kupros

Κυπριακό: Και πάλι στη σημείο μηδέν;

Δημοσιεύτηκε στο τεύχος 46 του Δελτίου Θυέλλης.

Έφτασαν πάλι οι Κύπριοι-ες στην πηγή αλλά νερό δεν θα πιουν; Οι επόμενοι μήνες θα το δείξουν. Αυτά όμως που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι ότι:

Πρώτον, η τρέχουσα ειρηνευτική πρωτοβουλία Αναστασιάδη-Ακιντζί πλησίασε πολύ κοντά σε μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού.

Δεύτερον, για μια ακόμα φορά στην πρόσφατη κυπριακή Ιστορία η επανένωση του νησιού μπλοκάρεται την τελευταία στιγμή. Το ερώτημα είναι λοιπόν αν το σημερινό πάγωμα θα ενταφιάσει για τα επόμενα χρόνια την προοπτική επίλυσης του Κυπριακού ή η διαπραγμάτευση θα ξαναμπεί γρήγορα στις ράγες.

Σχέδιο made in Cyprus

Αυτό που ξεχωρίζει το υπό συζήτηση ειρηνευτικό σχέδιο από το «σχέδιο Ανάν», είναι ότι πρόκειται για ένα πλαίσιο λύσης made in Cyprus. Δηλαδή ούτε αποτελεί επεξεργασία των επιτελείων του «διεθνούς παράγοντα» ούτε προβάλλεται ως προϋπόθεση για την επίτευξη άλλων στόχων, όπως παρουσιαζόταν το σχέδιο Ανάν για την είσοδο της Κύπρου στην ΕΕ

Αυτή τη φορά το σχέδιο το έχουν επεξεργαστεί οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων, Αναστασιάδης και Ακιντζί. Αφετηρία του είναι η συμφωνία του 1977 μεταξύ Μακαρίου και Ντεκτάς. Η συμφωνία του 1977 προέβλεπε την πολιτική ισοτιμία των δύο κοινοτήτων, καθώς και τη διζωνική  δικοινοτική ομοσπονδία ως πλαίσιο λύσης. Το σχέδιο βασίζεται επίσης στη συμφωνία Χρστόφια-Ταλάτ που υπήρξε το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων μετά την κατάρρευση του σχεδίου Ανάν.

Γιατί τώρα;

Στην ερώτηση γιατί τώρα έγινε εφικτό να προωθηθεί ένα πραγματικά «κυπριακό» σχέδιο λύσης, η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη. Ασφαλώς έχει τη σημασία του ο τρόπος που βλέπουν Αναστασιάδης και Ακιντζί το μέλλον της Κύπρου. Επίσης, τίποτα δεν θα είχε προχωρήσει αν ο Ερντογάν δεν είχε αφήσει στον Ακιντζί το μεγαλύτερο περιθώριο ελευθερίας κινήσεων του είχε ποτέ Τουρκοκύπριος πρόεδρος –πιθανόν λόγω μια ορισμένης «κόπωσης» της Τουρκίας με το Κυπριακό.

Ωστόσο, μεγαλύτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στις αλλαγές που έχουν σημειωθεί τα τελευταία χρόνο στην Κύπρο. Κατ’ αρχάς, η ίδια η διχοτόμηση είναι μια παρά φύση κατάσταση που δημιουργεί διαρκώς προσκόμματα στην καθημερινότητα των Κυπρίων. «Το νησί είναι πολύ μικρό για να σηκώνει δύο κράτη», όπως λέει χαρακτηριστικά ένας ντόπιος. Επομένως, η ίδια η καθημερινή ζωή αναδεικνύει την ανάγκη επανένωσης του νησιού.

Η δεύτερη μεγάλη αλλαγή που έχει συντελεστεί το τελευταίο διάστημα είναι η οικονομική κρίση και το Μνημιόνιο. Το Μνημόνιο γκρέμισε την αίσθηση της αυτάρκειας της ελληνοκυπριακής κοινότητας κι ενίσχυσε την προσδοκία της οικονομικής ανάπτυξης μέσω της κυπριακής επανένωσης. Καθημερινότητα και οικονομία αποτελούν, δηλαδή, τους βασικούς παράγοντες που έφεραν πιο κοντά την προοπτική της επαναπροσέγγισης. Ωστόσο, το εθνικιστικό μίσος, ο πόνος από το αίμα που έχει χυθεί (και στην Κύπρο είναι πολύ), καθώς και η καχυποψία δεκαετιών κάθε άλλο παρά έχουν εξαφανιστεί.

Το υπό συζήτηση σχέδιο          

Το σχέδιο Αναστασιάδη Ακιντζί δεν είναι πλήρως γνωστό. Από αυτά που έχουν δημοσιοποιηθεί όμως, μπορεί να λεχθεί με αρκετή σιγουριά ότι πρόκειται για ένα από τα πλέον ισορροπημένα σχέδια που έχουν συζητηθεί στην μακρά πορεία των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό. Η λύση που συζητιέται, προβλέπει επανένωση του νησιού, αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων, διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία, διασφάλιση τη τουρκοκυπριακής κοινότητας, ενιαία λειτουργία του καινούργιου κράτους. Όλα τα όργανα διοίκησης και δικαιοσύνης στελεχώνονται από Κυπρίους, δηλαδή δεν υπάρχουν πλέον οι ξένοι δικαστές που προέβλεπε το σχέδιο Ανάν.

Παραμένουν σε εκκρεμότητα το μείζον θέμα των εγγυήσεων, μια διαφορά 1% στο εδαφικό, καθώς και το ζήτημα της εναλλαγής στην προεδρία. Θα μπορούσε να λεχθεί χωρίς δόση υπερβολής ότι έχει καλυφθεί το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής, αν και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το θέμα των εγγυήσεων (αν δηλαδή οι δύο «μητέρες πατρίδες» θα διατηρήσουν στην Κύπρο μια μικρή στρατιωτική παρουσία καθώς και το επεμβατικό δικαίωμα) συνιστά ένα πραγματικά πολύ μεγάλο εμπόδιο για την υπερπήδηση του οποίου θα έπρεπε να επιδειχτεί η μέγιστη πολιτική βούληση.

Το ενωτικό δημοψήφισμα

Εκεί όμως που μπαίναμε στην τελική ευθεία της διαπραγμάτευσης, οι συνομιλίες πάγωσαν. Αφορμή του παγώματος της ειρηνευτικής διαδικασίας υπήρξε η απόφαση της κυπριακής βουλής να θεσμοθετηθεί ως γιορτή η επέτειος του ενωτικού δημοψηφίσματος του 1950. Επρόκειτο για μια πρόταση του ναζιστικού ΕΛΑΜ η οποία υπερψηφίστηκε από τα «απορριπτικά κόμματα» ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, Συμμαχία Πολιτών, Αλληλεγγύη και Οικολόγοι. Η πρόταση καταψηφίστηκε από το ΑΚΕΛ, αλλά η αποχή του ΔΗΣΥ οδήγησε στην τελική έγκρισή της.

Ο Ακιντζί έθεσε ως προϋπόθεση για τη συνέχιση των συνομιλιών την απόσυρση του «ενωτικού» ψηφίσματος. Για τον Τουρκοκύπριο πρόεδρος το ψήφισμα αποτελεί έκφραση ελληνικού μεγαλοϊδεατισμού κι ευθεία αμφισβήτηση της ισοτιμίας των Τουρκοκυπρίων. Ο Αναστασιάδης αρνήθηκε και η διαδικασία πάγωσε.

Πέρα από τον προφανή πολιτικαντισμό της, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η στάση του ΔΗΣΥ εκφράζει την πραγματική πολιτική αμφιθυμία που επικρατεί στις τάξεις του μεγάλου κόμματος της ελληνοκυπριακής Δεξιάς. Γράφει σχετικά στην Εποχή ο Σταύρος Τομπαζος, ένα από τους πιο συνεπείς Ελληνοκύπριους διεθνιστές: «Αν και η σημερινή ηγεσία του ΔΗΣΥ τάσσεται υπέρ της λύσης και εργάζεται γι΄ αυτήν, οι συσχετισμοί δυνάμεων ανάμεσα στη «ρεαλιστική» πτέρυγα, που εκφράζει η ηγεσία, και την εθνικιστική πτέρυγα του κόμματος, καθώς και ο κίνδυνος διάσπασης της κοινοβουλευτικής του ομάδας, δεν επέτρεψαν στην ηγεσία του να επιβάλει την καταψήφιση της πρότασης.»

Ωστόσο, πατά τις (προφανείς) τεράστιες ευθύνες της ελληνοκυπριακής πλευράς που έστειλε το πλέον λανθασμένο, εθνικιστικό κι εντέλει βλακώδες μήνυμα στους Τουρκοκύπριους κατά την πλέον ευαίσθητη φάση των διαπραγματεύσεων, θα πρέπει να επισημανθεί ότι και ο Ακιντζί δεν κινήθηκε χωρίς σκοπιμότητες. Το ενωτικό ψήφισμα του έδωσε την κατάλληλη αφορμή για να παγώσει τη διαδικασία μέχρι να γίνει το δημοψήφισμα στην Τουρκία στις 16 Απριλίου, .οπότε και θα ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπία στη γείτονα.

Αν η πρόοδος που συντελέστηκε στις συνομιλίες αποτυπώνει τις θετικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην ελληνοκυπριακή κοινότητα (μιας και η τουρκοκυπριακή κοινότητα ήδη από την εποχή του σχεδίου Ανάν είχε ταχθεί πλειοψηφικά με την επανένωση), το μπλοκάρισμα της διαδικασίας είναι το αποτέλεσμα τόσο της μεγάλης ισχύος που εξακολουθεί να έχει το απορριπτικό-εθνικιστικό μπλοκ όσο και της εξάρτησης των Κυπριακού ζητήματος από τους σχεδιασμούς των «μητέρων πατρίδων».

Η θέση του Δικτύου

Με εκτενές πολιτικό κείμενό του, το Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα κάλεσε στη στήριξη της διαδικασίας επανένωσης της Κύπρου. Μεταξύ άλλων, στο κείμενο αναφέρεται ότι: «Πιστεύουμε ότι οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς στην Ελλάδα και την Τουρκία πρέπει να ασκήσουν κάθε δυνατή πολιτική πίεση για να καταλήξουν σε λύση οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Αναστασιάδη και Ακιντζί. Αυτή άλλωστε είναι η στάση που έχει υιοθετήσει η ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή ριζοσπαστική Αριστερά.»

Η θέση που υιοθέτησε το Δίκτυο απορρέει όχι μόνο από την πάγια τοποθέτησης του υπέρ της επαναπροσέγγισης των δύο κοινοτήτων, αλλά από την ταξική-διεθνιστική ιδεολογική αφετηρία του. Το περίφημο «οι προλετάριοι δεν έχουν πατρίδα» δεν είναι ένα σχηματικό σύνθημα, αλλά η σύνοψη μιας αντίληψης που προκρίνει την ταξική θέση έναντι της ένταξης σε μια πολιτιστική κοινότητα, που αρνείται τη στοίχιση στους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς της κυρίαρχης ελίτ, και που θέτει ως βασικό καθήκον των εκμεταλλευόμενων την πάλη ενάντια στη «δική τους» αστική τάξη.

Ειδικά για το Κυπριακό, το Δίκτυο εκτιμά ότ:

  1. Δεν πρόκειται μόνο για θέμα ξένης εισβολής , αλλά κι εθνικιστικής σύγκρουσης. Η βία στην Κύπρο δεν ξεκίνησε με τον Αττίλα. Ήδη από το 1964 οι δύο κοινότητες βρίσκονται σε διαρκή κατάσταση ένοπλης σύγκρουσης, ενώ η αντιπαράθεση είχε ξεκινήσει από τη δεκαετία του ‘50.
  2. Η Τουρκία δεν έχει το μονοπώλιο στη βαρβαρότητα. Είναι τεράστιες ευθύνες και της ελληνικής και ελληνοκυπριακής πλευράς. Υπενθυμίζεται ότι δέκα χρόνια πριν τον Αττίλα η τουρκοκυπριακή κοινότητα είχε εγκλωβιστεί σε ασφυκτικά περικυκλωμένους θύλακες, υφίστατο συστηματικά διακρίσεις κι έπεφτε θύμα μιας στρατηγικά σχεδιασμένης βίας, με αποκορύφωμα σφαγές όπως αυτή της Κοφίνου.
  3. Το Κυπριακό είναι ζήτημα των ίδιων των Κυπρίων (Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων). Οι παρεμβάσεις των «μητέρων πατρίδων» υπήρξαν πάντοτε καταστροφικές, αφού υποκινούσαν τη διαίρεση και τη βία.
  4. Η διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία αποτελεί αυτή τη στιγμή το μόνο υπαρκτό πλαίσιο λύσης γιατί επιτυγχάνει την επανένωση της Κύπρου και ταυτόχρονα διασφαλίζει την τουρκοκυπριακή κοινότητα. Στην τρέχουσα συγκυρία, η απόρριψη (έστω κι έμμεση) της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας ισοδυναμεί με άρνηση της λύσης.
  5. Η Αριστερά δεν μπορεί να χρησιμοποιεί ως πρόφαση έναν ορισμένο αντιιμπεριαλισμό για να συγκαλύπτει την πολιτική δειλία της και (πολύ περισσότερο) την ταύτισή της με τον εθνικό κορμό. Δεν μπορείς να μιλάς μόνο για τις ΗΠΑ και να σωπαίνεις ότι Έλληνες και Ελληνοκύπριοι υπονόμευαν την Κυπριακή Δημοκρατία χάριν της Ένωσης.

Επιμένουμε

Σήμερα που η ειρηνευτική διαδικασία τελεί υπό αναστολή, έχει μεγάλη πολιτική σημασία να επιμείνουμε στην ανάγκη επαναπροσέγγισης των δύο κοινοτήτων κι επανένωσης της Κύπρου. Αποτελεί καθήκον της ελληνικής και τουρκικής Αριστεράς να ασκήσουν τη μέγιστη δυνατή πίεση στις κυβερνήσεις των δύο χωρών για να δώσουν τον αναγκαίο χώρο στις δύο κοινότητες του νησιού προκειμένου  να χαράξουν το κοινό μέλλον τους. Το μέτωπο της ριζοσπαστικής Αριστερά απέναντι στον εθνικισμό πρέπει να είναι σταθερά μαχητικό και ανυποχώρητο.

 

Γιάννης Αλμπάνης

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Shares