Η νέα κυβέρνηση υπό τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο φωτογραφίζεται κατά τη διάρκεια της  τελετής ορκωμοσίας της νέας κυβέρνησης στο Προεδρικό Μέγαρο, Αθήνα,  Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΛΑΧΟΣ

Νέα κυβέρνηση, ίδια προβλήματα

Τώρα που η νέα κυβέρνηση ανέλαβε τα καθήκοντά της και ο επικοινωνιακός θόρυβος έχει κοπάσει, μπορεί να είναι η κατάλληλη στιγμή να κατατεθούν ορισμένες σκέψεις για τα προβλήματα της σύνθεσης και της δομής της.  Προβλήματα που ούτε προέκυψαν τώρα ούτε σχετίζονται με το Μνημόνιο.

 

Δεν κοιτάει κανείς το twitter;

Πρώτα απ’ όλα, το σκάνδαλο με τα ρατσιστικά tweets του Δημήτρη Καμμένου, που οδήγησε στην πρόωρη αποπομπή του, εγείρει μείζονα ζητήματα. Αν ο πρωθυπουργός και οι επιτελείς του όντως δεν γνώριζαν τις φασίζουσες απόψεις του στελέχους των ΑΝΕΛ (απόψεις που ήξερε σύμπασα η κοινότητα του twitter) δεν προκύπτει αυτομάτως ζήτημα για τον τρόπο επιλογής των προσώπων που στελεχώνουν το κυβερνητικό σχήμα και τον κρατικό μηχανισμό εν γένει;  Δεν δείχνει απίστευτη προχειρότητα το ότι δεν είχε ερευνηθεί το ποιόν του Καμμένου; Είναι δυνατόν να μην κάνει το κυβερνητικό επιτελείο αυτό που θεωρείται αυτονόητο για κάθε εργοδότη, να ζητήσει δηλαδή από διάφορες πηγές πληροφορίες για τον αυτόν που σκέφτεται να προσλάβει; Και αν στην περίπτωση του Καμμένου απλώς ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ δέχτηκαν πολιτικό πλήγμα, τι θα συνέβαινε αν αυτός που επιλέχτηκε προκαλούσε άλλου τύπου ζημιά στις λεπτές υποθέσεις που καλείται να διαχειριστεί η κυβέρνηση; Το ζήτημα καθίσταται ακόμα πιο σοβαρό δεδομένου ότι στο πρόσφατο παρελθόν ο πρωθυπουργός έχει εμπιστευτεί σειρά προσώπων με τα οποία είτε ο ίδιος δεν μπόρεσε να συνεργαστεί είτε αποδείχτηκαν ακατάλληλα για τις θέσεις που τους είχαν ανατεθεί.

 

Να συντονιστούν οι συντονιστές

Το δεύτερο πρόβλημα που εκ νέου παρουσιάζεται είναι αυτό του συντονισμού της κυβέρνησης. Η δεύτερη κυβέρνηση Τσίπρα (όπως ακριβώς και η πρώτη) έχει: αντιπρόεδρο, υπουργό Επικρατείας αρμόδιο για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου, υπουργό Επικρατείας (σκέτο), καθώς και υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ. Να προσθέσουμε την  υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ και κυβερνητική εκπρόσωπο η οποία από τη φύση της θέσης της ασκεί χρέη επικοινωνιακού συντονισμού της κυβέρνησης, όπως επίσης και τον υπουργό Οικονομικών που έχει την ευθύνη του συντονισμού των υπουργείων σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των Μνημονίων και τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές.

Η ανάγνωση και μόνο του καταλόγου των υπουργών που ασχολούνται με τον κυβερνητικό συντονισμό γεννάει εύλογα δύο απορίες: Πρώτον, ποιος θα πρωτοπρολάβει να συντονίσει. Δεύτερον, πώς θα συντονιστούν οι συντονιστές. Οι απορίες γίνονται ακόμα μεγαλύτερες αν ληφθεί υπόψη ότι το βασικό καθήκον συντονισμού κι επίβλεψης του κυβερνητικού έργου το έχει ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Πώς μπορεί να λειτουργήσει συλλογικά και αποτελεσματικά μια κυβέρνηση με τόσους πολλούς αλληλοκαλυπτόμενους ρόλους και τόσο ασαφώς προσδιορισμένες αρμοδιότητες; Η εμπειρία της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δείχνει ότι δεν μπορεί.

 

Ποια είναι τα κριτήρια

Το τρίτο σημαντικό πρόβλημα που ανακύπτει, αφορά τα κριτήρια βάσει των οποίων επιλέγονται οι υπουργοί και σχηματίζεται το κυβερνητικό οργανόγραμμα. Νομίζω ότι πολύ δύσκολα θα βρεθεί τι συνδέει τη Θεοδώρα Τζάκρη με τη βιομηχανία. Ακόμα πιο δύσκολο είναι να σκεφτεί κανείς ποιες είναι οι αρμοδιότητες του Δημήτρη Μάρδα στο υπουργείο Εξωτερικών, όπως επίσης γιατί το εν λόγω υπουργείο έχει δύο υφυπουργούς κι έναν αναπληρωτή υπουργό. Ποιος πιστεύει ότι ο Παναγιώτης Κουρουμπλής είναι ο πλέον κατάλληλος για να αντιμετωπίσει το πελατειακό κράτος και τη γραφειοκρατία; Σε ποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα ένας πολιτικός που έχει εμπλακεί σε μείζον σκάνδαλο παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως ο Μάρκος Μπόλαρης με τις οροθετικές, θα έβρισκε κυβερνητική θέση; Γιατί έσπασε το υπερυπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού αλλά όχι το Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης; Και βέβαια, ποιο είναι το αντικείμενο της υφυπουργού για Θέματα Μακεδονίας-Θράκης;

Τα κριτήρια βέβαια σχετίζονται περισσότερο με ευρείες πολιτικές στοχεύσεις παρά με τις ικανότητες των προσώπων και την αποτελεσματικότητα της κυβερνητικής δομής. Κάποιοι επιλέχτηκαν για να σηματοδοτηθεί η μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ προς το Κέντρο. Άλλοι παρέμειναν για να μην απειληθεί η κυβερνητική πλειοψηφία και διασαλευτούν οι εσωκομματικές ισορροπίες. Το κριτήριο «ποιοι πρέπει να μπουν οπωσδήποτε» είναι εξίσου σημαντικό με «πόσους και ποιους όντως χρειαζόμαστε».

Στην πραγματικότητα, η δεύτερη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (όπως και η πρώτη άλλωστε) μοιάζει να ακολουθεί την πεπατημένη όλων των προηγούμενων δεκαετιών. Αναπαράγει δηλαδή (ηθελημένα ή αθέλητα, δεν έχει πολλή σημασία) το αυτοτροφοδοτούμενο πολιτικό παιχνίδι, την αντίληψη ότι η πολιτική έχει κύριο αντικείμενο τον εαυτό της και όχι τα κοινωνικά προβλήματα. Η κυβέρνηση σχηματίζεται με βασικό κριτήριο τη διασφάλιση της μακροημέρευσής της, και δευτερευόντως τη διοικητική και πολιτική επάρκειά της.

 

Περιορίζοντας τα περιθώρια

Το Μνημόνιο είναι τόσο λεπτομερές και η επιτήρηση τόσο αυστηρή που αφήνει μικρά περιθώρια άσκησης πολιτικής. Ακόμα όμως και αυτά τα μικρά περιθώρια πολύ δύσκολα θα τα εκμεταλλευτεί μια κυβέρνηση που δεν σχηματίστηκε με βασικό κριτήριο το πώς θα πετύχει αυτόν τον στόχο.

 

Γιάννης Αλμπάνης

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Shares