμή) και του χρέους (στάση πληρωμών ή επαναδιαπραγμάτευση) είναι αυτά που έχουν απασχολήσει ιδιαίτερα την Αριστερά και το κίνημα, στην πραγματικότητα η αφετηρία κάθε αριστερής προσέγγισης για την αντιμετώπιση της κρίσης, βρίσκεται αλλού. Δηλαδή, θα πρέπει να αναζητήσουμε τη δικιά μας αφετηρία εκεί ακριβούς που εκκινούν οι πολιτικές της αντίπαλης πλευράς. Και η αφετηρία όλων των «προγραμμάτων σταθεροποίησης και προσαρμογής», όλων των σχεδιασμών του αστικού πολιτικού μπλοκ, είναι ότι οι πλούσιοι δεν πρέπει με κανένα τρόπο να πληρώσουν το λογαριασμό της κρίσης. Όλο το κόστος της κρίσης πρέπει να μεταφερθεί σε αυτούς που επωμίστηκαν τα βάρη και κατά την περίοδο της ανάπτυξης: στους εργαζόμενους, στους «από κάτω». Αυτή είναι η κεντρική ιδέα των ασκούμενων πολιτικών στην Ελλάδα και τον κόσμο, και με αυτήν θα πρέπει να αναμετρηθούμε κατά κύριο λόγο. Και ο μόνος τρόπος για να το κάνουμε, είναι να αναδείξουμε τον κραυγαλέα ταξικό χαρακτήρα της πολιτικής κυβέρνησης, ΕΕ και ΔΝΤ, να ξαναθυμηθούμε ότι η κοινωνία χωρίζεται σε αντιμαχόμενα ταξικά στρατόπεδα που έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα, να υπογραμμίσουμε ότι τα μνημόνια δεν χτυπάνε γενικά την κοινωνία, αλλά τους ασθενέστερους οικονομικά, και ότι ακόμα και αν οι πολιτικές τύπου ΔΝΤ οδηγήσουν τη χώρα στην άβυσσο (όπως έγινε στο πρόσφατο παρελθόν με την Αργεντινή), αυτό δεν οφείλεται σε κακούς υπολογισμούς και λάθος εφαρμογές, αλλά στη λυσσαλέα άρνηση των καπιταλιστών να θυσιάσουν έστω και μέρος από τα κέρδη τους, ακόμα και μπροστά στον κίνδυνο του χάους. Αφετηρία λοιπόν κάθε αριστερής πολιτικής θα πρέπει να είναι το «να πληρώσουν την κρίση οι πλούσιοι».  Ναι, «λεφτά υπάρχουν» σε αυτήν την κοινωνία, και πρέπει να τα πάρουμε από τους λίγους που τα έχουν, για να καλύψουμε τις ανάγκες των πολλών.2.     

2.  Κανένα επιμέρους μεταβατικό αίτημα της Αριστεράς δεν μπορεί να τίθεται ανεξάρτητα από τα ζητήματα του συνολικού πλαισίου της πολιτικής πρότασης μας, της εξουσίας, της αναδιανομής του πλούτου και της μαζικής κινητοποίησης. Σε μια συγκυρία γενικευμένης σύγχυσης (η οποία δεν αφορά μόνο τους «από κάτω» που χάνουν τη γη κάτω από τα πόδια  τους, αλλά αγγίζει εξίσου και τα επιτελεία των «από πάνω»), είναι εξαιρετικά επικίνδυνο να παρουσιάζονται  από αριστερές φωνές επιμέρους μέτρα ως πανάκειες για την αντιμετώπιση της κρίσης. Τέτοιες προσεγγίσεις μεγαλώνουν τη σύγχυση, καλλιεργούν τις αυταπάτες για μαγικές λύσεις που μπορούν να εφαρμοστούν χωρίς σκληρές κοινωνικές συγκρούσεις, και (πράγμα που είναι το κυριότερο) μπορούν να ενσωματωθούν πολύ εύκολα σε αστικές στρατηγικές. Είναι τέτοια η αστάθεια της εποχής μας, όπου πολλά μέτρα που χτες μόλις φάνταζαν ριζοσπαστικά, σήμερα μπορούν πολύ εύκολα είτε να μην έχουν καμιά χρησιμότητα για τους εργαζόμενους είτε και να αποτελέσουν μέρος διαφορετικών αστικών στρατηγικών.  Τα παραδείγματα είναι πολλά: τόσο το ευρώ όσο και η δραχμή από μόνα τους μπορούν να λειτουργήσουν καταστρεπτικά για τους εργαζόμενους (μέσω της μόνιμης αυστηρής λιτότητας ή των απανωτών ανταγωνιστικών υποτιμήσεων)∙ το διαβόητο μεγάλο κούρεμα του χρέους (αν και τελικά δεν είναι τόσο μεγάλο όσο χρειάζεται) έρχεται πολύ αργά και συνοδεύεται από δρακόντεια αντεργατικά μέτρα∙ η κρατικοποίηση των τραπεζών (μέσω της παροχής στο κράτος κοινών μετοχών σε αντάλλαγμα της στήριξης τους) σε τίποτα δεν ωφελεί τους ασθενέστερους, στο βαθμό που οι κρατικοποιημένες τράπεζες θα εξακολουθούν να λειτουργούν με αγοραία κριτήρια. Η Αριστερά θα πρέπει λοιπόν να συνδέει κάθε επιμέρους μεταβατικό αίτημα :

α) Με ένα συνολικό σχέδιο αντικαπιταλιστικής εξόδου από την κρίση. Πρέπει συνεχώς να τονίζεται ότι το ίδιο μέτρο ενταγμένο σε διαφορετικό πολιτικό πλαίσιο, έχει διαφορετικά αποτελέσματα.

β) Με το ποιος έχει την εξουσία για να εφαρμόσει τα μέτρα, αν πρόκειται δηλαδή για το αστικό μπλοκ ή τη λαϊκή αυτεξουσία. Χωρίς η εξουσία να είναι στα χέρια των εργαζομένων, δεν μπορεί να υπάρξει αριστερή έξοδος από την κρίση. Κι αυτό γιατί: Πρώτον, δεν υπάρχει μερίδα του αστικού μπλοκ διατεθειμένη να κάνει την παραμικρή παραχώρηση. Δεύτερον, γιατί όπως προείπαμε, τα ίδια μέτρα έχουν διαφορετικό χαρακτήρα αν αλόγως του συνολικού πλαισίου στο οποίο εντάσσονται, πράγμα που σημαίνει ότι αν αναθέσουμε στους «από πάνω» την εφαρμογή τους, δεν πρόκειται να έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα. Τρίτον, οποιαδήποτε εκδοχή ριζοσπαστικής πολιτικής στις δεδομένες συνθήκες απαιτεί αναπόδραστα την άσκηση της οργανωμένης προλεταριακή πίεσης πάνω στους κεφαλαιοκράτες, καθώς και την κήρυξη «από τα κάτω» καθεστώτος εκτάκτου ανάγκης.

γ) Με τη σκληρή φορολόγηση του κεφαλαίου προς όφελος της κοινωνίας, κάτι που είναι η αναγκαία σύμβαση για να μπορέσει να λειτουργήσει η οποιαδήποτε άλλη παρέμβαση. Αν δεν βρεθούν χρήματα για να αντιμετωπιστεί η εξαθλίωση που αντιμετωπίζουν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, περιττεύει η όποια άλλη συζήτηση για το χρέος ή για το νόμισμα.

δ) Με τη μαζική, αποφασισμένη και συγκρουσιακή παρουσία των μαζών στους δρόμους, χωρίς την οποία ακόμα και η πλέον αριστερή κυβέρνηση είναι καταδικασμένη στην ενσωμάτωση στο μνημονιακό πλαίσιο. Η ανατροπή όχι μόνο δεν είναι εκπομπή, αλλά δεν είναι και προτζεκτάκι για να το αναθέσουμε στον οποιοδήποτε. Η ραγδαία συντηρητικοποίηση της κυβέρνησης Μοράλες στη Βολιβία αποτελεί μια ακόμα (στις τόσες πολλές στο πέρασμα του χρόνου) απόδειξη για το ότι οι κυβερνητικοί θώκοι διαφθείρουν και ενσωματώνουν.

3.  Η άμεση άρνηση πληρωμής του χρέους αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ για οποιαδήποτε πολιτική φιλοδοξεί να υπερασπιστεί τα εργατικά συμφέροντα. Για το θέμα του χρέους έχει χυθεί πολύ μελάνι (υπερβολικά ίσως), οπότε μάλλον δεν χρειάζεται διεξοδική επιχειρηματολογία. Ωστόσο, είναι αναγκαίες δύο επισημάνσεις. Πρώτον, στη φάση που βρισκόμαστε, δεν αρκεί η άρνηση πληρωμής μόνο του λεγόμενου «άνομου χρέους». Για την ακρίβεια, δεν έχει πλέον και ιδιαίτερο νόημα η συζήτηση για ποιο χρέος είναι «νόμιμο» ή «παράνομο». Είναι τέτοιο το βάθος της κρίσης, που πολύ απλά το χρέος δεν μπορεί να πληρωθεί. Άλλωστε ακόμα και από καθεστωτικούς οικονομολόγους ομολογείται ότι το κούρεμα κατά 50% (που αποφασίστηκε στις 26 Οκτώβρη) δεν είναι παρά το πρελούδιο μιας νέας, ακόμα μεγαλύτερης , περικοπής. Η δεύτερη (και πιο σημαντική) επισήμανση έχει να κάνει με τους όρους που συνοδεύουν τα διάφορα «κουρέματα». Κανένα λοιπόν «κούρεμα» δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό αν συνοδεύεται από σκληρή λιτότητα και θίγει την περιουσία των ασφαλιστικών ταμείων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μπορεί το «κούρεμα» της 26ης Οκτωβρίου να αποτελέσει θρυαλλίδα για την ανατίναξη του ασφαλιστικού συστήματος.

4. Αν πρέπει να διαλέξουμε ανάμεσα στο ευρώ και τα κοινωνικά δικαιώματα, είναι προφανές ότι ούτε για μια στιγμή δεν θα διστάσουμε να επιλέξουμε τα δεύτερα.  Ανήκουμε σε αυτούς που αγωνίστηκαν για να μην μπει η Ελλάδα στην ΟΝΕ, εκτιμώντας ότι το ευρώ δεν είναι ουδέτερο νόμισμα, αλλά εργαλείο όξυνσης της εκμετάλλευσης , αφού διοχετεύει στην εργασία όλη την πίεση από τα όποια ελλείμματα ανταγωνιστικότητας. Επίσης, ουδέποτε θεωρήσαμε την Ευρωπαϊκή Ένωση ευνοϊκό πεδίο για την ταξική πάλη από την πλευρά των εργαζόμενων, βλέποντας ότι η ΕΕ δεν είναι παρά μια ιμπεριαλιστική συμμαχία που στόχο έχει να ευνοήσει την  προσπάθεια του ευρωπαϊκού κεφαλαίου να εντείνει την εκμετάλλευση στην ενδοχώρα του και να κερδίσει πόντους στο διεθνή καταμερισμό εργασίας. Ωστόσο, δεν ανήκουμε σε αυτούς που κάνουν παντιέρα τη δραχμή, δεν παραβλέπουμε τις καταστροφικές συνέπειες μιας ανεξέλεγκτης εξόδου από το ευρώ, δεν προβάλλουμε σχέδια «παραγωγικής  ανασυγκρότησης της χώρας» που παραπέμπουν στο Μεσοπόλεμο (σαν να μην έχει συμβεί τίποτα στον αιώνα που πέρασε), δεν κλείνουμε τα μάτια μπρος στην ασφυκτική συνθήκη που δημιουργεί η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση,  δεν αναφερόμαστε στη «χώρα» ως υποκείμενο , αλλά στους εργαζόμενους, και πάνω απ’ όλα, έχουμε συνείδηση ότι χωρίς διεθνείς συμμαχίες καμιά ανατρεπτική διαδικασία δεν μπορεί να είναι νικηφόρα. Για μας το ζήτημα της επιλογής νομίσματος δεν είναι πρωτεύον και οφείλει να ενταχθεί στο συνολικό πλαίσιο του σχεδίου της Αριστεράς. Πρέπει όμως να είμαστε καθαροί. Στον ιταμό εκβιασμό που μας κάνουν να αποδεχτούμε το Μνημόνιο για να μείνουμε στο ευρώ, η δικιά μας απάντηση, χωρίς δεύτερη σκέψη, είναι ο αποχαιρετισμός στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα.

5. Μπροστά στη βαθιά συστημική κρίση του καπιταλισμού, είναι απαραίτητο η Αριστερά να προτάξει ένα διαφορετικό συνολικό μοντέλο για την κοινωνία και την οικονομία. Η κατάρρευση του «υπαρκτού» συμπαρέσυρε και τις «μεγάλες αφηγήσεις» (που στην πραγματικότητα ήταν ασφυκτικά μικρές) με αποτέλεσμα να εγκαινιαστεί για την Αριστερά η εποχή των συγκεκριμένων αιτημάτων με κοντινό πολιτικό ορίζοντα. Ακόμα και οι σχηματισμοί που πλειοδότησαν στην επίκληση του σοσιαλισμού και της ανατροπής, το έκαναν με τόσο αφηρημένο κι υπερβατικό τρόπο, ώστε το «μετά τον καπιταλισμό» να μοιάζει περισσότερο με ευσεβή πόθο παρά με πολιτικό σχέδιο κοινωνικού μετασχηματισμού. Τώρα βρισκόμαστε στο σημείο εκείνο όπου ο καπιταλισμός αποκαλύπτει με εκρηκτικό τρόπο την καταστροφική φύση του, όπου η συνύφανση της οικονομικής κρίση με την οικολογική κρίση δημιουργεί σκηνικό Αποκάλυψης, όπου γίνεται φανερό σε ολοένα και περισσότερους ότι το πρόβλημα δεν είναι οι όποιες δυσλειτουργίες του συστήματος , αλλά το ίδιο το σύστημα. Επιπλέον, είμαστε στη στιγμή όπου η αλαζονεία (μετά από 30 χρόνια θριάμβων) του αστικού μπλοκ καθώς και οι αδυσώπητες επιταγές της δοκιμαζόμενης καπιταλιστικής μηχανής, μοιάζουν να κλείνουν το δρόμο σε οποιαδήποτε μεταρρυθμιστική προσπάθεια.  Αυτή είναι λοιπόν η ώρα να προτάξουμε ένα διαφορετικό μοντέλο αλληλέγγυας, δημοκρατικής και οικολογικής οικονομίας, να το δοκιμάσουμε σε πειράματα αυτοοργάνωσης κι εναλλακτικής παραγωγής, να το συγκεκριμενοποιήσουμε σαν εφαρμόσιμο πολιτικό πρόγραμμα. Σε ένα τέτοιο σχέδιο θα πρέπει να κρατήσουμε μια ισορροπία τρόμου ανάμεσα σε έναν προπαγανδιστικό μεσσιανισμό, αποκομμένο από την κοινωνία, και σε έναν «ευρύχωρο» μεταρρυθμιστικό κινηματισμό, που αποκόπτεται όμως από την ανατροπή. Θα πρέπει επίσης να βρούμε τον τρόπο από τη μια μεριά να σεβόμαστε τις αναγκαιότητες και την πολλαπλότητα των ταυτοτήτων της λαϊκής κοινωνικής αντίστασης, που είναι το κύριο υποκείμενο της αντιπαράθεσης με το καθεστώς, και από την άλλη, να εργαζόμαστε ταυτόχρονα για τη διαμόρφωση του πολιτικού ορίζοντα του «μετά», που αν και μπορεί να μη συμβαδίζει πάντα με τις τρέχουσες κοινωνικές αντιλήψεις, είναι αυτός που δίνει πολιτική προοπτική στην κοινωνία, διαμορφώνοντας το αριστερό αντιπαράδειγμα στον καπιταλισμό. Το στοίχημα είναι μέγα βέβαια. Αλλά σε μια στιγμή που ο κόσμος όπως τον ξέραμε θρυμματίζεται, η Αριστερά δεν καλείται μόνο να αντισταθεί, αλλά να ξαναδημιουργήσει το Νόημα της ζωής. Άσε που πλέον δεν έχουμε και πολλά να χάσουμε

Γιάννης Αλμπάνης

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Shares