κάλπες

Να πιστεύουμε τελικά τις δημοσκοπήσεις;

Η επίσημη προεκλογική περίοδος ξεκίνησε με τον καθιερωμένο καβγά για τις δημοσκοπήσεις. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν τη Νέα Δημοκρατία να κερδίζει ως ένα βαθμό το έδαφος του έχασε μετά το έγκλημα στα Τέμπη και να διευρύνει τη διαφορά της με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Όπως ήταν απολύτως αναμενόμενο, ο ΣΥΡΙΖΑ αμφισβήτησε την αξιοπιστία τους και κατέθεσε το αίτημα να δημοσιοποιούνται τα πρωτογενή και αστάθμητα ευρήματα των ερευνών -πρόκειται για τα δεδομένα που δεν έχουν γίνει αντικείμενο στατιστικής επεξεργασίας. Όπως ήταν επίσης αναμενόμενο, η Νέα Δημοκρατία στήριξε αναφανδόν τις δημοσκοπικές εταιρίες, ενώ ο Σύλλογος Εταιριών Δημοσκόπησης και Έρευνας Αγοράς απέρριψε το αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ.

Η αξιοπιστία

Η αξιοπιστία των παραδοσιακών εταιριών δημοσκοπήσεων δέχτηκε ένα ιστορικό πλήγμα από την παντελή αποτυχία τους να εκτιμήσουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος το 2015. Έχουν διατυπωθεί πολλές δικαιολογίες για αυτήν την αποτυχία, οι οποίες όμως δεν μοιάζουν αρκετά πειστικές δεδομένου ότι η τότε κυβέρνηση είχε στα χέρια της μετρήσεις που έδειχναν καθαρή υπεροχή του Όχι. Στις εκλογές του 2019 οι δημοσκοπήσεις έπεσαν σε γενικές γραμμές μέσα, υποεκτιμώντας όμως το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ.

Η μαγική σφαίρα

Μιλώντας για τις δημοσκοπήσεις, πρέπει να έχουμε πάντα στο νου μας ότι πρόκειται για επιστημονικά εργαλεία παραγωγής γνώσης και όχι για μαγικές σφαίρες που δείχνουν τα μελλούμενα. Κανονικά οι δημοσκοπήσεις πρέπει να λογίζονται ως «φωτογραφίες» της πολιτικών τάσεων. Δεν πρέπει επίσης να εργαλειοποιούνται για τη δημιουργία πολιτικών εντυπώσεων -κάτι που συστηματικά συμβαίνει στην Ελλάδα. Παρεμπιπτόντως, η εργαλειοποίηση των δημοσκοπήσεων είναι δίκοπο μαχαίρι. Το άνοιγμα της δημοσκοπικής διαφοράς μπορεί να δώσει αέρα νίκης στη ΝΔ, μπορεί όμως και να βοηθήσει τον ΣΥΡΙΖΑ να μαζέψει τις διαρροές του στα αριστερά του.

Θολό τοπίο

Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει τις δημοσκοπήσεις να πέφτουν έξω σε μείζονες εκλογικές αναμετρήσεις στο εξωτερικό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αποτυχία στις εκτιμήσεις στο δημοψήφισμα για το Brexit. Δεδομένου ότι στις ευρωπαϊκές χώρες δεν τίθεται υπόνοια μαγειρέματος, φαίνεται ότι η μεθοδολογία των μετρήσεων φτάνει στα όριά της σε ένα πολύ ρευστό σκηνικό, καθώς και ότι μια μερίδα πολιτών αποκρύπτει τις πολιτικές στάσεις της από τους δημοσκόπους.

Πέρα από τα γενικά ζητήματα με τις δημοσκοπήσεις, στην Ελλάδα έχουμε να κάνουμε με προβλήματα που προκύπτουν από την περιορισμένη αγορά και το μικρό μέγεθος των δημοσκοπικών εταιριών που καθιστούν αδύναμη τη διαπραγματευτική τους θέση απέναντι στους πολύ ισχυρούς πελάτες τους, τα πολιτικά κόμματα και τα μεγάλα ΜΜΕ. Επιπλέον, η ουσιαστικά ανεξέλεγκτη ροή του «πολιτικού χρήματος» λειτουργεί διαβρωτικά στο δημοσκοπικό χώρος, όπως άλλωστε συμβαίνει και στην Ενημέρωση. Το αποτέλεσμα είναι η διαχρονική φημολογία ότι τα ακριβή αποτελέσματα των ερευνών πολλές φορές γίνονται αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ εταιριών, κομμάτων και ΜΜΕ.

Άλλωστε, για να δημιουργηθούν οι εντυπώσεις, δεν απαιτείται μιας μεγάλης κλίμακας διαστρέβλωση. Αρκεί να παίξει κανείς με το (θεμιτό) στατιστικό λάθος +/-2,5% και μια διαφορά μεταξύ δύο κομμάτων μπορεί να πάει από το 2% στο 7%, χωρίς να εκτίθεται ο δημοσκόπος.

Οι εκστρατείες

Ωστόσο, όσα δημοσκοπικά παιχνίδια και αν γίνονται, δεν νομίζω ότι μπορεί να υπάρχει αμφιβολία ότι η Νέα Δημοκρατία διατηρεί καθαρό προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Αν και δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι η ΝΔ κέρδισε 3% σε 15 μέρες, το γενικό κλίμα δείχνει ότι υπάρχει ανάκαμψη του κυβερνώντος κόμματος. Από τη μια μεριά τα Τέμπη έχουν βγει εκτός ατζέντας, και από την άλλη, η καμπάνια της Νέας Δημοκρατίας μέχρι τώρα έχει πάει καλύτερα από αυτήν του ΣΥΡΙΖΑ. Είκοσι πέντε μέρες όμως στην πολιτική είναι πολύς χρόνος για να έρθουν τα πάνω κάτω. Ειδικά σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου ανά πάσα στιγμή μπορεί να γίνει το αδιανόητο, είκοσι πέντε μέρες είναι πάρα πολύς χρόνος.

Προσωπικά διαβάζω με προσοχή και επιφύλαξη κάθε δημοσκόπηση που βγαίνει. Θεωρώ ότι μπορεί κανείς να αντλήσει χρήσιμες πληροφορίες από τις έρευνες, ειδικά αν κάνει τις συγκρίσεις με το τι έδινε η ίδια εταιρία στο παρελθόν και το τι δίνουν οι άλλες οι εταιρίες. Αλλά μέχρις εκεί. Είναι όμως μεγάλο λάθος να προσδίδεται στις δημοσκοπήσεις μεγαλύτερη σημασία από αυτήν που τους αντιστοιχεί. Οι εκλογές δεν κρίνονται ούτε στις δημοσκοπήσεις ούτε στην επικοινωνία. Οι εκλογές κρίνονται στην πολιτική.

Γιάννης Αλμπάνης

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Shares