Οι Μανωλάδες και οι Αμυγδαλέζες του μέλλοντος μας

amugdaleza paidi

Από τη σημερινή Εποχή (21/4/2013)

Στις Απαρχές του Ολοκληρωτισμού, η Χάνα Άρεντ εκτιμούσε ότι ο τρόπος που αντιμετωπίστηκαν από τα ευρωπαϊκά κράτη οι απάτριδες-πρόσφυγες του Μεσοπολέμου, προοιωνιζόταν την αντιμετώπιση των Εβραίων από τους ναζί. Οι χιλιάδες αυτοί διωγμένοι από τις εστίες τους, θεωρήθηκαν  υποκείμενα χωρίς δικαιώματα ως μη πολίτες, κάτι που στην πραγματικότητα σήμαινε ότι γίνονταν αντικείμενα της εξουσιαστικής αυθαιρεσίας και του κρατικού δεσποτισμού. Από αυτή τη σκοπιά, ο διωγμός των Εβραίων θα μπορούσε να προσεγγιστεί όχι σα μια παρά φύσιν εκτροπή των πραγμάτων, αλλά σα μια παροξυμένη εκδοχή όσων συνέβαιναν προπολεμικά.

Ίσως θα μπορούσαμε να βοηθηθούμε από τη σκέψη της Άρεντ στην προσπάθεια μας να αναλύσουμε τα τελευταία συγκλονιστικά γεγονότα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τη Μανωλάδα. Πολλές φορές, ακόμα και άθελα μας, προσεγγίζουμε τα ζητήματα που αφορούν τους μετανάστες και τους πρόσφυγες ως  «εξαίρεση», ως κάτι που διαδραματίζεται «έξω» από εμάς, «έξω» από το πεδίο της άμεσης πολιτικής εμπειρίας μας. Ανεξαρτήτως της στάσης μας απέναντι τους, οι μετανάστες και ο πρόσφυγες είναι οι «άλλοι» οι «ξένοι». Το ερώτημα που τίθεται τελικά  είναι αν οι ξένοι δεν είναι και τόσο «ξένοι» ή μάλλον για να το προσδιορίσουμε καλύτερα, αν οι συνθήκες εργασίας των μεταναστών και η αντιμετώπιση τους από τον κρατικό μηχανισμό δεν αποτελούν την εξαίρεση μέσα στο βασίλειο του κράτους δικαίου και της κοινωνικής προστασίας, αλλά συγκροτούν τον νέο κανόνα σε ό,τι αφορά τις εργασιακές σχέσεις και τις πολιτικές ελευθερίες. Το ερώτημα που τίθεται δηλαδή είναι αν οι Μανωλάδες και οι Αμυγδαλέζες συνιστούν  τα εργαστήρια όπου διαμορφώνεται το δικό μας μέλλον.

Μια προφανής αντίρρηση στον ισχυρισμό περί εργαστηρίου θα ήταν ότι έναν Έλληνα εργαζόμενο δεν θα τον πυροβολούσαν σε περίπτωση που διεκδικούσε τα δεδουλευμένα του. Ωστόσο, η Μανωλάδα δεν δημιουργήθηκε σήμερα, αλλά ήδη μετράει αρκετά χρόνια εργοδοτικής τρομοκρατίας και ρατσιστικής βίας. Εκείνο που πραγματικά άλλαξε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια είναι ότι η Μανωλάδα έπαψε να είναι η εξωφρενική εξαίρεση της αγοράς εργασίας, ένας θύλακας τριτοκοσμικής μπανανίας εντός μιας κραταιάς χώρας της ευρωζώνης. Όντως σήμερα κανέναν Έλληνα δεν θα τον πυροβολήσουν αν ζητούσε τα δεδουλευμένα του. Όταν όμως πρωτομάθαμε για τη Μανωλάδα, δεν υπήρχε Έλληνας που να μην πληρωθεί για εργασία που είχε κάνει, δεν υπήρχε Έλληνας που να δουλεύει συστηματικά ανασφάλιστος για ψίχουλα, δεν υπήρχε Έλληνας του οποίου οι συνθήκες εργασίας να ορίζονται αποκλειστικά κατά τις βουλές του εργοδότη. Σήμερα η εικόνα είναι τελείως διαφορετική. Αυτό που κάποτε ήταν συνθήκη αποκλειστικά για τους μετανάστες, πλέον αποτελεί κανόνα για ένα πολύ μεγάλο κομμάτι (ίσως το μεγαλύτερο) των Ελλήνων εργαζομένων. Μάλιστα η εικόνα γίνεται ακόμα πιο ζοφερή αν λάβουμε υπ” όψη ότι στο υπό την Cosco λιμάνι του Πειραιά ή στις υπό διαμόρφωση ειδικές οικονομικές ζώνες, θεσμοθετείται επισήμως αυτό που μέχρι τώρα θεωρούταν αυθαίρετη πρακτική της εργοδοσίας. Όντως, λοιπόν, μόνο στη Μανωλάδα πυροβολούν, αλλά ολοένα και περισσότερο μοιάζει η Μανωλάδα να είναι το πρωτοπόρο παράδειγμα που ακολουθεί  η αγορά εργασίας.

Αναλόγως μπορούμε να προσεγγίσουμε και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Είναι αλήθεια ότι προορίζεται αποκλειστικά για τους μετανάστες αυτός ο (μη) τόπος της δικαιικής εξαίρεσης, όπου φυλακίζονται για απροσδιόριστο χρόνο άνθρωποι που δεν έχουν διαπράξει κάποιο έγκλημα και όπου καταλύεται κάθε έννοια δικαιώματος όπως τη γνωρίζαμε μέχρι τώρα. Προχτές όμως διαβάσαμε την κυβερνητική ανακοίνωση ότι ανοίγουν στρατόπεδα για τους οφειλέτες του δημοσίου. Επιπλέον, παρατηρούμε το τελευταίο διάστημα ότι οι επιχειρήσεις-σκούπα της αστυνομίας δεν στοχεύουν μόνο τους μετανάστες, αλλά επεκτείνονται, θέτοντας στο στόχαστρο τους αστέγους και τους τοξικοεξαρτημένους -είχαν προηγηθεί βέβαια προεκλογικά οι εκδιδόμενες οροθετικές. Δηλαδή, το «καθεστώς εξαίρεσης» που σιγά σιγά έγινε κανόνας για τους μετανάστες, αρχίζει να συμπεριλαμβάνει τους φτωχούς ή φτωχοποιημένους ντόπιους. Αυτό που χτες ήταν πόλεμος εναντίον των μεταναστών, τώρα εξελίσσεται σε ένα γενικευμένο πόλεμο εναντίον των φτωχών συνολικά.

Συνοψίζοντας, ισχυρίζομαι ότι η εξουσία χρησιμοποιεί τα σώματα των μεταναστών και των προσφύγων (απέναντι στους οποίους οι ντόπιοι συνήθως είναι εχθρικοί) για να εφαρμόσει πολιτικές που όχι μόνο δεν θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στους ντόπιους, αλλά που μέχρι πριν κάποιο διάστημα θεωρούνταν αδιανόητες -ποιος θα μπορούσε να φανταστεί στρατόπεδα συγκέντρωσης στη μεταπολεμική Ευρώπη; Η εφαρμογή του αδιανόητου στον «ξένο»  δημιουργεί θεσμικό προηγούμενο, με τον καιρό το κανονικοποιεί, κι εντέλει εθίζει την κοινωνία στο να το θεωρεί φυσιολογικό. Όταν η βαρβαρότητα γίνει στοιχείο της καθημερινότητας παύει να μάς σοκάρει. Έχοντας λοιπόν αποδεχτεί το αδιανόητο για τους «άλλους», μπορούμε πολύ εύκολα να το δεχτούμε και για εμάς τους ίδιους. Όταν σπάει το ταμπού, όλα είναι δυνατά.

Σε καμιά περίπτωση δεν θέλω βέβαια  να υποβαθμίσω τα βάσανα των μεταναστών ή να αρνηθώ ότι οι μετανάστες είναι οι πιο κολασμένοι από τους κολασμένους. Ούτε βέβαια υπαινίσσομαι (πώς θα μπορούσα άλλωστε;) ότι δεν χρειαζόμαστε ένα διακριτό κίνημα αλληλεγγύης στους μετανάστες. Η άποψη που προσπαθώ να στηρίξω  είναι ότι αν οι κρατικές πολιτικές για το μεταναστευτικό αποτελούν τις πρώτες δοκιμές μέτρων που τελικά επεκτείνονται σε όλη την κοινωνία, τότε δεν θα πρέπει να βλέπουμε στην αλληλεγγύη στους μετανάστες και τους πρόσφυγες τόσο την έκφραση των διεθνιστικών και ουμανιστικών αξιών της Αριστεράς, όσο την πρώτη γραμμή υπεράσπιση των συμφερόντων των φτωχών στο σύνολο τους. Αν οι Αμυγδαλέζες και οι Μανωλάδες είναι τα εργαστήρια του μέλλοντος μας, τότε ο αγώνας για την κατάργηση τους δεν είναι απλά πράξη συμπαράστασης προς «τα έξω»,  σε κάποιους «άλλους». Αντιθέτως, είναι ένα αγώνας «εντός», για εμάς τους ίδιους. Είναι ένας αγώνας για να μη βυθιστεί συνολικά η κοινωνία στον δεσποτισμό του κεφαλαίου. Υπερασπιζόμενοι τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, υπερασπιζόμαστε εντέλει τους εαυτούς μας μας.

 

Γιάννης Αλμπάνης

Περισσότερα

Φώτης Μπενλισόι: Στην Τουρκία του Ερντογάν «οι από κάτω» έγιναν πιο αδύναμοι

Foti-Benlisoy1

Από την Εποχή της 7/4/2013

Ο Φώτης Μπενλισόι συμμετέχει στην Αντικαπιταλιστική Δράση, ένα δίκτυο ακτιβιστών που δραστηριοποιείται στα Τουρκικά κοινωνικά κινήματα. Παλιότερα υπήρξε στέλεχος του ODP, του κόμματος Ελευθερία Αλληλεγγύη. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στο περιθώριο του σεμιναρίου που οργάνωσε το ODP για τη Συρία πριν από δύο βδομάδες στην Κωνσταντινούπολη.

Ο Ερντογάν βρίσκεται δέκα χρόνια τώρα στην κυβέρνηση. Ποιον απολογισμό της πολιτικής του θα μπορούσαμε να κάνουμε, τόσο σε ό,τι αφορά την καταπολέμηση της φτώχειας όσο και σε ό,τι έχει να κάνει με τις πολιτικές ελευθερίες;

Το AKP, το κόμμα του Ερντογάν, ήρθε στην κυβέρνηση μετά την κρίση του 2001. Μια κρίση που ισοπέδωσε το πολιτικό σύστημα, ιδιαίτερα το Κέντρο. Τα κόμματα του Κέντρου (Γιλμάζ, Τσιλέρ κτλ) κυριολεκτικά διαλύθηκαν, κάτι που συμβαίνει βέβαια ως ένα βαθμό τώρα και στην Ελλάδα. Σε αντίθεση όμως με χώρες όπως η Ελλάδα ή η Αργεντινή, στην Τουρκία δεν υπήρξε ισχυρή κοινωνική αντίσταση στα μέτρα λιτότητας…

Αυτή η ανυπαρξία αντίστασης σχετίζεται με το ότι η Τουρκική Αριστερά είχε ηττηθεί κατά κράτος με το πραξικόπημα, είκοσι χρόνια πριν;

Αναμφίβολα. Είχαν προηγηθεί σειρά από ήττες της Αριστεράς και του συνδικαλιστικού κινήματος. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι νεοφιλελεύθερα μέτρα εφαρμόζονταν στην Τουρκία από τη δεκαετία του ’80. Σε αυτές τις ήττες  πρέπει να προσθέσουμε το ότι η Αριστερά δεν μπόρεσε να απαντήσει με πειστικό τρόπο στα ερωτήματα που έθετε η άνοδος του πολιτικού Ισλάμ και του Κουρδικού κινήματος. Το πολιτικό κενό, λοιπόν, που άφησε η κατάρρευση του Κέντρου και η αδυναμία της Αριστεράς, ήρθε να το καλύψει πολύ εύκολα αυτό που εγώ ονομάζω “νεοφιλελεύθερος λαϊκισμός” του Ερντογάν. Κάνω λόγο για λαϊκισμό γιατί ο Ερντογάν κινητοποίησε τον κόσμο κι εξέφρασε την οργή του προβάλλοντας το πολύ ελκτικό σχήμα “η δυτικόφρονη γραφειοκρατική κεμαλική ελίτ εναντίον του συντηρητικού μουσουλμανικού μιλέτ (έθνος-κοινότητα)”. Στα δέκα αυτά χρόνια συγκροτήθηκε μια πολύ ισχυρή αστική ηγεμονία. Ο Ερντογάν, δηλαδή, έλυσε το πρόβλημα πολιτικής εκπροσώπησηςπου είχε η αστική τάξη τις δύο προηγούμενες δεκαετίες.

Με τον Ερτνογάν άλλαξε η σύνθεση της Τουρκικής οικονομικής ελίτ; Αναδείχθηκαν νέα, μουσουλμανικά, τζάκια;

Αναδείχθηκαν νέα τζάκια, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι άλλαξε τελείως η σύνθεση της ελίτ. Δεν ισχύει το σχήμα ότι ο Ερντογάν έφτιαξε μια νέα αστική τάξη σε βάρος μια υποτιθέμενες «κεμαλικής αστικής τάξης. Το ΑΚΠ αποτέλεσε συνολικά λύση για το κεφάλαιο. Έχουμε λοιπόν μια αστική ηγεμονία που λύνει το πρόβλημα πολιτικής εκπροσώπησης της αστικής τάξης. Μετά από δύο δεκαετίες ασταθών κυβερνήσεων συνεργασίας, παρουσιάζεται μια ισχυρή μονοκομματική κυβέρνηση που εφαρμόζει νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις πολύ πιο εύκολα από ό,τι στο παρελθόν. Σε ό,τι αφορά τις πολιτικές ελευθερίες, όσες αλλαγές σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια της μικρής περιόδου που γινόταν η σύγκρουση με το στρατό κι έμπαινε το ζήτημα της ένταξης στην ΕΕ, αποδείχτηκαν τελικά επιφανειακές. Το AKP παραμένει ένα συντηρητικό κόμμα, που θα μπορούσε να συγκριθεί με το Αμερικάνικο Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Ο συντηρητισμός αυτό φαίνεται άλλωστε και στη συνέχιση των διώξεων για πολιτικούς λόγους καθώς και στο νέο Σύνταγμα που προτείνει το AKP, ένα τελείως προεδρικοκεντρικό-”πουτινικό” Σύνταγμα. Συνοψίζοντας, στα δέκα χρόνια του Ερντογάν “οι από κάτω” της Τουρκικής κοινωνίας έγιναν πιο αδύναμοι.

Ναι άλλα όλοι αυτοί οι τρομεροί ρυθμοί ανάπτυξης που έχουν σημειωθεί κατά τη δεκαετία του Ερντογάν δεν έχουν αλλάξει το πρόσωπο της κοινωνίας; Το χρήμα δεν διαχέεται καθόλου στους πιο φτωχούς;

Προφανώς άμα συγκρίνουμε το ποσοστό ανεργίας του 2001 με το σημερινό, υπάρχει διαφορά. Ωστόσο, η ανεργία μειώθηκε με την κλασική νεοφιλελεύθερη συνταγή: ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και τσάκισμα των κοινωνικών δικαιωμάτων. Έχουμε δηλαδή μια ανάπτυξη “κινέζικου” τύπου, η οποία δεν απαλύνει τις κοινωνικές ανισότητες.

Πέρα από τις ανισότητες, η ανάπτυξη δεν μείωσε τη φτώχεια;

Σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη θεωρία, ο πλούτος μπορεί να συγκεντρώνεται σε λίγα χέρια, αλλά τελικά ένα μέρος του διαχέεται σε όλη την κοινωνία. Βλέπουμε όμως ότι στην Τουρκία αυτό δεν ίσχυσε. Σε σύγκριση με τη Ελλάδα για παράδειγμα, η Τουρκία βρίσκεται πολύ πίσω σε βασικούς δείκτες του βιοτικού επιπέδου, όπως η πρόσβαση στην Υγεία, η Παιδεία κτλ.

Σε ό,τι αφορά την πολιτική τώρα, η διακυβέρνηση Ερντογάν σηματοδοτεί μια ρήξη με την παράδοση του κεμαλισμού και την πρωτοκαθεδρία του στρατού στα πολιτικά πράγματα της Τουρκίας;

Πολλές φορές κάνουμε το λάθος να ερμηνεύουμε τα τελευταία ογδόντα χρόνια με το σχήμα της επικράτησης μιας κεμαλικής ελίτ. Αυτό άλλωστε είναι και το σχήμα που είχε υιοθετήσει το AKP. Ο ρόλος τους στρατού όμως δεν ήταν πάντοτε ο ίδιος. Ο στρατός αναλάμβανε κεντρικό ρόλο όταν υπήρχε κρίση πολιτικής εκπροσώπησης. Από τη στιγμή που με τον Ερντογάν λήγει η κρίση πολιτικής εκπροσώπησης, ο ρόλος του στρατού είναι εκ των πραγμάτων περιττός. Όπως και να έχει όμως, η σύγκρουση του AKP μες τους κεμαλικούς δεν αφορούσε “τους από κάτω” και τα δικαιώματά τους.

Για την ελίτ όμως δεν αλλάζει κάτι;

Για την ελίτ όντως αλλάζουν αρκετά πράγματα. Έχουμε πια μια ισχυρή κυβέρνηση που νομοθετεί με ευκολία κι ελέγχει τα πάντα, συμπεριλαμβανομένων του στρατού και της αστυνομίας. Πρόκειται για συγκεντροποίηση της εξουσίας, κάτι που εγκυμονεί κινδύνους, μιας κι ένας άνθρωπος έχει στα χέρια του όλη την πολιτική ισχύ.

Να μιλήσουμε λίγο παραπάνω για το σημερινό ρόλο του στρατού;

Ο στρατός έχει πια τεθεί υπό τον πλήρη έλεγχο του Ερντογάν. Η σύγκρουση Ερντογάν-κεμαλικών ήταν ταυτόχρονα και μια εσωτερική αντιπαράθεση του ίδιου του στρατού. Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, παρατηρούμε ένα τμήμα της στρατιωτικής γραφειοκρατίας να αρχίζει να κρατάει αποστάσεις από τις ΗΠΑ. Το εν λόγω τμήμα επαναδιατυπώνει τον ορισμό της εθνικής ασφάλειας πιο τρόπο πιο ανεξάρτητο από τις ΗΠΑ, Η βασική αιτία είναι η αποδοχή από τις ΗΠΑ της εγκαθίδρυσης της αυτόνομης Κουρδικής οντότητας στο Ιράκ. Αυτή η στροφή έγινε εμφανής το 2003 όταν ο στρατός, που ήταν τότε παντοδύναμος, δεν παρενέβη και επέτρεψε στη Βουλή να αποφασίσει τη μη συμμετοχή της Τουρκίας στον δεύτερο πόλεμο του Κόλπου. Τώρα πια ξέρουμε ότι οι ΗΠΑ ερμήνευσαν αυτήν τη μη εμπλοκή ως έκφραση δυσαρέσκειας τους Τουρκικού στρατιωτικού κατεστημένου απέναντι στην πολιτική τους.

Και το Ισλάμ; Προωθεί τελικά το AKP την ισλαμοποίηση της Τουρκικής κοινωνίας;

Όχι, δεν νομίζω ότι πρέπει να μιλάμε για ισλαμοποίηση ή “κρυφή ατζέντα του Ερντογάν”. Όπως σού ξαναείπα, το AKP μοιάζει με το Ρεπουμπλικανικό κόμμα των ΗΠΑ. Δηλαδή είναι ένα συντηρητικό κόμμα που επιχειρεί να πολιτικοποιήσει θέματα όπως οι εκτρώσεις, η εκπαίδευση, τα δικαιώματα των LGBT. Την ίδια στιγμή που αποπολιτικοποιεί τα οικονομικά θέματα, επιχειρεί να πολιτικοποιήσει ζητήματα στο “πολιτισμικό πεδίο”. Μάλλον είναι πιο ορθό να μιλάμε για έναν ακραίο κι επιθετικόσυντηρητισμό παρά για ισλαμοποίηση.

Απέναντι στους Κούρδους έχει αλλάξει κάτι;

Στο Κουρδικό γίνεται πραγματικός σεισμός με την έκκληση του Οτσαλάν για εκεχειρία και απόσυρση των ανταρτών από την Τουρκία. Μετά από μια ιδιαίτερα αιματηρή περίοδο σκλήρυνσης της αντιπαράθεσης, τους τελευταίους δύο μήνες τα πράγματα αλλάζουν για πολλούς λόγους. Πρώτα απ” όλα και οι δύο πλευρές καταλαβαίνουν ότι στρατιωτικά δεν μπορούν να νικήσουν. Δεύτερο, από πολιτικής σκοπιάς και οι δύο πλευρές έχουν ενδυναμωθεί, οπότε ούτε πολιτικά μπορεί κάποιος να επιβληθεί. Τρίτον, οι εξελίξεις στη Συρία ενισχύουν τους Κούρδους και ιδιαίτερα το PKK. Κατά συνέπεια, η κυβέρνηση παίζει το χαρτί της ειρήνευσης με τους Κούρδους. Ακούγεται πολύ το σενάριο ότι θα γίνουν κάποιες παραχωρήσεις στους Κούρδους και αυτοί από τη μεριά τους θα στηρίξουν κοινοβουλευτικά την αναθεώρηση του Συντάγματος που επιδιώκει ο Ερνταγάν, ούτως ώστε να επιτευχθεί η αναγκαία πλειοψηφία.

Οι Κούρδοι τι ακριβώς θα πάρουν;

Δεν είναι ακόμα καθαρό. Προς το παρόν έχουν κερδίσει την αναγνώριση του Οτσαλάν ως ηγέτη τους και ως συνομιλητή του Τουρκικού κράτους. Από εκεί και πέρα θα πιέσουν για να καταργηθεί το πλαφόν του 10% στις βουλευτικές εκλογές, για ορισμό της ιδιότητας του Τούρκου πολίτη χωρίς εθνικές αναφορές (ο Οτσαλάν συχνά αναφέρεται στον “συνταγματικό πατριωτισμό” του Χάμπερμας), για εκπαίδευση στη μητρική γλώσσα τους, καθώς και για ενίσχυση του ρόλου της τοπικής αυτοδιοίκησης στις Κουρδικές περιοχές. Οι Κούρδοι είναι έτοιμοι για τον συμβιβασμό. Να δούμε αν θα μπορέσει να προχωρήσει ο Ερντογάν γιατί ο πολιτικός χώρος του είναι βαθιά συντηρητικός κι εθνικιστικός.

Και μια τελευταία ερώτηση. Φαίνεται ότι η επιλογές της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στη Συρία δεν “βγαίνουν”. Η αντιπολίτευση δυσκολεύεται να νικήσει και οι ΗΠΑ δεν εμφανίζονται πολύ πρόθυμες να επισπεύσουν την πτώση του Άσαντ…

Η Τουρκική πολιτική στη Συρία έχει αποτελματωθεί. Περίμεναν μια γρήγορη νίκη της αντιπολίτευσης, κάτι που δεν συνέβη. Ωστόσο, η πολιτική της περιφερειακής δύναμης που ακολουθεί το AKP, θα συνεχιστεί. Αυτή είναι η πολιτική επιλογή της Τουρκικής αστικής τάξης, που εγκαινίασε ο Οζάλ. Οι θεωρίες του Νταβούτογλου περί νεοθωμανισμού και στρατηγικής εμβάθυνσης δεν είναι παρά τα ιδεολικά προσχήματα της επιλογής του κεφαλαίου εδώ και πολλά χρόνια, για αναβάθμιση της Τουρκίας στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα και μετατροπής της σε περιφερειακή δύναμη. Δεν πρόκειται για ιδεολογικό ζήτημα, αλλά για πολιτική και οικονομική επιλογή.

 

Τη συνέντευξη πήρε ο Γιάννης Αλμπάνης

Περισσότερα