mitsotakis

Τέσσερις μήνες Μητσοτάκης: Παραμένει ισχυρός, αλλά αρχίζει να φθείρεται

Δημοσιεύτηκε στο Δελτίο Θυέλλης.
Τέσσερις μήνες μετά την εκλογική νίκη της 7ης Ιουλίου, η κυβέρνηση Μητσοτάκη παραμένει ισχυρή. Η ισχύς της φαίνεται τόσο στις δημοσκοπήσεις όσο και σε αυτό που θα ονομάζαμε κοινωνικό κλίμα. Ωστόσο, αρχίζουν να εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια φθοράς του κυβερνητικού σχήματος, ίσως πιο γρήγορα από ό,τι θα ανέμενε κανείς.

Οι λόγοι της ισχύος

Ο Μητσοτάκης παραμένει ισχυρός για 6 βασικούς λόγους:

1.To 40% είναι πολύ μεγάλο ποσοστό για να φυλλορροήσει γρήγορα. Έτσι κι αλλιώς, κάθε νέα κυβέρνηση έχει (μικρή ή μεγάλη) περίοδο χάριτος. Η θέση της όμως γίνεται ακόμα πιο ισχυρή όταν το ποσοστό της είναι υψηλό και η διαφορά με τον δεύτερο καθαρή. Υπενθυμίζεται ότι το 2010 το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να κερδίσει τους μεγάλους δήμους ένα χρόνο με την επικράτησή του στις βουλευτικές εκλογές κι ενώ είχε ήδη ψηφίσει το πρώτο Μνημόνιο. Επομένως, το να παραμένει ισχυρή μια κυβέρνηση τους πρώτους μήνες της θητείας της είναι το αναμενόμενο. Το αντίθετο θα προκαλούσε έκπληξη

2.Είναι ακόμα ζωντανή η προσδοκία της οικονομικής ανάκαμψης μέσα από τη μείωση των φόρων. Παρά το ότι έχει διαψευστεί οπουδήποτε εφαρμόστηκε, είναι ηγεμονικό το ιδεολόγημα ότι η μείωση των φόρων μπορεί να φέρει τη γενική ευημερία. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση μειώνει τους φόρους των εύπορων και ψαλιδίζει τις κοινωνικές υπηρεσίες προς τους αδύναμους οικονομικά. Αυτό όμως διαπιστώνεται συνήθως στο… ταμείο, κάτι που παίρνει χρόνο για να συμβεί.

3.Η κυβέρνηση επωφελείται από τη συντηρητική στροφή μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας. Η συστηματική συστημική προπαγάνδα, η διάψευσης της ελπίδας που εκπροσώπησε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο βαθιά νεοφιλελεύθερος και αντιδραστικός λόγος της ΝΔ ως αντιπολίτευση και ως κυβέρνηση, καθώς και η μισανθρωπία που γεννάει ο νεοφιλελευθερισμός, συνιστούν τις αιτίες μιας συντηρητικής στροφής που έχει δύο εκδηλώσεις. Πρώτον, πολίτες με ιστορική ιδεολογική αναφορά στον κεντρώο χώρο προσχωρούν στη στρατόπεδο της Νέας Δημοκρατίας -προχώρηση που δεν μοιάζει ευκαιριακή. Δεύτερον, μεγάλη μερίδα της βάσης και των στελεχών της ΝΔ υιοθετεί ανοιχτά ακροδεξιές και φασίζουσες θέσεις. Αυτή η δεύτερη έκφραση της δεξιάς στροφής είναι σαφώς η πιο επικίνδυνη γιατί «έλκει» την κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα εν γένει σε πολύ σκοτεινές διαδρομές. Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική υπεροχή της ΝΔ αντανακλά ως ένα βαθμό την ιδεολογική κίνηση μέσα στην κοινωνία.

4.Η υποστήριξη από το σύνολο των ΜΜΕ δίνει πολιτικό «αέρα» στην κυβέρνηση. Είναι μια από τις λίγες φορές στην πρόσφατη ιστορία όπου το σύνολο σχεδόν των Media κρατάει φιλοκυβερνητική στάση σε προκλητικό βαθμό μάλιστα. Για την ακρίβεια, τα μεγάλα εμπορικά Media εμφανίζονται ως «όργανα» της Νέας Δημοκρατίας κατ’ αντιστοιχία των παραδοσιακών κομματικών οργάνων της Αριστεράς. Ο έλεγχος και πολύ περισσότερο η χειραγώγηση της πληροφόρησης δημιουργούν ευνοϊκό κλίμα. Βεβαίως, όπως έδειξε το δημοψήφισμα το 2015, η δύναμη των ΜΜΕ δεν είναι πλέον τόσο μεγάλη όσο νομίζουν οι άνθρωποί τους και ο πολιτικός κόσμος. Να σημειωθεί ότι για το σημερινό τοπίο στην Ενημέρωση δεν έχει διαμορφωθεί μόνο από τις επιχειρηματικές προσδοκίες και την ιδεολογική τοποθέτησης των ιδιοκτητών των Μέσων, αλλά και από την εντελώς καταστροφική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στον συγκεκριμένο χώρο.

5.Η πολιτική αμηχανία του ΣΥΡΙΖΑ δίνει χώρο στην κυβέρνηση. Τέσσερις μήνες μετά τις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει ακόμα ζαλισμένος. Στην Κουμουνδούρου ούτε έχουν καταλήξει σε κοινό συμπέρασμα γιατί έχασαν ούτε έχουν διαμορφώσει μια συνεκτική πολιτική γραμμή -αυτά δύο πάνε μαζί βέβαια. Ο ΣΥΡΙΖΑ μετεωρίζεται μεταξύ της υπεράσπισης των μνημονιακών κυβερνητικών πεπραγμένων του και της αντινεοφιλεύθερης κριτικής της πολιτικής παράδοσής του. Την ίδια στιγμή, το περίφημο άνοιγμα στα νέα μέλη παρήγαγε εντέλει περισσότερη εσωστρέφεια η οποία μάλιστα πήρε ορισμένες φορές χαρακτηριστικά κυνηγιού μαγισσών.

6.Η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά δεν ενισχύει τη συνοχή και την ιδεολογική αυτοπεποίθηση των αγωνιζόμενων τμημάτων της κοινωνίας. Σταθερά διαιρεμένη κι εσωστρεφής, αρνείται πεισματικά να αναλάβει την ευθύνη να μπει με ηγεμονικό τρόπο μπροστά στους αγώνες, να διαμορφώσει ένα σχέδιο αντίστασης τόσο στα μέτρα της κυβέρνησης όσο και στην ιδεολογική ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού. Δεν μπορεί να δώσει δηλαδή ανατρεπτική προοπτικής στις αντιστάσεις που ξεσπάνε, να γίνει το σημείο πολιτικής αναφοράς όσων οργίζονται με την κυβερνητική πολιτική.

Οι ρωγμές

Ωστόσο, παρά την αδιαμφισβήτητη ισχύ της, η κυβέρνηση εμφανίζει τα πρώτα σημάδια φθοράς.

Το προσφυγικό εξελίσσεται σε υπ’ αριθμόν 1 πρόβλημα για την κυβέρνηση αυτή τη στιγμή. Παρά την επιστροφή των παράνομων κι εν δυνάμει θανατηφόρων push back (βίαιης αποτροπής) στο Αιγαίο, οι αφίξεις προσφύγων και μεταναστών αυξάνονται. Στα στρατόπεδα στα νησιά ο συνωστισμός και η έλλειψη υποδομών δημιουργούν συνθήκες πρωτοφανούς αθλιότητας -αν και αυτό το «πρωτοφανής» το έχουμε πει πολλές φορές από το 2016 και κάθε φορά τα πράγματα γίνονται χειρότερα… Η κυβέρνηση πέρασε στη Βουλή ένα νέο νόμο που περιορίζει με σκανδαλώδη τρόπο το πολιτικό άσυλο, σε αντίθεση με τις διεθνείς συνθήκες. Το πολιτικό πρόβλημα της ΝΔ όμως δεν είναι από τα αριστερά, αλλά από τα δεξιά. Προεκλογικά η ΝΔ είχε υποσχεθεί την αποσυμφόρηση των νησιών. Εντούτοις, στους τέσσερις μήνες της διακυβέρνησης Μητσοτάκη οι αιτούντες άσυλο στα νησιά του Βορείου Αιγαίου διπλασιάστηκαν, κάτι που προκαλεί ρωγμή στην κυβερνητική αξιοπιστία. Ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι οι τοπικές αντιδράσεις στην εγκατάσταση προσφύγων που μεταφέρονται από τα νησιά. Εκτός από τους καθαρόαιμους φασίστες, στις αντιδράσεις πρωτοστατούν δήμαρχοι και ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατία οι οποίοι υιοθετούν ανοιχτά ακροδεξιά ή και φασίζουσα ρητορική («να τους πάτε στα ξερονήσια να τους ρίχνετε σάντουιτς με το ελικόπτερο»». Πέρα από αυτή καθαυτή τη δυσχέρεια που προκαλούν στην προσπάθεια αποσυμφόρησης των νησιών, αυτές οι αντιδράσεις φέρνουν την κυβέρνηση σε σύγκρουση με την «κοινωνική» Νέα Δημοκρατία. Σύγκρουση που έχει πολιτικό κόστος κι ενδεχομένως μεσοπρόθεσμα να δώσει νέες ευκαιρίες σε ακροδεξιά μορφώματα.

Οι διορισμοί πολιτευτών της ΝΔ σε θέσεις του κρατικού μηχανισμού υπονομεύουν το αφήγημα της «αξιοκρατίας». Η «αξιοκρατία» σε συνδυασμό με την αποκομματικοποίηση του κράτους και την «αριστεία», είχαν γίνει προεκλογικές σημαίες της Νέας Δημοκρατίας. Τελικά από την τοποθέτηση ενός αποτυχημένου πολιτευτή στο Μετρό μέχρι την ανάθεση του ΚΕΘΕΑ σε έναν πανελίστα της Τατιάνας, απεδείχθη ότι το πολιτικό σύστημα δεν χάνει τα χούγια του. Η συνειδητοποίηση ότι οι «άξιοι» και οι «άριστοι» δεν ήταν παρά τα δικά μας γαλάζια παιδιά, συνιστά πλήγμα στην εικόνα της κυβέρνησης. Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι και αυτό το πλήγμα είναι από τα δεξιά. Ο τεχνοκρατισμός και η πολιτική ουδετερότητα είναι οι μεταμφιέσεις πίσω από τις οποίες κρύβονται ο αστισμός και η δεξιά μεροληψία.

Η κινηματική αντιπολίτευση αρχίζει να δημιουργεί γεγονότα. Είτε στους δρόμους είτε στο δημόσιο διάλογο η ριζοσπαστική αντίσταση δεν είναι φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Είναι παρούσα και καταφέρνει να κάνει αισθητή την παρουσία της στους αγώνες για το άσυλο και την καταστολή, στην ανατρεπτική κριτική και την εικονοκλαστική σάτιρα απέναντι στις οποίες η εξουσίας εμφανίζεται σκανδαλισμένη και αμήχανη. Η προφανής έλλειψη στρατηγικού σχεδίου δεν λειτουργεί ανασταλτικά σε ένα νεανικό χειραφετησιακό πάθος που ρίχνει ξανά, μετά από καιρό, τις πρώτες αχτίδες στην ελπίδα.

Η οικονομία

Η τύχη της κυβέρνηση θα κριθεί βέβαια σε βάθος χρόνου στην οικονομία. Όχι γενικά και αόριστα στους οικονομικού δείκτες, αλλά στο πώς αντιλαμβάνονται τα νοικοκυριά την οικονομική τους κατάσταση. Αν οι πολλοί αισθανθούν ότι η κατάστασή τους βελτιώνεται, η κυβερνητική ισχύς θα διατηρηθεί. Τα πρώτα δείγμα της κυβερνητικής πολιτικής δείχνουν ότι κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά απίθανο να συμβεί. Το οικονομικό πρόγραμμα της ΝΔ πατώντας πάνω στα μνημονιακά πεπραγμένα του ΣΥΡΙΖΑ, φιλοδοξεί να βαθύνει ακόμα περισσότερο τη νεοφιλελεύθερη αντεπανάσταση. Δηλαδή να οξύνει τις ανισότητες και να υποβαθμίσει ακόμα περισσότερο τις δημόσιες υπηρεσίες, Αναπότρεπτα η κυβερνητική πολιτική θα προκαλέσει δυσαρέσκεια και αγανάκτηση. Το να μετατραπούν η δυσαρέσκεια και η αγανάκτηση σε κοινωνική αντίσταση και, πολύ περισσότερο, σε προοπτική διεξόδου, θα αποτελέσουν τα ζητούμενα της επόμενης περιόδου.

Φωτογραφία: Γραφείο Τύπου πρωθυπουργού

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Shares