Νέα γραμμή, όχι κυνήγι μαγισσών

Meeting between Greek Prime Minister Alexis Tsipras and the Iranian Foreign Minister Mohammad Javad Zarif Konsari in Maximos Mansion, Athens, on 28 May, 2015 / Συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα  με τον Ιρανό Υπουργό Εξωτερικών Μοχάμαντ Τζαβάντ Ζαρίφ Κονσάρι, Αθήνα, 28 Μαίου, 2015

Δημοσιεύτηκε στην Σφημερίδα των Συντακτών στις 14/2015

Η απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ για σύγκληση έκτακτου συνεδρίου τον Σεπτέμβρη έδωσε μια τελευταία ευκαιρία για να αποφευχθεί μια διάσπαση που μοιάζει αναπότρεπτη.

Μάλιστα, θα ήμασταν πιο ακριβείς αν κάναμε λόγο για πολυδιάσπαση αφού, πέρα από τον κόσμο που πάντοτε στις διασπάσεις αποτραβιέται από τις οργανωμένες διαδικασίες, θα υπάρξει τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ που δεν θα συνταχτεί με κάποιο από τα δύο μέρη της σύγκρουσης.

Με την απόφαση της Κ.Ε. οριοθετήθηκε ένα πλαίσιο εσωκομματικού διαλόγου με ορίζοντα το έκτακτο συνέδριο, που δεν επιτρέπει μονομερείς ενέργειες όπως είναι οι διαγραφές.

Είναι αυτονόητο ότι το συνέδριο (ως η κορυφαία δημοκρατική διαδικασία του κόμματος) θα πρέπει να αποφασίσει για τη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές. Αυτή τη στιγμή βέβαια όλα δείχνουν ότι η τελευταία ευκαιρία για την ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ θα πάει χαμένη…

Παρά όμως την απαισιοδοξία για τις εσωκομματικές εξελίξεις, θα ήταν χρήσιμο να σκιαγραφήσουμε τις πολιτικές προϋποθέσεις που θα μπορούσαν να διασφαλίσουν την ενότητα και την αριστερή πορεία του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και αν σήμερα δεν μπορούν να βρουν ευήκοα ώτα, θα μπορούσαν ίσως να δώσουν έναυσμα διαλόγου στο προσεχές μέλλον.

Πρώτα απ’ όλα, ο ΣΥΡΙΖΑ (και εν γένει η Αριστερά) δεν μπορεί από θέσεις κυβερνητικής ευθύνης να εφαρμόσει το νέο Μνημόνιο, πόσο μάλλον όταν αυτό επιβλήθηκε με οικονομικό πραξικόπημα. Είναι ζήτημα ηθικής τάξης (αφού το πρόγραμμά του κινείται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση) και πολιτικής στρατηγικής (αφού η εφαρμογή των μνημονιακών μέτρων θα θρυμματίσει τις κοινωνικές συμμαχίες του κόμματος). Δεν μπορεί ο Αλιέντε να εφαρμόσει το πρόγραμμα του Πινοσέτ.

Δεύτερον, δεν είναι δυνατόν να συζητάμε σήμερα σαν να μην ήταν υπαρκτός ο στυγνός εκβιασμός των δανειστών ή σαν να μην έχει λάβει χώρα το εξάμηνο της διαπραγμάτευσης. Δεν έχει κανένα απολύτως νόημα μια επιστροφή στην πολιτική ρητορεία του 2012. Ισως το πιο μεγάλο κέρδος του εξαμήνου που πέρασε είναι ότι έφτασε στο απώτατο όριό της, την τακτική της «σκληρής διαπραγμάτευσης», αναδεικνύοντας εντέλει την ανεπάρκειά της.

Το μείζον ερώτημα που προέκυψε από την ήττα της τακτικής μας είναι το πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί μια ευρωπαϊκή ελίτ που έχει και τη δύναμη και τη βούληση να εξοντώσει οικονομικά έναν ολόκληρο λαό, προκειμένου να στραγγαλίσει εν τη γενέσει ένα εναλλακτικό πολιτικό παράδειγμα.

Τρίτον, είναι όρος ύπαρξης για τον ΣΥΡΙΖΑ και, κυρίως, για την ελληνική κοινωνία να χαράξουμε και να εφαρμόσουμε ένα σχέδιο απεμπλοκής από το Μνημόνιο. Η απεμπλοκή ούτε μπορεί να χάνεται στο βάθος της τετραετίας ούτε μπορεί να επέλθει ως αποτέλεσμα της… πλήρους εφαρμογής του Μνημονίου.

Τέταρτον, ούτε ενότητα αλλά ούτε καν διάλογος μπορούν να υπάρξουν σε ένα κλίμα ανθρωποφαγίας που αρχίζει να θυμίζει ζοφερές εποχές της Αριστεράς.

Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχουν ούτε προδότες ούτε και υπονομευτές. Πέρα από τη νοσηρότητα που παράγουν, οι θεωρίες συνωμοσίας και η ενοχοποίηση προσώπων αποπροσανατολίζουν από τα πραγματικά πολιτικά ερωτήματα. Οπως έλεγε ένας παλιός κομμουνιστής: Δεν έφταιγαν ούτε ο Ζαχαριάδης ούτε ο Μάρκος. Η γραμμή ήταν από την αρχή λάθος γιατί δεν είχαμε καταλάβει τον κόσμο στον οποίο ζούσαμε.

Νέα γραμμή χρειαζόμαστε, όχι διάσπαση και κυνήγι μαγισσών.

 

Γιάννης Αλμπάνης

Περισσότερα

Χρειαζόμαστε σχέδιο για την ανατροπή της επικυριαρχίας των δανειστών

syntagma

 

Συνέντευξη του Γιάννη Αλμπάνη στην Τζέλα Αλιπράντη για την Εποχή της 26/7/2015

 

  • Πώς αποτιμάτε τη συμφωνία που έφερε η κυβέρνηση;

 

Η συμφωνία αποτελεί το αποτέλεσμα ενός στυγνού εκβιασμού. Υπό την απειλή της ανατίναξης του τραπεζικού συστήματος που θα οδηγούσε στην άτακτη χρεοκοπία και την πλήρη οικονομική καταστροφή, επιβλήθηκε στην ελληνική κυβέρνηση το τρίτο μνημόνιο. Όπως ακριβώς τα δύο προηγούμενα, το τρίτο μνημόνιο βαθαίνει την ύφεση και την ταξική πόλωση, χωρίς να διασφαλίζει σε βάθος χρόνου την παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη –παρά την επικείμενη αναδιάρθρωση χρέους. Επιπλέον, διαιωνίζει το καθεστώς μειωμένης λαϊκής κυριαρχίας, από τη στιγμή που η Βουλή νομοθετεί καθ’ υπαγόρευση των δανειστών. Η συμφωνά βρίσκεται δηλαδή στον αντίποδα του πολιτικού σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ και των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης. Αν και συνήθως γίνεται λόγος για «πραξικόπημα», νομίζω ότι μάλλον θα έπρεπε να ανατρέξουμε σε καταστάσεις του 19ου αιώνα όταν οι αγγλικές κανονιοφόροι επέβαλλαν στην ελληνική κυβέρνηση την πολιτική που θα έπρεπε να ακολουθήσει. Το ότι η συμφωνία είναι πολύ κακή, επ’ ουδενί σημαίνει ότι ο εκβιασμός δεν ήταν απολύτως υπαρκτός. Το ερώτημα είναι γιατί τα πράγματα έφτασαν στο σημείο ώστε να τεθεί το τελεσίγραφο «μνημόνιο ή άτακτη χρεοκοπία».

 

  • Υπάρχει έδαφος για απεμπλοκή από τα μνημόνια;

 

Κατ’ αρχάς, πρέπει να συνομολογήσουμε ότι δεν υπάρχει πολιτικό έδαφος για να εφαρμόσει ο ΣΥΡΙΖΑ τα μνημόνιο. Είναι τόσο λεπτομερείς οι προβλέψεις της συμφωνίας και τόσο αυστηρή η επιτήρηση που δεν υπάρχει εναλλακτικός τρόπος εφαρμογής ή δυνατότητα υιοθέτησης «αντίμετρων». Το μνημόνιο θα εφαρμοστεί (αν εφαρμοστεί) με κοινωνικό πόνο και κρατική καταστολή. Επομένως, θα πρέπει να εξυφάνουμε ένα σχέδιο ανατροπής της επικυριαρχίας των δανειστών, ένα χειραφετησιακό σχέδιο αποκατάστασης της λαϊκής κυριαρχίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Σε ένα τέτοιο σχέδιο όσο αναγκαία είναι η κινητοποίηση των μαζών άλλο τόσο απαραίτητη είναι η ενδελεχής τεχνική τεκμηρίωση –ειδικά σε ό,τι αφορά το τραπεζικό σύστημα. Το ζητούμενο είναι πώς δεν θα βρεθούμε ξανά ενώπιον του θανάσιμου τελεσίγραφου «μημόνιο ή άτακτη χρεοκοπία» ή τουλάχιστον πώς θα μπορέσουμε να το αντιμετωπίσουμε με σχετική επάρκεια.

 

  • Αυτή τη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται διχασμένος, μπορεί να αποφευχθεί η ρήξη;

 

Αν συνεχίσουμε όπως σήμερα, η διάσπαση θα έχει συντελεστεί μέχρι τα τέλη Σεπτέμβρη. Μάλιστα μπορεί να επέλθει ο κατακερματισμός του κόμματος -σε ό,τι αφορά το στελεχιακό δυναμικό του, όχι το εκλογικό σώμα του. Επειδή από ένα σημείο και μετά η διάσπαση «σε πάει μόνη της» και δεν «την πας εσύ, ίσως τώρα να είναι η τελευταία ευκαιρία για να διατηρηθεί το κόμμα ενωμένο. Θα πρέπει όμως να τηρηθούν τρεις βασικές προϋποθέσεις:

α) Να αποκατασταθεί κλίμα διαλόγου κι ευπρέπειας. Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχουν ούτε προδότες ούτε τζάμπα μάγκες.

β) Να επανεργοποιηθούν τα όργανα του κόμματος (όπως η ΚΕ) που βρίσκονται σε αδράνεια.

γ) Να πάμε με βάση το Καταστατικό σε συνέδριο στρατηγικού επανακαθορισμού της πορείας του όλου ΣΥΡΙΖΑ. Όχι συνέδριο ξεκαθαρίσματος λογαριασμών.

 

  • Υπό ποιους πολιτικούς όρους μπορεί να υπάρξει ενότητα του κόμματος;

 

Δύο είναι οι βασικοί πολιτικοί όροι. Ο πρώτος είναι ότι εφαρμογή του μνημονίου δεν συνιστά τον ορίζοντα της πολιτικής μας. Δηλαδή, αρνούμαστε να εσωτερικεύσουμε την ήττα και να τη μετατρέψουμε σε ιδεολογία. Η εφαρμογή του μνημονίου απαιτεί ένα άλλο κόμμα, ασχέτως αν αυτό θα ονομάζεται ΣΥΡΙΖΑ ή όχι. Ο δεύτερος όρος είναι ότι θα συζητήσουμε όλοι νηφάλια επί των πραγματικών δεδομένων. Ο οικονομικός πόλεμος των διεθνών κέντρων δεν είναι μπλόφα, αλλά απολύτως υλικό ζήτημα, το οποίο δεν αντιμετωπίζεται απλά με αδάμαστο φρόνημα. Εξίσου υπαρκτή είναι η δαμόκλειος σπάθη της τραπεζικής χρεοκοπίας που επικρέμεται πάνω από την ελληνική οικονομία. Τα πραγματικά ζητήματα απαιτούν πραγματικές απαντήσεις, όχι ηθικολογικά παρακελεύσματα.

 

  • Τελικά, πρόκειται όντως για «στρατηγική ήττα» της κυβέρνησης η συμφωνία, όπως διατυπώνουν πολλά μέλη του κόμματος;

 

Αναμφίβολα ηττήθηκε η κυβέρνηση. Όχι μόνο δεν επεξεργάστηκε Plan Β, αλλά ούτε και το Plan A το εφάρμοσε με τον καλύτερο τρόπο –τι άλλο σημαίνουν οι αλλαγές στη διαπραγματευτική ομάδα και τον υπουργό Οικονομικών… Επιπλέον, στους τομείς που δεν επηρεάζονταν από τη διαπραγμάτευση, ο απολογισμός είναι αναντίστοιχος με τις προσδοκίες των μελών του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, η συμφωνία σηματοδοτεί επίσης τη διάψευση στρατηγικών αντιλήψεων του ΣΥΡΙΖΑ όπως ότι:

α) Μπορεί να γίνει ανεκτή μια αριστερή-εναλλακτική πολιτική στο πλαίσιο της ευρωζώνης.

β) Η δημοκρατία δεν μπορεί να μη γίνεται σεβαστή ως ένα βαθμό από τους Ευρωπαίους «εταίρους».

γ) Ένα κράτος μέλος της ΕΕ δεν μπορεί να απειληθεί με οικονομική εξόντωση.

 

Κυρίως όμως ηττήθηκε η αντίληψη ότι μπορεί να υπάρξουν ««εύκολες» λύσεις  -που θα τις βρούμε είτε στις Βρυξέλλες είτε στη Μόσχα και το Πεκίνο.

Εκ των πραγμάτων, τίθεται πλέον υπό ερώτηση η ίδια η στρατηγική της «κυβέρνησης της Αριστεράς». Το κατά πόσο δηλαδή μπορεί να εφαρμοστεί μια πραγματικά αριστερή κυβερνητική πολιτική εντός του σημερινού παγκόσμιου συσχετισμού,

 

Περισσότερα

Μόνο ο σεβασμός στις κόκκινες γραμμές μπορεί να καταστήσει βιώσιμη μια συμφωνία

kokkines grammes

Δημοσιεύτηκε στο Red Notebook στι2 13/5/2015

Όλα δείχνουν ότι έχουμε μπει στην τελευταία πράξη του ελληνικού μνημονιακού δράματος. Μέσα στις επόμενες (λίγες) εβδομάδες η διαπραγμάτευση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Η αναγκαστική ολοκλήρωση δεν φαίνεται ότι θα είναι αποτέλεσμα της ευόδωσης του διαλόγου μεταξύ των «εταίρων», αλλά αναπόφευκτο αποτέλεσμα της πιστωτικής ασφυξίας στην οποία έχουν περιέλθει τα κρατικά ταμεία.

Σε προηγούμενα κείμενα είχα συνταχθεί με την άποψη ότι οι δανειστές δεν επιδιώκουν κάποιου είδους (έστω ετεροβαρή) συμβιβασμό. Σύμφωνα με τα πραγματικά δεδομένα της διαπραγμάτευσης καθώς και (κυρίως) τις συντονισμένες «διαρροές» των δανειστών, ο πραγματικός στόχος τους ήταν να παγιδέψουν τη νέα ελληνική κυβέρνηση. Δηλαδή μέσω του χρηματοδοτικού στραγγαλισμού να την οδηγήσουν στο δίλημμα «νέο Μνημόνιο ή μη καταβολή μισθών και συντάξεων». Οι δανειστές θέλουν είτε η κυβέρνηση να ενσωματωθεί στην κυρίαρχη πολιτική είτε να καταρρεύσει υπό το βάρος της κοινωνικής κατακραυγής.

Η εξέλιξη των πραγμάτων έχει δικαιώσει τον ισχυρισμό περί παγίδευσης. Φτάσαμε στα μέσα Μάη, τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους εξαντλούνται, η χρηματοδότηση δεν απελευθερώνεται έστω και στο ελάχιστο, η συκοφαντική εκστρατεία στα διεθνή ΜΜΕ συνεχίζεται, οι δανειστές όχι μόνο δεν κάνουν βήματα πίσω αλλά προβάλλουν νέες προκλητικές απαιτήσεις –η αξίωση περί ενιαίου ΦΠΑ 23% είναι η πλέον χαρακτηριστική. Ενώ η ελληνική κυβέρνηση έχει δείξει ιδιαίτερα διαλλακτική διάθεση και έχει κάνει σημαντικά βήματα πίσω από το πρόγραμμά της (ίσως υπερβολικά πολλά), η άλλη πλευρά επιμένει να προβάλλει ως σημείο αναφοράς της διαπραγμάτευσης την πέμπτη αξιολόγηση του δεύτερου Μνημονίου. Ο χρόνος τελειώνει και φαίνεται ότι δεν θα αργήσει η στιγμή που οι δανειστές θα θέσουν στην ελληνική κυβέρνηση το τελικό τελεσίγραφο με τη μορφή μιας μνημονιακής πρότασης «take it or leave it». Είτε θα δεχτούμε το σύνολο των απαιτήσεων τους είτε θα ξεμείνουμε από χρήματα.

Τι δεν μπορεί να γίνει

Απέναντι στην πολύ δύσκολη κατάσταση πρέπει να προσδιοριστεί τι θα θέλαμε να γίνει, τι δεν μπορεί να γίνει, και τι μπορεί να αναγκαστούμε να κάνουμε εντέλει. Το τι θα θέλαμε είναι προφανές: Έναν «αμοιβαία επωφελή συμβιβασμό». Σύμφωνα με αυτό το καλό σενάριο, οι δανειστές στο τέλος της διαπραγμάτευσης κάνουν πίσω, είτε γιατί έχουν θεωρήσει ότι κέρδισαν αρκετά είτε γιατί κάμπτονται από την προοπτική ανεξέλεγκτων καταστάσεων στην Ελλάδα και την ευρωζώνη. Όσο και αν το «καλό σενάριο» μοιάζει να έχει πλέον τις λιγότερες πιθανότητες ευόδωσης, δεν θα πρέπει να του κλείσει κανείς την πόρτα. Αν μη τι άλλο, ο έντιμος συμβιβασμός εκφράζεις ακριβώς τη λαϊκή εντολή που έχει δοθεί στον ΣΥΡΙΖΑ.

Πέρα όμως από το τι θα θέλαμε εμείς να γίνει, υπάρχει και αυτό που θέλουν οι δανειστές. Κάτι που δεν μπορεί να γίνει ή τουλάχιστον δεν μπορεί να το κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί αυτό που θέλουν οι δανειστές, και απορρίπτει σθεναρά η κυβέρνηση, είναι η απρόσκοπτη συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής. Μια συμφωνία που δεν θα αλλάξει την προσέγγιση σε βασικά ζητήματα, όπως τα πλεονάσματα, οι περικοπές, η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, το ξεπούλημα δημόσιων αγαθών, το χρέος, δεν πρόκειται να είναι ούτε οικονομικά ούτε πολιτικά βιώσιμη.

Οικονομικά δεν είναι βιώσιμη γιατί διαιωνίζει τον αυτοτροφοδοτούμενο φαύλο κύκλο χρέος-λιτότητα-χρέος. Τυχόν νέα περιοριστικά μέτρα όχι μόνο θα προκαλέσουν περαιτέρω εξαθλίωση των πιο αδύναμων, αλλά θα υπονομεύσουν την όποια προοπτική ανάκαμψης. Είναι πραγματικά απορίας άξιο πώς μπορεί να προτείνεται αύξηση της συνολικής επιβάρυνσης του ΦΠΑ (ενός φόρου δηλαδή που πλήττει περισσότερο τους φτωχούς από τους πλούσιους) όταν αποτελεί κοινή παραδοχή ότι η μνημονιακή πενταετία σήμανε τη φορολογική αφαίμαξη όσων δεν μπορούν ή δεν θέλουν να φοροδιαφύγουν.

Πέρα όμως από οικονομικά ατελέσφορη, η συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής είναι πολιτικά μη ρεαλιστική. Ένα υποτιθέμενο νέο Μνημόνιο θα σήμαινε πτώση της κυβέρνησης και μάλιστα με το χειρότερο τρόπο. Η μεν Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να την υπερψηφίσει στο σύνολό της, αφού θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για ένα βουλευτή να εξηγήσει στους ψηφοφόρους του γιατί ψήφισε τα ακριβώς αντίθετα από αυτά για τα οποία τον ψήφισαν. Η δε αντιπολίτευση δεν πρόκειται να δώσει χείρα βοηθείας σε μια παραπαίουσα κυβέρνηση –ήδη ο Σαμαράς κάνει «αντιμνημονιακή» στροφή και ο Άδωνις δηλώνει ότι δεν θα ψηφίσει «γουρούνι στο σακί

Εν ολίγοις, μνημονιακή συμφωνία σημαίνει συνθηκολόγηση άνευ όρων και ιστορική ήττα για την Αριστερά. Γι’ αυτό άλλωστε και η κυβέρνηση δεν πρόκειται να την επιλέξει.

Μονόδρομος οι κόκκινες γραμμές

Ο αμοιβαία επωφελής συμβιβασμός είναι η καλύτερη δυνατή λύση, υπό την έννοια ότι ανοίγει το δρόμο για μια εναλλακτική πολιτική με τους λιγότερους δυνατούς κραδασμούς στην οικονομία και την κοινωνία. Ωστόσο, το ευκταίο δεν είναι πάντοτε εφικτό. Αν λόγω αδιαλλαξίας και ιδεολογικού φονταμενταλισμού δεν γίνουν από την πλευρά των δανειστών τα αναγκαία βήματα προς τα πίσω, η κυβέρνηση θα πρέπει να καταστήσει σαφές ότι δεν πρόκειται να κάνει άλλες υποχωρήσεις. Οι κόκκινες γραμμές που έχουν τεθεί από τον πρωθυπουργό, είναι απαραβίαστες. Γιατί ακριβώς μόνο ο σεβασμός σε αυτές τις κόκκινες γραμμές μπορεί να καταστήσει μια συμφωνία οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά βιώσιμη. Θέλουμε τον συμβιβασμό, αλλά αν η άλλη πλευρά επιχειρήσει να θέσει το δίλημμα «συνθηκολόγηση ή ρήξη», η συνθηκολόγηση δεν αποτελεί εναλλακτική λύση ούτε για τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε για τον λαό.

Περισσότερα

Να μην πέσουμε στην παγίδα των δανειστών

 Hampstead Heath Fair 1949, later print Wolfgang Suschitzky born 1912 Gift Eric and Louise Franck London Collection 2013 http://www.tate.org.uk/art/work/P13431

Δημοσιεύτηκε στο Red Notebook στις 23/4/2015

Η τροπή που έχει πάρει η διαπραγμάτευση της ελληνικής κυβέρνησης με τους «θεσμούς», δεν θα έπρεπε να αφήνει αμφιβολίες για τις προθέσεις των δανειστών. Ενώ στους δύο μήνες που ακολούθησαν από τη συμφωνία της 20ης Φλεβάρη η κυβέρνηση έκανε αλλεπάλληλες συμβιβαστικές προτάσεις και διαμόρφωσε μια συνεκτική λίστα μέτρων (αρκετά από τα οποία δεν περιλαμβάνονταν στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ), η άλλη πλευρά δεν μετακινήθηκε από τις θέσεις της ή τουλάχιστον δεν μετακινήθηκε τόσο όσο χρειαζόταν για να φτάσει σε εκείνη την ενδιάμεση περιοχή όπου θα μπορούσε να οικοδομηθεί ένας έντιμος συμβιβασμός. Η όποια «πρόοδος» στο ζήτημα του πλεονάσματος δεν μεταβάλλει τη γενική εικόνα. Επιπλέον, δεν πρέπει να παραπλανά ο ισχυρισμός περί «μη ολοκληρωμένου ελληνικού σχεδίου μεταρρυθμίσεων. Οι προτάσεις της ελληνικής πλευράς και λεπτομερείς είναι και κοστολογημένες. Στην πραγματικότητα, το «μη ολοκληρωμένο» σημαίνει «μη μνημονιακό».

Μνημονιακά μέτρα ή «χρεοκοπία»

Οι δανειστές φαίνεται ότι ακολουθούν παρελκυστική τακτική, επιμένοντας στη μνημονιακή λογική. Επιδιώκουν, από τη μια μεριά, να εξαντληθούν τα ταμειακά αποθέματα της χώρας, και από την άλλη, να φθαρεί η λαϊκή υποστήριξη της κυβέρνησης. Για την ακρίβεια, το δεύτερο αποτελεί συνέπεια του πρώτου, αφού το πρόβλημα ρευστότητας οδηγεί σε καθυστέρηση των κρατικών πληρωμών, κάτι που εκ των πραγμάτων δυσκολεύει την καθημερινότητα. Η πολιτικά αποδυναμωμένη κυβέρνηση μιας οικονομικά εξαντλημένης χώρας θα βρεθεί στο τέλος ενώπιον του αμείλικτου διλήμματος: αποδοχή μνημονιακών μέτρων ή «χρεοκοπία». Αν κρίνουμε από μεγάλο αριθμό πρόσφατων δημοσιευμάτων του διεθνούς Τύπου («χρεοκοπία της Ελλάδας εντός ευρωζώνης»), η προσπάθεια είναι να φτάσουμε στο «σημείο μηδέν» σε στιγμή που το κράτος δεν έχει μπροστά του κάποια πληρωμή στους διεθνείς πιστωτές, αλλά υποχρεώσεις στο εσωτερικό –εν προκειμένω, η «χρεοκοπία» ορίζεται ως εσωτερική στάση πληρωμών. Ο λόγος του συγκεκριμένου timing είναι να προκληθεί στην κυβέρνηση καταστροφική πολιτική φθορά (τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά), χωρίς οι δανειστές να διακινδυνεύσουν τις εισπράξεις τους.

Να ξεφύγουμε από την παγίδα

Ο χρόνος τρέχει σε βάρος της κυβέρνησης και η χειρότερη επιλογή είναι να αφεθούν τα πράγματα να κυλήσουν όπως τώρα. Η λύση δεν μπορεί να επαφίεται στην καλή θέληση των δανειστών. Τους τρεις τελευταίους μήνες έχουν δείξει με κάθε δυνατό τρόπο ότι όχι μόνο δεν έχουν καλή θέληση, αλλά ότι επιδιώκουν διακαώς την ταχεία πτώση της κυβέρνησης και την ήττα του νέου ευρωπαϊκού πολιτικού παραδείγματος που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Η απρόσκοπτη ροή της διαπραγμάτευσης ως έχει, θα οδηγήσει εντέλει στο να τεθεί η κυβέρνηση ενώπιον του διλήμματος «χρεοκοπία ή μνημονιακά μέτρα». Τώρα είναι η ώρα για τολμηρές πολιτικές πρωτοβουλίες που θα εκτρέψουν την πορεία της διαπραγμάτευσης για να αποφευχθεί το διαφαινόμενο αδιέξοδο. Τρεις θα μπορούσαν να είναι οι άξονες τέτοιων πρωτοβουλιών: Πρώτον, πρέπει την «ώρα μηδέν» να μην την ορίσουν οι δανειστές, αλλά η ελληνική πλευρά, δεδομένου ότι ο χρόνος ορίζει σε μεγάλο βαθμό τις συντεταγμένες των εξελίξεων. Δεύτερον, η πληρωμή μισθών και συντάξεων πρέπει να έχει απόλυτη προτεραιότητα έναντι των απαιτήσεων των δανειστών, όπως άλλωστε είχε υπογραμμίσει ο Αλέξης Τσίπρας στην επιστολή του προς την Άνγκελα Μέρκελ. Τρίτον, απέναντι στο εκβιαστικό δίλημμα των δανειστών πρέπει να τεθεί ανοιχτά μια τρίτη εναλλακτική, αυτή της ρήξης με τους δανειστές. Μια εναλλακτική αναμφίβολα επώδυνη, που μπορεί όμως στις σημερινές συνθήκες να είναι η λιγότερο κακή από αυτές που καλούμαστε να επιλέξουμε. Είναι προφανές ότι την επιλογή της ρήξης δεν μπορεί να την κάνει η κυβέρνηση μόνη της, αλλά θα πρέπει να προσφύγει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στη λαϊκή ετυμηγορία. Ο λαός πρέπει να μπει στο επίκεντρο των εξελίξεων για να ξεφύγουμε από την παγίδα που μεθοδικά στήνουν οι δανειστές.

Περισσότερα