Αίγυπτος: αιματηρή καταστολή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας

rabaa1Από την Εποχή της 1/9/2013

Τελικά η Αίγυπτος δεν μπόρεσε να αποφύγει την αιματοχυσία. Η επέμβαση των δυνάμεων ασφαλείας στις 14 Αυγούστου για τη διάλυση των συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας  που είχε οργανώσει η Μουσουλμανική Αδελφότητα, οδήγησε σε λουτρό αίματος. Οι νεκροί σύμφωνα με τις επίσημες εκτιμήσεις έχουν ξεπεράσει τους 800 και ίσως στην πραγματικότητα να είναι πολύ περισσότεροι. Η ΜΚΟ Human Rights Watch εκτίμησε ότι πρόκειται για «το πιο σοβαρό περιστατικό παράνομων μαζικών δολοφονιών στη σύγχρονη Ιστορία της Αιγύπτου». Στην ανακοίνωση της η οργάνωση, που έκανε επιτόπια έρευνα, επισημαίνει ότι ενώ αληθεύουν οι ισχυρισμοί των αρχών ασφαλείας ότι μέσα στις συγκεντρώσεις υπήρχαν ένοπλοι που πυροβόλησαν εναντίον των αστυνομικών, το συγκεντρωμένο πλήθος στην πλειονότητά του ήταν ειρηνικό. Όπως το συνηθίζει άλλωστε, η αιγυπτιακή αστυνομία χρησιμοποίησε πραγματικά πυρά για τη διάλυση των διαδηλωτών, χωρίς να πάρει κανένα μέτρο για την προστασία των ανθρώπινων ζωών. Η άθλια διακυβέρνηση του Μόρσι και της Αδελφότητας, η συστηματική άσκηση βίας και βασανιστηρίων σε βάρος των πολιτικών αντιπάλων της, η φασιστική δράση των Αδελφών σε βάρος των Κοπτών, οι εμπρησμοί δεκάδων εκκλησιών, καθώς και οι επιθέσεις εναντίον αστυνομικών που μετράνε και αυτοί δεκάδες νεκρούς, μπορούν να δικαιολογήσουν την άσκηση βίας σε βάρος της Αδελφότητας, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να καταστήσουν θεμιτή μιας τέτοιας έκτασης σφαγής.

Τι προηγήθηκε

Πριν φτάσουμε στην αιματοχυσία της 14ης Αυγούστου, είχαν προηγηθεί 45 ημέρες καταιγιστικών πολιτικών εξελίξεων. Στις 30 Ιουνίου, ένα χρόνο μετά την άνοδο του Μόρσι στην εξουσία,  εκατομμύρια πολιτών κατακλύζουν τους δρόμους της Αιγύπτου, στην πιο μαζική κινητοποίηση που γνώρισε ποτέ η χώρα. Το βασικό αίτημα των διαδηλωτών ήταν η άμεση παραίτηση του προέδρου. Το έναυσμα για αυτό το πρωτοφανές λαϊκό ξέσπασμα το έδωσε το κίνημα Ταμαρόντ (Εξέγερση-Ανταρσία), το οποίο τις προηγούμενες εβδομάδες είχε ξεκινήσει καμπάνια συλλογής υπογραφών για την αποπομπή του Μόρσι, καταφέρνοντας τελικά να μαζέψει το απίστευτο νούμερο των είκοσι δύο εκατομμυρίων υπογραφών. Το Ταμαρόντ αποτελείται κατά κύριο λόγο από νεολαίους που δεν συμμετέχουν σε κάποιο πολιτικό κόμμα και ιδεολογικά κινούνται στο χώρο του νασερισμού. Με την αναπάντεχη παρουσία του κατάφερε να εκφράσει κινηματικά τη διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια για τη διακυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Η πολιτική κατάρρευση της Αδελφότητας

Στον ένα χρόνο της παραμονής της στην εξουσία, η Αδελφότητα κατάφερε να στρέψει εναντίον της σχεδόν τους πάντες, με την εξαίρεση ίσως των ΗΠΑ και της ΕΕ. Επιλέγοντας, στο εσωτερικό, τον συμβιβασμό με το στρατό και την οικονομική ελίτ, ευθυγραμμιζόμενη ταυτόχρονα, στο εξωτερικό, με τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ, η Αδελφότητα δεν προχώρησε σε καμία πραγματική μεταρρύθμιση σε ό,τι αφορούσε την κοινωνική δικαιοσύνη, τις πολιτικές ελευθερίες, καθώς και την ανεξαρτησία της Αιγύπτου. Η γενική αίσθηση ήταν ότι τίποτα δεν άλλαξε με τον Μόρσι.
Επιπλέον, οι κινήσεις στην κατεύθυνση της μονοπώλησης της εξουσίας, η επιχείρηση ισλαμοποίησης της κοινωνίας (απείρως πιο δειλή βέβαια σε σχέση με όσα έκαναν το 1979 στο Ιράν οι αγιατολάχ…), καθώς και η βάναυση καταστολή των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων δημιούργησαν το έδαφος για την αντισυσπείρωση των ετερόκλητων δυνάμεων της αντιπολίτευσης και την αποστασιοποίηση εκείνων των συντηρητικών πολιτών που είχαν δει στην Αδελφότητα μια δύναμη ήπιας μετάβασης από το καθεστώς Μουμπάρακ στη δημοκρατία. Τέλος, η ανικανότητα των Αδελφών στη διαχείριση της εξουσίας (έκδηλη στα ζητήματα των σχέσεων με την Αιθιοπία και το Σουδάν) σε συνδυασμό με τη βαθιά οικονομική κρίση, οδήγησαν την κυβέρνηση Μόρσι στην πολιτική απομόνωση.

Γιατί κινήθηκε ο στρατός

Στις 3 Ιουλίου ο αιγυπτιακός στρατός, υπό την ηγεσία του στρατηγού Αμπντέλ Φατάχ Σαΐντ Ελ Σίσι, ανέτρεψε την εκλεγμένη κυβέρνηση και συνέλαβε τον πρόεδρο Μόρσι. Η κίνηση αυτή του στρατού χαιρετίστηκε από τα εκατομμύρια που βρίσκονταν στους δρόμους καθώς και από όλες τις πολιτικές δυνάμεις πλην της Αδελφότητας -των σαλαφιτών του κόμματος Νουρ συμπεριλαμβανομένων. Το ερώτημα είναι βέβαια γιατί κινήθηκε ο στρατός, αφού ο Μόρσι δεν είχε αμφισβητήσει τα σκανδαλώδη προνόμια του: ο στρατηγός Σίσι ήταν και υπουργός Άμυνας, οι επιχειρήσεις του στρατού, που μπορεί να φτάνουν και το 40% της αιγυπτιακής οικονομίας, δεν είχαν πειραχτεί, και κανένας στρατιωτικός δεν είχε διωχτεί για τις δολοφονίες διαδηλωτών κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής διακυβέρνησης.
Κατ’ αρχάς, ο στρατός άρπαξε τη μοναδική ευκαιρία που του έδωσε ο λαϊκός ξεσηκωμός για να επανέλθει στο πολιτικό προσκήνιο και να ξαναβρεί την πολιτική νομιμιμοποίηση που είχε χάσει κατά την περίοδο που ακολούθησε την πτώση του Μουμπάρακ, όταν κυβέρνησε το Ανώτατο Συμβούλιο Ενόπλων Δυνάμεων. Η εικόνα που δημιουργήθηκε ήταν ότι ο στρατός στάθηκε στο πλάι του αγωνιζόμενου λαού, αρωγός των αιτημάτων του κι εγγυητής της εθνικής ενότητας. Επιπλέον, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, οι στρατιωτικοί  είχαν αρχίσει να ανησυχούν βλέποντας ότι η σύμπλευση της Αδελφότητας με τις ΗΠΑ σε συνδυασμό με τις κινήσεις της στην κατεύθυνση της μονοπώλησης της εξουσίας, θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάδειξη ενός νέου συσχετισμού εξουσίας, όπου ο στρατός θα ήταν πολιτικά αποδυναμωμένος.

Η Σαουδική Αραβία εναντίον του Μόρσι

Στην ανησυχία του στρατού ήρθε να προστεθεί και η αντίθεση της Σαουδικής Αραβίας στην ανάδειξη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας σε ηγεμονική δύναμη του αραβικού κόσμου. Μετά τις εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης, η Αδελφότητα βρέθηκε στην κυβέρνηση σε Αίγυπτο, Λιβύη και Τυνησία. Στην Τουρκία ήταν έτσι κι αλλιώς, και στη Συρία αποτελεί βασική δύναμη της ένοπλης αντιπολίτευσης. Αυτή η εκρηκτική άνοδος συνδυαζόμενη με την αμερικάνικη συμμαχία, δημιουργούσε μια νέα κατάσταση στον αραβικό κόσμο, την οποία ορισμένοι ονόμαζαν pax islamica americana. Στο πλαίσιο της «ισλαμοαμερικανικής ειρήνης» ο ρόλος της Σαουδικής Αραβίας θα ήταν εκ των πραγμάτων υποβαθμισμένος. Η στάση της Σαουδικής Αραβίας είχε βαρύνουσα σημασία όχι μόνο σε ό,τι αφορούσε την υποστήριξη των αραβικών χωρών στην ανατροπή Μόρσι, αλλά και σε ό,τι αφορούσε, στο εσωτερικό, τη στάση του σαλαφίτικου κόμματος Νουρ. Υπενθυμίζεται ότι η Σαουδική Αραβία αποτελεί τον βασικό χρηματοδότη του Νουρ.
Εν ολίγοις, η Μουσουλμανική Αδελφότητα βρέθηκε να έχει απέναντι την πλειονότητα της κοινωνίας, το στρατό, όλες τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, καθώς και τη Σαουδική Αραβία με τον πακτωλό πετροδολαρίων.

Πογκρόμ εναντίον των Αδελφών

Κατά συνέπεια, δεν πρέπει να εκπλήσσει το ότι οι αντιδράσεις στην ανατροπή Μόρσι και τη σφαγή της 14ης Αυγούστου δεν ήταν πάρα πολύ μαζικές. Η Αδελφότητα κατάφερε να κινητοποιήσει δεκάδες χιλιάδες κόσμου, αριθμός όμως που υπολείπονταν καταφανώς των εκατομμυρίων που βγήκαν στους δρόμους στις 30/6. Με δεδομένες λοιπόν την πολιτική απομόνωση της Αδελφότητας και τις όχι εντυπωσιακές κινητοποιήσεις υπέρ του Μόρσι, ο στρατός βρήκε την ευκαιρία να καταστείλει αιματηρά τους ισλαμιστές διαδηλωτές, καθώς και να προχωρήσει σε ένα πραγματικό πογκρόμ σε βάρος των Αδελφών. Με προεξάρχοντες τον Ανώτατο Οδηγό της Αδελφότητας Μοχάμεντ Μπαντί και τον ανατραπέντα πρόεδρο Μοχάμεντ Μόρσι, η πλειονότητα της ηγεσίας της οργάνωσης βρίσκεται στη φυλακή και αντιμετωπίζει βαρύτατες κατηγορίες για δολοφονίες. Μαζί με τους ηγέτες τους, στη φυλακή βρίσκονται και χιλιάδες απλά μέλη των Αδελφών. Το πογκρόμ που εκτυλίσσεται, φέρνει στο νου τόσο την αντιπαράθεση του στρατού με τους ισλαμιστές τις δεκαετίες ’80 και ’90, όσο και τον αιματηρό τρόπο με τον οποίο συνέτριψε ο Νάσερ την Αδελφότητα το 1953.

Οι προοδευτικοί σύμμαχοι του στρατού

Σε όποιον δεν είναι εξοικειωμένος με τον αραβικό κόσμο φαντάζει παράξενο ότι σε αυτή τη φάση το στρατό υποστηρίζουν είτε άμεσα είτε έμμεσα (διά της μονομερούς αντίθεσης στην Αδελφότητα) μια σειρά από προοδευτικές δυνάμεις της αιγυπτιακής κοινωνίας. Κατ” αρχάς, στη μεταβατική κυβέρνηση υπό την προεδρία του επικεφαλής του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου Άντλι Μανσούρ, συμμετείχαν προσωπικότητες της Κεντροαριστεράς όπως ο νομπελίστας Μοχάμεντ Ελ Μπαραντέι, ο οποίος όμως παραιτήθηκε από την αντιπροεδρία σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την αστυνομική επιχείρηση της 14ης Αυγούστου. Το κίνημα Ταμαρόντ τάχθηκε σχεδόν απόλυτα στο πλευρό του στρατού, ενώ ο αριστερός νασερικός Χαμντίν Σαμπάχι, ο οποίος είχε έλθει τρίτος στις προεδρικές εκλογές, επέρριψε τις ευθύνες για τη βία στη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Από τη μεριά της η Σοσιαλιστική Λαϊκή Συμμαχία, υιοθέτησε πιο συγκρατημένη στάση, κάνοντας όμως έκκληση για να τεθεί εκτός νόμου η Αδελφότητα και να κατασχεθεί η περιουσία της. Στον αντίποδα αυτών των τοποθετήσεων, η σημαντική οργάνωση Κίνημα 6ης Απρίλη καθώς και οι Επαναστάτες Σοσιαλιστές κατήγγειλαν τον στρατό, χωρίς βέβαια να υποστηρίξουν την Αδελφότητα.
Οι προοδευτικοί Αιγύπτιοι που στήριξαν τον στρατό, αναγνώρισαν στην Αδελφότητα έναν πολύ πιο σοβαρό πολιτικό κίνδυνο από αυτόν που αντιπροσωπεύουν οι στρατιωτικοί. Όντας τα βασικά θύματα της καταστολής κατά την περίοδο της διακυβέρνησης Μόρσι και φοβούμενοι την πιθανότητα ενός θρησκευτικού απολυταρχισμού, επέλεξαν το στρατό ως το μικρότερο κακό. Στο προσεχές μέλλον θα διαπιστώσουμε αν ευσταθεί η εκτίμησή τους ότι η πολιτική ενδυνάμωση του στρατού θα αποδειχτεί εφήμερη. Προς το παρόν, όσα συμβαίνουν, με πρώτη και κύρια την αποφυλάκιση του Μουμπάρακ, μοιάζουν με παλινόρθωση του παλαιού καθεστώτος.

Γιάννης Αλμπάνης

 

 

 

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Shares