Ανεβαίνοντας επίπεδο (στρατηγική και τακτική στη νέα περίοδο)

Από τη σημερινή Εποχή (27/10/2012)

Το τελευταίο διάστημα, δηλαδή τους μήνες μετά τις εκλογές, σε μια πλατιά μερίδα του «λαού της Αριστεράς» παρατηρείται ένα ορισμένο αίσθημα αμηχανίας ή και αδυναμίας. Είναι πολλοί αυτοί που διατυπώνουν από τη μια μεριά το ερώτημα για το πώς μπορεί να προχωρήσει το λαϊκό κίνημα στην κατεύθυνση της ανατροπής του μνημονιακού καθεστώτος, και από την άλλη κριτικάρουν την Αριστερά (ιδιαίτερα τον ΣΥΡΙΖΑ) ότι δεν κάνει αρκετά ή ακόμα και ότι «δεν κάνει τίποτα».

Ρηχά αλλά ψηλότερα

Για να μπορέσουμε να κρίνουμε αυτήν τη διαδεδομένη αίσθηση ίσως θα έπρεπε να θυμηθούμε ένα ρητορικό σχήμα που χρησιμοποιούσαν οι παλιοί κομμουνιστές, αυτό της διώρυγας του Παναμά. Η διώρυγα του Παναμά αποτελείται στην πραγματικότητα από διαδοχικές δεξαμενές, που βρίσκονται σε διαφορετικά επίπεδα. Όταν το πλοίο μπαίνει στη δεξαμενή, αυτή γεμίζει νερό. Η στάθμη του νερού ανεβαίνει και μαζί της το πλοίο, μέχρι να φτάσει στο επίπεδο της επόμενης δεξαμενής και έτσι συνεχίζεται η διαδικασία μέχρι την κορυφή –οπότε αρχίζει η αντίστροφη πορεία. Κατά την άνοδο, λοιπόν, κάθε φορά που το πλοίο περνάει στην επόμενη δεξαμενή, τα νερά αρχικά είναι ρηχά. Ωστόσο, το ίδιο βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο απ’ ό,τι πριν.

Νομίζω ότι το σχήμα των δεξαμενών του Παναμά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την τρέχουσα κατάσταση του Κινήματος και της Αριστεράς. Μετά το τέλος του προηγούμενου, πρωτοφανούς μαζικότητας και μαχητικότητας, κύκλου αγώνων, καθώς και τις εκλογές του Ιούνη, που έφεραν την Αριστερά στο ιστορικό υψηλό της, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο πολιτικό πεδίο. Είναι προφανές ότι το Κίνημα και η Αριστερά δεν έχουν συνεκτικό σχέδιο για την περίοδο όπως αυτή διαμορφώνεται –οπότε είναι δικαιολογημένο ως ένα βαθμό το αίσθημα αμηχανίας κι αδυναμίας στο οποίο αναφερθήκαμε στην αρχή. Ωστόσο, η αναζήτηση του πολιτικού σχεδίου της νέας περιόδου έχει ως αφετηρία μια θέση ισχύος, την οποία λίγους μόνο μήνες πριν δεν θα μπορούσαμε καν να φανταστούμε. Είναι εξόχως χαρακτηριστικό ότι μια απεργιακή διαδήλωση της τάξης των 30-40.000 πριν από ενάμισι χρόνο θα θεωρούταν πολύ μεγάλη επιτυχία, ενώ σήμερα θεωρείται ότι απλά πέρασε τη βάση. Είμαστε ισχυροί όσο ποτέ στο παρελθόν, αλλά όχι αρκετά ισχυροί προς το παρόν για να τους ανατρέψουμε

Νέα κατάσταση…

Συνοπτικά, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ως χαρακτηριστικά της νέας κατάστασης τα εξής:

  1. Η νέα κυβέρνηση κλυδωνίζεται, παρά το ότι έχει μόνο τέσσερις μήνες ζωής. Είναι προφανές ότι η αθέτηση των προεκλογικών υποσχέσεων και η αδιατάρακτη συνέχιση (ή μάλλον όξυνση) της μνημονιακής πολιτικής έχει ελάχιστη κοινωνική συναίνεση.
  2. Η έλλειψη κοινωνικής συναίνεσης υποκαθίσταται από την αναβάθμιση της κρατικής καταστολής και της φασιστικής βίας, κατά το βιβλικό «όπου δεν πίπτει λόγος…».
  3. Η άνοδος της ναζιστικής συμμορίας της Χρυσής Αυγής αλλάζει τα πράγματα, όχι μόνο από τη σκοπιά της πολιτικής ατζέντας. Η Αριστερά καλείται να αντιμετωπίσει έναν εν δυνάμει ανταγωνιστή στον κόσμο της αντι-πολιτικής αγανάκτησης. Επιπλέον, η παρουσία της ΧΑ επαναφέρει στο προσκήνιο τον άξονα Αριστερά-Δεξιά πλάι σε αυτόν του Μνημονίου-Αντι-μνημονίου.
  4. Ο ΣΥΡΙΖΑ σταθεροποιεί τη θέση του στην αξιωματική αντιπολίτευση και με ποσοστό γύρω στο 30%. Ωστόσο, βρίσκεται απομονωμένος στο πολιτικό σκηνικό, αφού αυτή τη στιγμή δεν έχει συνομιλητή ούτε εξ αριστερών ούτε εκ δεξιών.
  5. Τέλος, η καθημερινή πια εμπειρία των επιπτώσεων της λιτότητας δημιουργεί πρωτοφανείς καταστάσεις απελπισίας και οργής, που μπορεί να πάρουν είτε τη δημιουργική μορφή της εξέγερσης είτε την (αυτό)καταστροφική του κοινωνικού κανιβαλισμού.

…παλιά και νέα καθήκοντα

Στη νέα περίοδο τα προβλήματα μας έχουν να κάνουν τόσο με τη στρατηγική της ανατροπής όσο και με την τακτική των αντιστάσεων. Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι χωρίς ένα συγκεκριμένο μεν, καθολικό δε, στόχο, η αντίσταση δεν έχει νόημα. Δεν αγωνιζόμαστε (πόσο μάλλον να στρατευτούμε πολιτικά…) αν δεν βλέπουμε μια προοπτική (έστω μακρινή) στον αγώνα, αν δεν είναι ορατή η (πολύ μικρή έστω) πιθανότητα νίκης, αν δεν είναι καθαρό (έστω σε γενικές γραμμές) το πού το πάμε. Εν προκειμένω, δεδομένου ότι το μνημονιακό πλαίσιο έχει κλείσει κάθε δρόμο για επιμέρους αλλαγές, το μόνο δυνατό πολιτικό Νόημα της αντίστασης είναι η ανατροπή. Από τη στιγμή που η τρόικα δεν δίνει την παραμικρή «προίκα» στην τρικομματική κυβέρνηση και κρατά μια προκλητικά ανελαστική στάση, η ανατροπή παύει να αποτελεί ηθικό παρακέλευσμα που θέλγει κάποιες φοιτητικές πρωτοπορίες, και αναδύεται ως ρεαλιστική (η μόνη ρεαλιστική!) πολιτική στρατηγική του Κινήματος και της Αριστεράς. Η ανατροπή, και όχι η όποια αδύνατη βελτίωση, του μνημονιακού πλαισίου καθίσταται η μόνη χειροπιαστή προοπτική για τους αντιστεκόμενους. Επομένως, είναι επείγουσα η επανεπιβεβαίωση της ανατροπή ως γενικού πολιτικού Νοήματος που συνέχει τις αντιστάσεις. Και εκείνες οι φωνές (ειδικά μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ) που προτάσσουν τη λογική της ήπιας προσαρμογής και της υπεύθυνης αντιπολίτευσης δεν φέρνουν μόνο από το παράθυρο συντηρητικές διαστρεβλώσεις ενός μέχρι τώρα πολύ πετυχημένου ριζοσπαστικού σχεδίου, αλλά·υπονομεύουν την προοπτική επικράτησης της Αριστεράς και του Κινήματος. Δεν μπορείς να νικήσεις επικαλούμενος την αδύνατη ουτοπία του μνημονιακού ρεφορμισμού.

Να πάμε στην πλατεία για να μείνουμε

Ωστόσο, πέρα από τη στρατηγική, προβλήματα έχουμε και με την τακτική της αντίστασης. Όσο και αν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε, το τελευταίο διάστημα έχουμε γίνει ακολουθητές του Παναγόπουλου. Η τελετουργία 24ωρη απεργία, Μουσείο, Σύνταγμα, δακρυγόνο, μπιρίτσα και σπίτι, δεν μπορεί να μας οδηγήσει πουθενά. Αυτή η διαπίστωση δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν πρέπει να συμμετέχουμε στις 24ωρες απεργίες κι ότι δεν είναι γελοιότητα διηπειρωτικού βεληνεκούς το «εγώ θα απεργήσω άμα γίνει απεργία διαρκείας». Σημαίνει ότι πρέπει να δούμε αλλιώς τα πράγματα, να στοχαστούμε με δημιουργικό τρόπο πάνω στην τακτική του Κινήματος.

Σχεδόν όλο το κινηματικό δυναμικό της χώρας παρακολούθησε με ενθουσιασμό τη ζωντανή αναμετάδοση την πρόσφατη περικύκλωση του κοινοβουλίου στη Μαδρίτη από τους Ισπανούς αγανακτισμένους. Ο κόσμος που είχε μαζευτεί στη Μαδρίτη ήταν μάλλον λιγότερος από όσους συμμετείχαν στις τελευταίες απεργιακές διαδηλώσεις στην Αθήνα. Ωστόσο, οι Μαδριλένοι δημιούργησαν ένα πολιτικό γεγονός μεγαλύτερης εμβέλειας από αυτό των Αθηναίων, χωρίς μάλιστα να έχουν προκηρύξει απεργία τα Ισπανικά συνδικάτα. Κι αυτό γιατί η κινητοποίηση στη Μαδρίτη είχε δύο βασικά χαρακτηριστικά: διάρκεια και μαζική μαχητικότητα. Ο κόσμος πήγε στο κοινοβούλιο πήγε για να μείνει ώρες και να ασκήσει τη μεγαλύτερη δυνατή πίεση. Και όταν άρχισε η καταστολή από την αστυνομία δεν σκόρπισε, αλλά ούτε και κλιμάκωσε την αντιπαράθεση πέραν του σημείου που θα μπορούσε πραγματικά να υποστηριχτεί από την πλειοψηφία του κόσμου που συμμετείχε.

Η επερχόμενη κινητοποίηση για τα νέα μέτρα δεν πρέπει λοιπόν να πάει στο Σύνταγμα και να φύγει όπως ήρθε. Πρέπει να μείνει εκεί όσο μεγαλύτερο διάστημα γίνεται. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, δηλαδή της μακράς παραμονής χιλιάδων, θα πρέπει η μεν Αριστερά να κάνει ένα βήμα πιο μπροστά από την καθιερωμένη πορεία, η δε Αναρχία ένα βήμα πιο πίσω από την εξίσου καθιερωμένη πλέον σύγκρουση στα λουλουδάδικα. Το Σύνταγμα πρέπει να καταληφθεί για πολλές ώρες από το λαό της Αθήνας.

Είναι προφανές ότι η περικύκλωση της Βουλής για να μην περάσουν τα νέα μέτρα δεν είναι η λυδία λίθος για την τακτική του Κινήματος. Όμως, αναδεικνύοντας εκ νέου τη μαζικότητα, τη διάρκεια και τη μαχητικότητα σε κρίσιμα χαρακτηριστικά των κινητοποιήσεων, ανοίγει ο δρόμο για το παραπέρα. Ήτοι, την επαναδραστηριοποίηση  μαζικών ενωτικών δομών αντίστασης στις γειτονιές, και στη συνέχεια, ένα ισχυρό πανελλαδικό κύμα πολιτικής ανυπακοής, το οποίο με τη στήριξη μιας γενικής απεργίας διαρκείας, μπορεί να δημιουργήσει μια καινούργια κατάσταση.

Γιάννης Αλμπάνης

Ένα σχόλιο στο “Ανεβαίνοντας επίπεδο (στρατηγική και τακτική στη νέα περίοδο)

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Shares