Έξι σημεία για την πολιτική συγκυρία

 

Από το Δελτίο Θυέλλης, περιοδική έκδοση του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα

  1. Μετά τις εκλογές η λιτότητα όχι μόνο δεν αμβλύνθηκε, αλλά συνεχίζεται ακόμα σκληρότερη. Η πολιτική σκέψη, εν αντιθέσει με άλλους τομείς της ανθρώπινης διάνοιας, έχει το κακό ότι μπορεί να επιβεβαιώνεται πρακτικά. Εν προκειμένω, όσοι προέβλεπαν τις παραμονές των εκλογών του Ιούνη ότι η υπό διαμόρφωση (τότε) τρικομματική κυβέρνηση θα έπαιρνε από την τρόικα μια ορισμένη ελάφρυνση του προγράμματος λιτότητας ως πολιτική προίκα, διαψεύστηκαν πανηγυρικά. Η τρόικα όχι  μόνο δεν ελάφρυνε το πρόγραμμα, αλλά με το Μνημόνιο 3 παραβιάζει κάθε υποτιθέμενη «κόκκινη γραμμή», επιβάλλοντας χιλιάδες απολύσεις στο δημόσιο, εξοντωτικές περικοπές στις κοινωνικές παροχές, πλήρες ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, νέες μειώσεις στους ήδη ψοφοδεείς μισθούς και συντάξεις. Δηλαδή, η ίδια η πραγματικότητα επιβεβαίωσε εκ νέου τις κλασικές μαρξιστικές αναλύσεις για την κρίση. Τις περιόδους λοιπόν που η κρίση υπερσυσσώρευσης παροξύνεται, δεν υπάρχει περιθώριο για κανενός είδους πολιτικούς συμβιβασμούς. Η αστική τάξη δεν μπορεί να δώσει καμία «προίκα» σε κανέναν γιατί δίνει τον υπέρ πάντων αγώνα για τη μεταφορά του κόστους της κρίσης στους εργαζόμενους. Ενδεχόμενες παροχές ή ελάφρυνση της λιτότητας σημαίνουν ότι «οι από πάνω» θα πρέπει να χάσουν μέρος τους πλούτου τους αναλαμβάνοντας μερίδιο από το κόστος της κρίσης, πράγμα που ποτέ δει είναι διατεθειμένοι να πράξουν οικειοθελώς. Συνεπώς, δεν υπάρχουν «προίκες», όπως ακριβώς δεν υπάρχει περιθώριο να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ το νέο ΠΑΣΟΚ. Αν το ΠΑΣΟΚ, τα κάθε λογής ΠΑΣΟΚ, αποτελεί έκφραση ενός ορισμένου συμβιβασμού μεταξύ των τάξεων, τότε στις περιόδους όπου το δίλημμα που θέτει η πραγματικότητα είναι το «εμείς ή αυτοί», δεν υπάρχει χώρος για τέτοιου είδους πολιτική.
  2. Η πολιτική κρίση συνεχίζεται. Τέσσερις μήνες μετά τις εκλογές η τρικομματική κυβέρνηση αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Οι εκλογές σταθεροποίησαν μόνο πρόσκαιρα το πολιτικό σύστημα και σε καμία περίπτωση δεν επέλυσαν τη σοβούσα κρίση πολιτικής εκπροσώπησης. Σε πολύ μικρό διάστημα από την εκλογική νίκη της, η τρόικα εσωτερικού χάνει συνεχώς δημοτικότητα (ειδικά το ΠΑΣΟΚ κατακρημνίζεται) και ήδη είδε τις πρώτες ανεξαρτητοποιήσεις βουλευτών, πριν καν ψηφιστούν τα νέα μέτρα. Παρά το ότι κανένας από τους κυβερνητικούς εταίρους δεν αμφισβητεί τη μνημονιακή λογική, οι «αντιρρήσεις» της ΔΗΜΑΡ στα εργασιακά δεν είναι μόνο «θέατρο». Αναμφίβολα κατά το μεγαλύτερο μέρος αποτελούν επικοινωνιακή στρατηγική για να αποποιηθεί η ΔΗΜΑΡ το πολιτικό κόστος των νέων μέτρων. Ωστόσο, συνιστούν επίσης προσπάθεια να διαμορφωθεί και μια πολιτική στρατηγική που θα ενσωματώσει τη δυσαρέσκεια όλων εκείνων που για άλλα ψήφισαν και άλλα βλέπουν να γίνονται. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο τρικομματικός συνασπισμός, κάτω από την πίεση του ΣΥΡΙΖΑ, προεκλογικά στηρίχτηκε στο σύνθημα της επαναδιαπραγμάτευσης του Μνημονίου καθώς και της ελάφρυνσης των επαχθέστερων πλευρών της λιτότητας, όπως οι περικοπές των χαμηλών μισθών και συντάξεων. Σήμερα η κυβέρνηση κάνει τα ακριβώς αντίθετα. Δημιουργώντας λοιπόν μια δύναμη που συμμετέχει στην  κυβέρνηση και ταυτοχρόνως κάνει τρόπον τινά «αντιπολίτευση», διαμορφώνεις εκείνους τους αναγκαίους όρους για την ανάδειξη του διάδοχου σχήματος. Γιατί όσο απίθανο μοιάζει να πάρει το σύστημα το ρίσκο της προκήρυξης νέων εκλογών, άλλο τόσο πιθανό είναι αν οξυνθούν οι κοινωνικές αντιδράσεις, να πάμε σε μια εκ βάθρων αναδόμηση της κυβερνητικής συμμαχία. Ήδη στα δύο χρόνια Μνημονίου έχουμε αλλάξει τρεις πρωθυπουργός και δεν μοιάζει αποκύημα καλπάζουσας φαντασίας το να πάμε σχετικά γρήγορα και στον τέταρτο.
  3. Η συρρίκνωση της κοινωνικής συναίνεσης υποκαθίσταται από την όξυνση της κρατικής καταστολής. Είναι μάλλον υπερβολικό να μιλήσουμε για κατάσταση εξαίρεσης αυτή τη στιγμή, τουλάχιστον με την τυπική έννοια του όρου. Κανένα άρθρο του Συντάγματος δεν έχει ανασταλεί και οι βασικές πολιτικές ελευθερίες θεωρητικά γίνονται σεβαστές. Ωστόσο, δύσκολα μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι ζούμε καθημερινά περιστατικά που de facto συρρικνώνουν δικαιώματα και χώρους ελευθερίας, περιστατικά που όλα μαζί διαμορφώνουν αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί διαρκή διολίσθηση στην “αυταρχική δημοκρατία”. Με τον όρο “αυταρχική δημοκρατία” εννοούμε ένα καθεστώς που έχει στοιχεία “κατάστασης εξαίρεσης” αν και τυπικά πληρεί τις προδιαγραφές της “κανονικής” αστικής δημοκρατίας. Ενώ δηλαδή τυπικά δεν έχουν ανασταλεί οι θεμελιώδεις ελευθερίες, ορισμένους από αυτές τελούν στην πραγματικότητα υπό αίρεση. Τα βασανιστήρια στους αναρχικούς αντιφασίστες, η συστηματική αστυνομική βία κατά των διαδηλωτών, οι απαγορεύσεις “συναθροίσεων” κατά την επίσκεψη Μέρκελ, οι συλλήψεις συνδικαλιστών της ΓΕΝΟΠ και του Σκαραμαγκά, οι συνεχείς πράξεις λογοκρισίας (Παστίτσιος, Χυτήριο, κόψιμο ομοφυλοφιλικού φιλιού, Βαξεβάνης, Αρβανίτης), δεν είναι ό,τι πιο ανησυχητικό. Το πιο ανησυχητικό είναι η πλήρης πολιτική κάλυψη που δίνει η κυβέρνηση (κυρίως δια του Δένδια) σε κάθε είδους αστυνομικό τραμπουκισμό και κρατική αυθαιρεσία. Αυτή η ακριβώς η κάλυψη, σε συνδυασμό με το μεγάλο αριθμό των περιστατικών, εύλογα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν έχουμε να κάνουμε με παρεκτροπές, αλλά με μια συνεκτική πολιτική που προκρίνει τον αυταρχισμό ως αναγκαία συνθήκη για τη στήριξη του μηνημονιακού καθεστώτος. Από αυτήν τη σκοπιά, έχουμε μπει σε νέα φάση και τίποτα πλέον δεν πρέπει να μάς εκπλήσσει.
  4. Η άνοδος της Χρυσής Αυγής αλλάζει το πολιτικό σκηνικό και δημιουργεί ένα θανάσιμο κίνδυνο για το λαϊκό κίνημα. Η άνοδος της Χρυσής Αυγής δεν πρέπει να ερμηνεύεται μόνο στη βάση της δυσαρέσκειας και της μιζέριας που γεννάει το Μνημόνιο. Εξίσου σημαντικό είναι να θυμόμαστε ότι α) Η άνοδος των φασιστών είναι και αντανάκλαση της πολύ μεγαλύτερης ανόδου της Αριστεράς, παράγωγο κι αυτή της εκκένωσης του λεγόμενου μεσαίου χώρου που έχει χρεωθεί πολιτικά τη λιτότητα. β) Η ρατσιστική και αντιδημοκρατική προπαγάνδα των ναζί έχει πέραση, γιατί δεν είναι παρά η οξυμένη εκδοχή της κυρίαρχης ιδεολογίας. Από τη στιγμή που ο επίσημος πολιτικός κόσμος παρουσιάζει τους μετανάστες ως το απόλυτο κακό και θέτει ως βασικό στόχο (έστω και αν είναι άπιαστος) την απέλαση εκατοντάδων χιλιάδων, ανοίγει ο δρόμος σε όσους παρουσιάζονται ακόμα πιο σκληροί κα αποτελεσματικοί στο κυνήγι κεφαλών. γ) Η σκανδαλώδης συνεργασία της αστυνομία με τους ναζί δεν εξασφαλίζει μόνο ατιμωρησία στους χρυσαυγίτες, αλλά τους παρέχει ζωτικό πολιτικό χώρο, που σε άλλη περίπτωση θα τούς τον είχαν αφαιρέσει οι αντιφασίστες. Αν και πόρρω απέχουμε από τη συγκρότηση ενός πραγματικού φασιστικού κινήματος (επομένως οι συγκρίσεις με τη Βαϊμάρη πρέπει να είναι προσεκτικές), εντούτοις, θα ήταν εθελοτυφλία να μην παρατηρήσουμε ότι η Χρυσή Αυγή αλλάζει το πολιτικό σκηνικό με τρεις τρόπους. Πρώτον, διαφοροποιεί de facto την πολιτική ατζέντα προτάσσοντας όχι μόνο το μεταναστευτικό αλλά την ίδια τη δράση της ως βασικά ζητήματα της δημόσιας συζήτησης. Εκ των πραγμάτων αυτό δίνει ανάσες στο μνημονιακό μπλοκ. Δεύτερον, η Χρυσή Αυγή συγκροτεί ένα ανάχωμα ανάμεσα στις πλατιές μάζες της αντι-πολιτικής και τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο κόσμος που δεν έχει πολιτική παιδεία και είναι αγανακτισμένος, βλέπει στη Χρυσή Αυγή μια τάχα μου “αντισυστημική” εναλλακτική λόγω της αντιμνημονιακής ρητορικής της πεντάρας των ναζί. Τρίτον, ως οργανωμένος (παρα)κρατικός μηχανισμό βίας, η Χρυσή Αυγή έρχεται να συμπληρώσει το έργο της καταστολής. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι με τους ναζί έχουμε πρόβλημα, το οποίο πρέπει να λύσουμε τώρα που είναι ακόμα σχετικά εύκολο να το κάνουμε.
  5. Ο ΣΥΡΙΖΑ σταθεροποιείται πολύ ψηλά, αλλά βρίσκεται απομονωμένος. Η παράδοξη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο ΣΥΡΙΖΑ έγκειται στο ότι ενώ σταθεροποιείται σε τόσο ψηλό σημείο (περίπου στο 30%) που ποτέ δεν είχε καν φανταστεί η ελληνική Αριστερά, εντούτοις, βρίσκεται πιο απομονωμένος από ποτέ. Εξ αριστερών το ΚΚΕ δεν φαίνεται να είναι διατεθειμένο για οποιαδήποτε συζήτηση, εκ δεξιών η ΔΗΜΑΡ βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του μνημονιακού μπλοκ. Αυτή η απομόνωση σε συνδυασμό με την όξυνση της καταστολής που παίρνει ακόμα και την μορφή των σεναρίων περί εκτροπής, καθώς και με καθεστωτικές λογικές που ενυπάρχουν στο εσωτερικό του κόμματος, ασκούν ισχυρές πιέσεις για δεξιά προσαρμογή της συριζικής πολιτκής, Δεδομένου όμως ότι είναι ανέφικτη η συγκρότηση του “νέου ΠΑΣΟΚ”, η δεξιά προσαρμογή σημαίνει στην πραγματικότητα ενσωμάτωση στο μνημονιακό πλαίσιο. Κάτι που βέβαια θα σημάνει το τέλος του σχήματος μιας και αυτό έχει χτιστεί στη βάση της αντίθεσης στο Μνημόνιο. Επομένως, η χάραξη μιας ριζοσπαστικής γραμμής δεν είναι μόνο η “ορθή” επιλογή για τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η μόνη που εξασφαλίζει την επιβίωσή του.
  6. Το δρόμο ή θα τον βρούμε ή θα τον ανοίξουμε (Ανίβας). Εν προκειμένω θα τον ανοίξουμε. Ακολουθώντας τη συνταγή  (εμπλουτισμένη όμως με ισχυρή δόση μαχητικού αντιφασισμού) που έριξε δυο κυβερνήσεις και τράνταξε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση: συνεχής και ανυποχώρητος αγώνας, κοινωνική αλληλεγγύη, ριζοσπαστική πολιτική προοπτική για την ανατροπή. Με εμπιστοσύνη στην επινοητικότητα του λαϊκού κινήματος, με πίστη στην προμηθεϊκή δύναμη της εξέγερσης.

 

Γιάννης Αλμπάνης

Περισσότερα

Σέρτζιο Γιάχνι: «Η εκεχειρία είναι πολιτική ήττα για το Ισραήλ»

 


Από την Εποχή  της 25/11/2012

Ο Ισραηλινός ακτιβιστής Σέρτζιο Γιάχνι είναι βασικό στέλεχος του Εναλλακτικού Κέντρου Πληροφόρησης της Ιερουσαλήμ. Παλιός γνώριμος της Εποχής από το Ευρωπαϊκό και το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ, ο Γιάχνι δεν είναι μόνο μια προβεβλημένη μορφή της Ισραηλινής αντισιωνιστικής Αριστεράς, αλλά κι ένας διεισδυτικός αναλυτής της Μεσανατολικής κατάστασης.

Πρώτα απ’ όλα θα ήθελα να σας ρωτήσω για ποιο λόγο πιστεύετε ότι η κυβέρνηση Νετανιάχου επέλεξε να ξεκινήσει αυτόν το νέο πόλεμο στη Γάζα.

Είναι δύσκολο να πει κανείς ποιος είναι ακριβώς ο λόγος. Γνωρίζουμε ότι για μήνες προετοίμαζαν τη δολοφονία του ηγέτη της στρατιωτικής πτέρυγας της Χαμάς, Άχμεντ Αλ Τζάμπρι, έχοντας υπόψη ότι οι Παλαιστίνιοι θα αντιδρούσαν σε με μια τέτοια δολοφονία.

Γιατί όμως να τον δολοφονήσουν, αφού σύμφωνα με τη Haaretz ο Τζάμπρι ήταν κατά κάποιον τρόπο ο εταίρος τους στις διαδικασίες διασφάλισης της προηγούμενης εκεχειρίας;

Για να είμαστε ακριβείς, πρέπει να τονίσουμε ότι το Ισραήλ δεν βλέπει κανέναν Παλαιστίνιο ως εταίρο. Αντιθέτως, ακολουθεί σταθερά μια πολιτική δολοφονιών των ηγετών της Χαμάς, ιδιαίτερα του στρατιωτικού σκέλους της. Το θέμα δεν τίθεται με πραγματιστικούς όρους, αν π.χ. το τάδε πρόσωπο μπορεί να χρησιμέψει ως εταίρος για τη διατήρηση της εκεχειρίας. Το ζήτημα για τον Νετανιάχου και, κυρίως, για το στρατό είναι να ξέρουν οι ηγέτες της Χαμάς ότι αργά ή γρήγορα θα δολοφονηθούν. Ο στρατός πιστεύει ότι αυτή η στάση είναι θεμελιώδης για την Ισραηλινή πολιτική αποτροπής.

Καταλαβαίνω την εξήγηση που δίνετε για τη δολοφονία του Τζάμπρι, αλλά αναρωτιέμαι ποιος ο λόγος για την περαιτέρω στρατιωτική κλιμάκωση. Ποιος ο λόγος για τους βομβαρδισμούς;

Οι βομβαρδισμοί αποτελούν φυσική συνέπεια της δολοφονίας. Οι Παλαιστίνιοι αντέδρασαν εκτοξεύοντας ρουκέτες στο Ισραήλ και οι βομβαρδισμοί ήρθαν ως απάντηση στις ρουκέτες. Ο στρατός πίστευε ότι θα αποτρέψει τα χτυπήματα στο κεντρικό Ισραήλ, καταστρέφοντας από την αρχή των εχθροπραξιών τους εκτοξευτήρες και τις ρουκέτες μεγάλου βεληνεκούς. Όντως κατέστρεψε πολλές, αλλά οι Παλαιστίνιοι διατήρησαν τελικά τη δυνατότητά τους να χτυπάνε το Τελ Αβίβ και την Ιερουσαλήμ, ακόμα και τις τελευταίες ώρες των συγκρούσεων.

Δηλαδή οι Ισραηλινοί ιθύνοντες εξεπλάγησαν από τη δυνατότητα των Παλαιστινίων να ρίχνουν ρουκέτες στις μεγάλες πόλεις του Ισραήλ;

Ναι. Πίστευαν ότι οι ρουκέτες θα χτυπήσουν μόνο τις μεθοριακές πόλεις του Νότου.

Κατά συνέπεια, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για συμβολική ήττα του Ισραηλινού στρατού;

Είναι κάτι παραπάνω από συμβολική. Οι όροι της συμφωνίας εκεχειρίας συνιστούν πολιτική ήττα για το Ισραήλ. Είναι χαρακτηριστικό το σχόλιο ενός δημοσιογράφου στο Ισραηλινό κανάλι 10 ότι η συμφωνία εκεχειρίας μοιάζει περισσότερο με μια συμφωνία μεταξύ της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ, παρά με συμφωνία ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χαμάς.

Θα μπορούσατε να εξηγήσετε λίγο παραπάνω γιατί θεωρείτε τη συμφωνία εκεχειρίας πολιτική ήττα για το Ισραήλ;

Μέσα στο πλαίσιο της νέας Μέσης Ανατολής που δημιούργησε η Αραβική Άνοιξη, το Ισραήλ αναγκάστηκε να δεχτεί όρους που δε θα δεχόταν ποτέ στο παρελθόν. Η Χαμάς πέτυχε να συμπεριληφθούν στο κείμενο της συμφωνίας όλοι οι στόχοι της, ιδιαίτερα η απαγόρευση των δολοφονιών των αξιωματούχων της, καθώς και το άνοιγμα των συνόρων με την Αίγυπτο. Ανεξάρτητα από την τελική υλοποίηση αυτών των όρων, πρόκειται για πολιτική επιτυχία της Χαμάς. Θυμηθείτε τη διάσημη ρήση του Κλαούζεβιτς ότι ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα. Με αυτόν τον πόλεμο η Χαμάς πέτυχε την εκπλήρωση των πολιτικών στόχων για τους οποίους αγωνιζόταν τα τελευταία έξι χρόνια.

Κάνατε λόγο για τη νέα Μέση Ανατολή που δημιούργησε η Αραβική Άνοιξη. Τι ακριβώς άλλαξε στην πολιτική της Αιγύπτου καθώς και σ’ αυτήν των ΗΠΑ;

Η μεγάλη αλλαγή έχει γίνει στην Αίγυπτο. Πριν την Αραβική Άνοιξη, το καθεστώς Μουμπάρακ ήταν απολύτως στο πλευρό του Ισραήλ και των ΗΠΑ. Τώρα η κυβέρνηση Μόρσι σε ό, τι αφορά τη Γάζα, γιατί η εσωτερική πολιτική είναι άλλη ιστορία, υιοθετεί μια σαφώς πιο «εθνικιστική» στάση. Όσο περνούσαν οι μέρες, γινόταν φανερό ότι η συνέχιση του πολέμου στη Γάζα θα οδηγούσε σε έκρηξη όλης της Μέσης Ανατολής. Έτσι οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να δεχτούν τις προτάσεις της Αιγύπτου.

Εκτιμάτε δηλαδή ότι δεν υπάρχει στροφή στην εξωτερική πολιτική του Ομπάμα, αλλά ότι οι απλά οι ΗΠΑ επιχειρούν να προσαρμόσουν τις πάγιες θέσεις τους στα νέα δεδομένα της Μέσης Ανατολής;

Δεδομένης της κατάστασης στη Συρία, το Λίβανο, καθώς και της νέας κυβέρνησης της Αιγύπτου, οι ΗΠΑ δεν μπορούν παρά να ακολουθούν τις Αιγυπτιακές πρωτοβουλίες.

Σ’ αυτό το πλαίσιο θα μπορούσαμε να αναμένουμε κάποιες Ισραηλινές παραχωρήσεις στους Παλαιστίνιους, ένα νέο άνοιγμα της ειρηνευτικής διαδικασίας;

Ακριβώς το αντίθετο θα πρέπει να περιμένουμε. Παρά τους όρους της εκεχειρίας, το Ισραήλ διατηρεί ανέπαφη την πολεμική μηχανή του. Στο επόμενο διάστημα θα αναζητήσει κάθε δυνατή ευκαιρία για να πάρει την εκδίκησή του μέσω μιας νέας πολεμικής αναμέτρησης. Ήδη σήμερα το πρωί (23/11) είχαμε την πρώτη παραβίαση της εκεχειρίας με τη δολοφονία ενός Παλαιστίνιου στη Γάζα. Πολύ σύντομα το Ισραήλ θα επιχειρήσει τη στρατιωτική ανατροπή της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί.

Τη συνέντευξη πήρε ο Γιάννης Αλμπάνης

Περισσότερα

Γάζα: Βόμβες για ψήφους

 

Από τη σημερινή Εποχή

Η προεκλογική εκστρατεία για τις Ισραηλινές βουλευτικές εκλογές της 22ης Ιανουαρίου δεν ξεκίνησε με κάποια δημόσια συγκέντρωση, αλλά με έναν καινούργιο πόλεμο εναντίον της Γάζας. Όπως είχαν πράξει οι ομόλογοί του στις προεκλογικές περιόδους  του 1955, του 1961, του 1981, του 1996 και του 2009, ο Νετανιάχου κάνει την πολεμική επιλογή εκτιμώντας ότι με μια εθνική κρίση θα προσποριστεί τα μέγιστα εκλογικά οφέλη: υπό τους ήχους των αντιαεροπορικών σειρήνων οι Ισραηλινοί θα τρομοκρατηθούν και θα συσπειρωθούν γύρω από την ατσαλένια γροθιά της ηγεσίας τους. Πρόκειται βέβαια για μνημείο κυνισμού, για αποθέωση του πολιτικού αμοραλισμού, για αδιάψευστο τεκμήριο του πόσον έχει απαξιωθεί η ανθρώπινη ζωή στην εποχή μας. Εξόχως χαρακτηριστικό της στενής σύνδεσης αυτού του πολέμου με την πολιτική επικοινωνία είναι και το ότι η κήρυξη του αναγγέλθηκε όχι με επίσημη ανακοίνωση του Νετανιάχου, αλλά από το… λογαριασμού του twitter του εκπροσώπου Τύπου του Ισραηλινού στρατού (@IDFSpokesperson).  Ίσως να είναι οι 140 πιο αιματοβαμμένοι χαρακτήρες στην Ιστορία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Σαθρές δικαιολογίες του Ισραήλ

Οι δικαιολογίες που προβάλλει το Ισραήλ για την επίθεση στη Γάζα δεν μπορούν να αντέξουν σε σοβαρή κριτική. Είναι πραγματικά αστείο να χρησιμοποιείται η επίθεση του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης σε ένα στρατιωτικό τζιπ ως σοβαρή δικαιολογία για τη δολοφονία του στρατιωτικού διοικητή της Χαμάς Άχμεντ Τζαμπάρι και το μπαράζ των αεροπορικών βομβαρδισμών. Από το 2009, η Χαμάς έχει σεβαστεί την εκεχειρία με το Ισραήλ και οι όποιες επιθέσεις άλλων μικρότερων οργανώσεων (Ισλαμική Τζιχάντ, Λαϊκό Μέτωπο, Λαϊκές Επιτροπές Αντίστασης κ.ά.), τις οποίες η Χαμάς δεν κατάφερε ή δεν θέλησε να καταστείλει, μπορεί να παρενοχλούν ή και σπάνια να έχουν θύματα, σε καμιά περίπτωση όμως δεν συνιστούν στρατηγική απειλή για μια από τις πιο ισχυρές στρατιωτικές μηχανές του πλανήτη. Πόσο μάλλον όταν αυτή η στρατιωτική μηχανή επιμένει να στραγγαλίζει τη Γάζα κατά κατάφωρη παραβίαση της διεθνούς νομιμότητας.  Στην πραγματικότητα, τα τρία χρόνια που μεσολάβησαν από τον προηγούμενο πόλεμο, η Χαμάς απέδειξε ότι μπορεί να τηρεί τις (άτυπες) συμφωνίες εκεχειρίας με το Ισραήλ.

Πέρα όμως από τις αρχικές σαθρές δικαιολογίες, με την έναρξη των εχθροπραξιών, ο Ισραηλινός προπαγανδιστικός μηχανισμός επιχειρεί να αντιστρέψει εκ νέου την πραγματικότητα παρουσιάζοντας το Ισραήλ ως θύμα Παλαιστινιακή επίθεσης. Παρά το ότι οι Παλαιστινιακές ρουκέτες έχουν πια πιο μεγάλο βεληνεκές, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να συγκριθούν με τη δύναμη πυρός των υπερσύγχρονων made in USA Ισραηλινών όπλων. Όχι μόνο γιατί μέχρι το Σάββατο το πρωί η Ισραηλινή αντιπυραυλική ομπρέλα είχε καταρρίψει 222 από τις 580 ρουκέτες που είχαν εκτοξευτεί από τη Γάζα, αλλά και γιατί αυτές οι εν πολλοίς αυτοσχέδιες ρουκέτες ούτε ακρίβεια στόχευσης έχουν ούτε μπορούν να προκαλέσουν μεγάλη καταστροφή. Οι αριθμοί των θυμάτων μιλάνε άλλωστε από μόνοι τους: 38 νεκροί και 345 τραυματίες από την Παλαιστινιακή πλευρά, έναντι 3 Ισραηλινών νεκρών και 13 τραυματιών. Οι απώλειες δηλαδή είναι 1 προς 24.

  Διπλωματικές σκοπιμότητες

Πέρα όμως από τις εκλογικές σκοπιμότητες, η κυβέρνηση Νετανιάχου μάλλον επιδιώκει να κερδίσει πόντους στη διπλωματική σκακιέρα. Πρώτον, ακολουθεί την πάγια Ισραηλινή στρατηγική για διαιώνιση της αστάθειας στη Μέση Ανατολή και διαρκή δημιουργία πολεμικών αναφλέξεων, ούτως ώστε το Ισραήλ να παρουσιάζεται συνεχώς ως σταθερός εγγυητής των συμφερόντων της Δύσης σε μια περιοχή ασταμάτητης αναταραχής. Δεύτερον, προκαλώντας μια νέα ανάφλεξη και προκρίνοντας εκ νέου τα στρατιωτικά μέσα, καθιστά πιθανότερη μια επίθεση στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν. Τρίτον, θέτει τη διοίκηση Ομπάμα προ τετελεσμένων, αποδυναμώνοντας εκείνες τις φωνές στο State Department που ευνοούν μια πιο «φιλοαραβική» (για τα αμερικάνικα δεδομένα πάντοτε) πολιτική. Τέταρτον, σπρώχνει τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, κι ειδικά τον Αιγύπτιο πρόεδρο Μόρσι,  σε μια πολύ άβολη θέση. Ο Μόρσι και η Αδελφότητα θα πρέπει να βρουν το σημείο ισορροπίας ανάμεσα στην ανάγκη να βοηθήσουν τους «αδελφούς» της Χαμάς και τις επιταγές της συνθήκης του Καμπ Ντέιβιντ με το Ισραήλ, καθώς και να επιλύσουν την αντίφαση μιας πολιτικής που τους οδηγεί στη συμπόρευση με τη Δύση στη Συρία, την ίδια ώρα που ο πιο πιστός σύμμαχος της Δύσης επιτίθεται σε ένα τμήμα της Αδελφότητας.

Οι επισκέψεις στη Γάζα του Αιγύπτιου πρωθυπουργού Χισάμ Καντίλ και του Τυνήσιου Υπουργού Εξωτερικών Ραφίκ Αμπντεσλέμ ενισχύουν τη Χαμάς και αποτελούν ορατά δείγματα των αλλαγών που έχει φέρει η Αραβική Άνοιξη. Ωστόσο, η πλήρης στήριξη του Ισραήλ από τις ΗΠΑ και την ΕΕ ανοίγει το δρόμο στην όξυνση της πολεμικής αναμέτρησης. Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, επιστρατεύονταν 75.000 Ισραηλινοί έφεδροι κάτι που πιθανότατα αποτελεί προοίμιο των χερσαίων επιχειρήσεων.  Την ίδια στιγμή, οι δυνάμεις του Άσαντ συνεχίζουν το βομβαρδισμό του Παλαιστινιακού προσφυγικού στρατοπέδου Γιαρμούκ στη Δαμασκό. Είναι να απορεί κανείς σε ποιον άθλιο Θεό χρωστάνε οι Παλαιστίνιοι…

Γιάννης Αλμπάνης

 

Περισσότερα

Ο διαρκής ενεστώτας του Πολυτεχνείου

 

Παλιότερα, ένας δημοσιογράφος αναρωτιόταν σε κάποια επέτειο του Μάη γιατί το 1968 έμοιαζε τόσο κοντινό στον παρόντα χρόνο, εν αντιθέσει πχ με το 1972 ή το 1984 που φάνταζαν πολύ μακρινά, για την ακρίβεια χαμένα στη διαστρική τάφρο του απολεσθέντος χρόνου. Η αναρώτηση αυτή για το ’68 και το Μάη μού φαίνεται ότι πάει γάντι στο 1973 και την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Γιατί λοιπόν το Πολυτεχνείο του ’73 μοιάζει τόσο σημερινό, τόσο πολύ βγαλμένο από την εποχή μας, εν αντιθέσει π.χ. με το 1993 που μοιάζει πολύ πιο παλιό; Γιατί 39 χρόνια τώρα (που δεν είναι και λίγα, όπως και να το κάνουμε…), κάθε χρόνο χιλιάδες διαφορετικοί νέοι και νέες κάθε φορά κατεβαίνουν στην πορεία και διαδηλώνουν για τα διαφορετικά ζητήματα των διαφορετικών εποχών, θεωρώντας όμως σταθερά ότι το Πολυτεχνείο είναι μια δικιά τους υπόθεση; Γιατί το Πολυτεχνείο εκτυλίσσεται σταθερά, 39 χρόνια τώρα, σε ένα διαρκή Ενεστώτα;

Μια πρώτη εξήγηση θα μπορούσε να αναζητηθεί στον ιδιότυπο γιορτασμό της επετείου. Παρά το ότι κάποια στιγμή το κράτος αναγνώρισε και ως ένα βαθμό υιοθέτησε την επέτειο, εξαρχής ο γιορτασμός του Πολυτεχνείου ήταν (και παρέμεινε έτσι) μια υπόθεση του Κινήματος, των φοιτητικών συλλόγων, της Αριστεράς, των αναρχικών. Ωστόσο, οι οργανωμένες δυνάμεις από μόνες τους δεν θα μπορούσαν ούτε να κρατήσουν τη ζωντάνια της κινητοποίησης κάθε χρόνο, ούτε να καθορίσουν τον τρόπο που βλέπουν το ’73 όσοι γεννήθηκαν πολύ αργότερα απ’ αυτό. Αναμφίβολα η συμβολή τους είναι μεγάλη, αλλά ο δεσμός του Πολυτεχνείο με την ελληνική κοινωνία (τουλάχιστον με το προοδευτικό κομμάτι της) είναι πολύ βαθύς, τόσο ώστε να μην μπορεί να εξηγηθεί μόνο από την επίδραση του Κινήματος.

Νομίζω ότι η βασική εξήγηση για την εγγύτητα που νιώθουμε με το ’73 είναι ότι το Πολυτεχνείο αποτελεί μια εξέγερση που άλλαξε τα πράγματα, και τα άλλαξε πολύ. Για την ακρίβεια είναι η εξέγερση που εγκαινίασε την ιστορική περίοδο στην οποία ζούμε ακόμα –αν και όλα δείχνουν ότι η αυλαία της έχει αρχίσει να πέφτει… Είναι αλήθεια ότι το Πολυτεχνείο δεν γκρέμισε τη χούντα. Η χούντα γκρεμίστηκε από την εισβολή στην Κύπρο. Ωστόσο, οι εξεγερμένοι του ’73 γέννησαν μια ηγεμονική κοινωνική συνείδηση που κατέστησε αδύνατη την ελεγχόμενη από το στρατό μεταβίβαση της εξουσίας στους πολιτικούς –δηλαδή ό,τι έγινε αργότερα στη Χιλή και την Τουρκία. Ήταν αυτή ακριβώς η κοινωνική συνείδηση που μετέτρεψε τη γενική επιστράτευση του ’74 σε θανάσιμο κίνδυνο για το καθεστώς κι είχε σαν αποτέλεσμα την επιτάχυνση της πτώσης των συνταγματαρχών. Πολύ περισσότερο όμως, ήταν αυτή η γεννημένη στο Πολυτεχνείο κοινωνική συνείδηση που επέβαλε την τιμωρία των κεφαλών της χούντας, την εγκαθίδρυση για πρώτη φορά στην Ελληνική ιστορία μιας «φυσιολογικής» αστικής δημοκρατίας, τη διαμόρφωση ενός νέου κομματικού χάρτη, καθώς και την πρωτοφανή άνοδο του βιοτικού επιπέδου των εργαζόμενων. Εν ολίγοις, το αίμα των παιδιών δεν πήγε χαμένο, το Πολυτεχνείο άλλαξε τα πράγματα.

Προφανώς δεν τα άλλαξε όσο θα έπρεπε, όσο θα μπορούσε, και (κυρίως) όσο ονειρεύονταν οι πιο ριζοσπάστες από τους δημιουργούς του. Ο πρωτόγνωρος αέρας χειραφέτησης που φύσηξε από την Πατησίων δεν βρήκε την αναγκαία ενίσχυση από την Αριστερά (η οποία παρέμεινε σταθερά πιστή στον Οκτώβρη ενώ η κοινωνία είχε μπει στη νέα εποχή του Νοέμβρη), κατεστάλη στη συνέχεια από τον 330 με τις 15.000 απολύσεις συνδικαλιστών και (κυρίως) από τη δολοφονική επίθεση στην πορεία το 1980, για να εγκλωβιστεί εν τέλει στην «εφικτή» λύση του ΠΑΣΟΚ. Κάπου εκεί ο άνεμος της χειραφέτησης έδωσε τη θέση του στην άπνοια της παραίτησης για να φτάσουμε στο σήμερα, όπου η δημοκρατία που γεννήθηκε στη Μεταπολίτευση μοιάζει με μια σαπισμένη ολιγαρχία διάγουσα τις τελευταίες ημέρες της.

Όλα αυτά τα χρόνια, το Πολυτεχνείο παρέμεινε σταθερά παρόν. Γιατί το αποτύπωμα της συνείδησης που γέννησε το Πολυτεχνείο μπορούσε να ανιχνευτεί στον τρόπο λειτουργίας της Ελληνικής κοινωνίας, μέχρι και την άφιξη της τρόικας. Έναν τρόπο λειτουργίας ο οποίος λάμβανε πάντοτε υπόψη ως ένα βαθμό (ή τουλάχιστον διατεινόταν ότι το έκανε) τις ανάγκες «των από κάτω». Το φάντασμα της «μεταπολίτευσης» που διαρκώς ξορκίζουν οι μνημονιακοί, δεν είναι παρά η παραδοχή που έκανε η άρχουσα τάξη μετά το Πολυτεχνείο και την πτώση της χούντας, ότι θα έπρεπε να αναγνωρίσει πραγματικά δικαιώματα στους «από κάτω» και να τους εξασφαλίσει ένα στοιχειωδώς αξιοπρεπές επίπεδο ζωής. Αυτήν ακριβώς την παραδοχή αναιρεί σήμερα η τρόικα, αυτήν ακριβώς την παραδοχή απεχθάνονται οι απολογητές του Μνημονίου.

Όμως όλα αυτά τα χρόνια το Πολυτεχνείο ήταν παρόν και με ένα διαφορετικό τρόπο: Ως διαρκής υπενθύμιση (για άλλους απειλητική και για άλλους ελπιδοφόρα) ότι ενίοτε οι «από κάτω» μπορούν να αλλάξουν τον ρου της Ιστορίας και να εκτροχιάσουν τις κάθε λογής ειρηνικές μεταβάσεις. Ότι ενίοτε την Ιστορία τη γράφουν τα οδοφράγματα. Ότι οι απλοί άνθρωποι μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα.

 

Γιάννης Αλμπάνης 16/11/2012

Περισσότερα