Το no story των α­πο­λύ­σεω­ν

Από την Εποχή της 8/9/2013

Με­τά τον πιο «γε­μά­το» με πο­λι­τι­κά γε­γο­νό­τα Αύ­γου­στο των τε­λευ­ταίων ε­τών, φαί­νε­ται ό­τι με τον ερ­χο­μό του φθι­νο­πώ­ρου α­να­δύε­ται μια νέα πο­λι­τι­κή συ­γκυ­ρία, η ο­ποία δεν ση­μα­το­δο­τεί­ται α­πό α­να­τρο­πές, αλ­λά α­πό την ό­ξυν­ση τά­σεων που ή­δη εί­χα­με πα­ρα­τη­ρή­σει το προ­η­γού­με­νο διά­στη­μα.

Σπά­ζο­ντας το «τα­μπού των α­πο­λύ­σεων»

Ασφα­λώς βα­σι­κή συ­νι­στώ­σα της νέ­ας συ­γκυ­ρίας α­πο­τε­λεί το σπά­σι­μο του «τα­μπού των α­πο­λύ­σεων στο δη­μό­σιο», για να χρη­σι­μο­ποιή­σου­με το λε­ξι­λό­γιο των μνη­μο­νια­κών ιε­ρά­κων. Το προ­α­ναγ­γελ­θέν στα κεί­με­να των μνη­μο­νίων (και πολ­λά­κις δια­ψευ­σθέν α­πό τις ε­κά­στο­τε μνη­μο­νια­κές κυ­βερ­νή­σεις) κύ­μα α­πο­λύ­σεων στο δη­μό­σιο συ­νι­στά μια πραγ­μα­τι­κή τρα­γω­δία. Από τη μια με­ριά, ε­νι­σχύει με χι­λιά­δες νέ­ους α­νέρ­γους τον ή­δη τε­ρά­στιο στρα­τό των αν­θρώ­πων που έ­χουν χά­σει τη δου­λειά τους. Από την άλ­λη, για τους δη­μό­σιους υ­παλ­λή­λους που α­πο­λύο­νται, το να ξα­να­βρούν δου­λειά μοιά­ζει α­νέ­φι­κτο, τό­σο λό­γω της ύ­φε­σης, ό­σο και λό­γω του ό­τι η ι­διαί­τε­ρη ερ­γα­σια­κή ε­μπει­ρία τους δύ­σκο­λα μπο­ρεί να α­ξιο­ποιη­θεί στον ι­διω­τι­κό το­μέα. Άνθρω­ποι που μέ­χρι τώ­ρα εί­χαν ε­ξα­σφα­λι­σμέ­νο έ­να α­ξιο­πρε­πές βιο­τι­κό ε­πί­πε­δο, κα­τα­στρέ­φο­νται, χω­ρίς ο­ρα­τή προο­πτι­κή α­νά­τα­ξης της κα­τά­στα­σης.
Όμως, ση­μα­ντι­κό πλήγ­μα υ­φί­στα­νται α­κό­μα και ό­σοι δεν συ­μπε­ρι­λη­φθούν σε αυ­τό το κύ­μα α­πο­λύ­σεων. Η ου­σια­στι­κή κα­τάρ­γη­ση της μο­νι­μό­τη­τας στο δη­μό­σιο σε συν­δυα­σμό με τα τε­λείως αυ­θαί­ρε­τα κρι­τή­ρια βά­σει των ο­ποίων κα­ταρ­τί­ζο­νται οι λί­στες των α­πο­λύ­σεων, δη­μιουρ­γεί μια πε­ριρ­ρέ­ου­σα α­τμό­σφαι­ρα α­να­σφά­λειας και κα­χυ­πο­ψίας. Το βα­σι­κού α­τού της δη­μο­σιοϋπαλ­λη­λίας, δη­λα­δή η ερ­γα­σια­κή στα­θε­ρό­τη­τα, χά­νε­ται και μα­ζί με αυ­τό θρυμ­μα­τί­ζο­νται τρό­ποι ζωής κα­θώς και θε­με­λιώ­δεις α­ντι­λή­ψεις, που θεω­ρού­νταν μέ­χρι τώ­ρα οι «στα­θε­ρές» με­γά­λου τμή­μα­τος της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νίας.
Κα­τα­στρο­φή, λοι­πόν, για τους α­πο­λυ­μέ­νους και φό­βος για ό­σους μέ­νουν στις θέ­σεις τους. Όπως εί­ναι ε­πό­με­νο, η δρα­μα­τι­κή αλ­λα­γή, που φέρ­νουν οι α­πο­λύ­σεις στο δη­μό­σιο, διευ­ρύ­νει πε­ραι­τέ­ρω τα αι­σθή­μα­τα δυ­σα­ρέ­σκειας, α­πο­γοή­τευ­σης, διά­ψευ­σης και α­γα­νά­κτη­σης που κά­θε άλ­λο πα­ρά μειο­ψη­φι­κά εί­ναι στην Ελλά­δα του Μνη­μο­νίου. Η ρα­γδαία μείω­ση των ερ­γα­τι­κών ει­σο­δη­μά­των μα­ζί με τη γι­γά­ντω­ση των α­πο­λύ­σεων στον ι­διω­τι­κό το­μέα δη­μιούρ­γη­σαν ε­κεί­νη την κοι­νω­νι­κή συν­θή­κη, ε­ξαι­τίας της ο­ποίας εί­δα­με τις πρω­το­φα­νείς λαϊκές κι­νη­το­ποιή­σεις των πλα­τειών, το πο­λι­τι­κό τέ­λος του δι­κομ­μα­τι­σμού, κα­θώς και τη συ­γκλο­νι­στι­κή ά­νο­δο του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Κα­τά συ­νέ­πεια, έ­χου­με σο­βα­ρούς λό­γους να ει­κά­σου­με ό­τι οι χι­λιά­δες α­πο­λύ­σεις στο δη­μό­σιο θα α­να­δια­τά­ξουν εκ νέ­ου τον πο­λι­τι­κό και κοι­νω­νι­κό συ­σχε­τι­σμό δυ­νά­μεων. Θα ή­ταν βέ­βαια σο­βα­ρό λά­θος να α­κο­λου­θή­σου­με τη μπα­κα­λί­στι­κη λο­γι­κή ε­νός ο­ρι­σμέ­νου «σο­βιε­τι­κού μαρ­ξι­σμού», θεω­ρώ­ντας ό­τι νο­μο­τε­λεια­κά η φτω­χο­ποίη­ση ο­δη­γεί στον ρι­ζο­σπα­στι­σμό. Ωστό­σο, εί­ναι προ­φα­νές ό­τι κά­ποιος-α που μέ­σα σε μια νύ­χτα γκρε­μί­ζε­ται α­πό την μι­κρα­στι­κή «νοι­κο­κυ­ρο­σύ­νη» στην πε­ρι­θω­ριο­ποίη­ση της α­νερ­γίας, θα α­κού­σει πο­λύ πιο ευ­νοϊκά, α­πό ό,τι στο πα­ρελ­θόν, τις φω­νές που α­ντι­στρα­τεύο­νται το μνη­μό­νιο.

No story at all

Πέ­ρα α­πό τις α­πο­λύ­σεις στο δη­μό­σιο, η νέα συ­γκυ­ρία ε­πη­ρεά­ζε­ται α­πό την εμ­φα­νή α­που­σία ε­νός α­ξιό­πι­στου πο­λι­τι­κού σχε­δίου α­πό την πλευ­ρά της κυ­βέρ­νη­σης. Πι­θα­νόν να εί­ναι η πρώ­τη φο­ρά τα τε­λευ­ταία τρία χρό­νια που το μνη­μο­νια­κό μπλοκ δεν έ­χει να «που­λή­σει» στους «α­πό κά­τω». Το λε­γό­με­νο success story α­πο­δεί­χτη­κε πύρ­γος α­πό τρα­που­λό­χαρ­τα που τα σκόρ­πι­σε ο αέ­ρας. Αυ­τή τη στιγ­μή, ό­χι μό­νο λοι­πόν δεν υ­πάρ­χει success story, αλ­λά ό­λα δεί­χνουν ό­τι δεν υ­πάρ­χει story at all. Δεν υ­πάρ­χει, δη­λα­δή, μια στοι­χειω­δώς πει­στι­κή α­φή­γη­ση που να μπο­ρεί να χρυ­σώ­σει το χά­πι της φτώ­χειας, υ­πο­σχό­με­νη ό­τι μια και­νούρ­για προο­πτι­κή μπο­ρεί να α­νοί­ξει για τους πο­λί­τες που υ­πο­φέ­ρουν. Η έ­ξο­δος στις α­γο­ρές έ­χει πα­ρα­πεμ­φθεί στις ελ­λη­νι­κές κα­λέν­δες, το τέ­λος της ύ­φε­σης διαρ­κώς α­να­βάλ­λε­ται, η υ­πό­σχε­ση για δρα­στι­κή μείω­ση της α­νερ­γίας ού­τε καν εκ­στο­μί­ζε­ται και η πε­ρι­βό­η­τη χα­λά­ρω­ση με­τά τις γερ­μα­νι­κές ε­κλο­γές μοιά­ζει φρού­δα ελ­πί­δα. Επι­πρό­σθε­τα, η ε­πί­ση­μη πα­ρα­δο­χή ό­τι τα νού­με­ρα δεν βγαί­νουν και θα χρεια­στεί και­νούρ­γιο χρη­μα­το­δο­τι­κό πα­κέ­το (κι ε­πο­μέ­νως κι άλ­λα μέ­τρα) κα­θι­στά την ει­κό­να α­κό­μα πιο ζο­φε­ρή.
Εί­ναι, βέ­βαια, ε­ξαι­ρε­τι­κά εν­δια­φέ­ρον ό­τι στην προ­ε­κλο­γι­κή εκ­στρα­τεία της Γερ­μα­νίας ό­λες οι πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις το­πο­θε­τού­νται σαν να προ­ε­ξο­φλούν ό­τι τα δά­νεια προς την Ελλά­δα δεν θα α­πο­πλη­ρω­θούν πο­τέ. Ωστό­σο, α­κό­μα και αν υ­πάρ­ξει κού­ρε­μα του χρέ­ους στο ο­ποίο θα δο­θεί μια άλ­λη ο­νο­μα­σία (κά­τι που προς το πα­ρόν δια­ψεύ­δε­ται ε­πι­σή­μως), οι ε­πι­πτώ­σεις για τους ερ­γα­ζό­με­νους και τους α­νέρ­γους δεν θα εί­ναι ευερ­γε­τι­κές. Οποια­δή­πο­τε α­πο­μείω­ση του χρέ­ους, α­πό τη μια με­ριά, θα συ­νο­δευ­τεί με α­παλ­λο­τρίω­ση α­πό τους δα­νει­στές ση­μα­ντι­κών πε­ριου­σια­κών στοι­χείων του δη­μο­σίου, και α­πό την άλ­λη, δεν θα συ­νε­πά­γε­ται ει­σο­δη­μα­τι­κή ε­νί­σχυ­ση των α­σθε­νέ­στε­ρων. Η φτώ­χεια, η α­πορ­ρύθ­μι­ση της α­γο­ράς ερ­γα­σίας και η ι­διω­τι­κο­πο­ποίη­ση των πά­ντων δεν α­πο­τε­λούν συ­γκυ­ρια­κά φαι­νό­με­να που α­πορ­ρέ­ουν α­πό τις «δα­νεια­κές υ­πο­χρεώ­σεις της χώ­ρας», αλ­λά συ­νι­στούν τους πυ­λώ­νες ε­νός και­νούρ­γιου κοι­νω­νι­κού μο­ντέ­λου που ε­πι­βάλ­λε­ται, ε­νός μο­ντέ­λου ά­κρα­του κα­πι­τα­λι­σμού. Το γε­γο­νός, λοι­πόν, ό­τι έ­χει γί­νει προ­φα­νής η δια­τή­ρη­ση του μνη­μο­νια­κου πλαι­σίου για πολ­λά χρό­νια, συρ­ρι­κνώ­νει τη συ­ναί­νε­ση στην κυ­βερ­νη­τι­κή πο­λι­τι­κή. Στο ε­πι­χεί­ρη­μα του «α­να­γκαίου κα­κού», πά­νω στο ο­ποίο οι­κο­δο­μή­θη­κε η πο­λι­τι­κή ΝΔ, ΠΑ­ΣΟΚ και ΔΗ­ΜΑ­Ρ, αυ­το­μά­τως α­ντι­τεί­νε­ται πλέ­ον το ε­ρώ­τη­μα «α­να­γκαίο για ποιο σκο­πό;». Τι νό­η­μα έ­χει η πα­ρα­τε­τα­μέ­νη λι­τό­τη­τα αν δεν ο­δη­γεί σε έ­ξο­δο α­πό την κρί­ση σε έ­να ο­ρα­τό μέλ­λο­ν; Το ε­ρώ­τη­μα τί­θε­ται α­πό ο­λοέ­να και πε­ρισ­σό­τε­ρους και πει­στι­κή α­πά­ντη­ση δεν μπο­ρεί να πά­ρει α­πό την κυ­βερ­νη­τι­κή πλευ­ρά.

Για­τί πα­ρα­μέ­νει στα­θε­ρή η κυ­βέρ­νη­ση

Αν, λοι­πόν, η κοι­νω­νι­κή δυ­σφο­ρία διο­γκώ­νε­ται λό­γω των α­πο­λύ­σεων την ί­δια στιγ­μή που η συ­ναί­νε­ση στο μνη­μο­νια­κό μπλοκ συρ­ρι­κνώ­νε­ται α­φού δεν δια­θέ­τει πει­στι­κό πο­λι­τι­κό σχέ­διο, για­τί η κυ­βέρ­νη­ση εμ­φα­νί­ζε­ται στα­θε­ρή; Θα μπο­ρού­σα­με να α­πο­δώ­σου­με αυ­τήν την (φαι­νο­με­νι­κή;) στα­θε­ρό­τη­τα της κυ­βέρ­νη­σης σε τρεις βα­σι­κές αι­τίες.
Πρώ­τα α­π’ ό­λα, η κι­νη­μα­τι­κή ά­πνοια ε­νι­σχύει την κυ­βέρ­νη­ση. Ενώ ο κό­σμος α­πορ­ρί­πτει τη μνη­μο­νια­κή πο­λι­τι­κή, ε­ντού­τοις, εμ­φα­νί­ζε­ται α­πρό­θυ­μος στο να κι­νη­το­ποιη­θεί μα­ζι­κά. Αυ­τή την α­προ­θυ­μία θα πρέ­πει να την α­πο­δώ­σου­με α­πό τη μια στην αί­σθη­ση που έ­χει δη­μιουρ­γη­θεί με­τά τις δια­δο­χι­κές ήτ­τες των τε­λευ­ταίων ε­τών, ό­τι οι κι­νη­το­ποιή­σεις εί­ναι μά­ταιες, και α­πό την άλ­λη, στο φό­βο ό­τι η συμ­με­το­χή σε μια α­περ­γία μπο­ρεί να έ­χει ως α­πο­τέ­λε­σμα την α­πό­λυ­ση του ερ­γα­ζο­μέ­νου –κά­τι που ι­σχύει πλέ­ον και στο δη­μό­σιο. Ωστό­σο, η κι­νη­το­ποίη­ση συ­μπα­ρά­στα­σης στην ΕΡΤ σε συν­δυα­σμό με τα πρώ­τα μη­νύ­μα­τα που έρ­χο­νται α­πό τις συ­νε­λεύ­σεις των κα­θη­γη­τών δεί­χνουν ό­τι δεν εί­ναι α­πί­θα­νη η α­να­τρο­πή της υ­φι­στά­με­νης ητ­το­πά­θειας. Θα χρεια­στεί, βέ­βαια, συ­μπα­ρά­τα­ξη ό­λων των κι­νη­μα­τι­κών δυ­νά­μεων και α­μέ­ρι­στη υ­πο­στή­ρι­ξη στους κλά­δους που θα βγουν στο δρό­μο.
Η δεύ­τε­ρη αι­τία της κυ­βερ­νη­τι­κής στα­θε­ρό­τη­τας θα πρέ­πει να α­να­ζη­τη­θεί στη δια­μόρ­φω­ση ε­νός α­ντι­δρα­στι­κού κοι­νω­νι­κού μπλοκ. Ο πραγ­μα­τι­κός κοι­νω­νι­κός δι­χα­σμός α­νά­με­σα σε ό­σους πλήτ­το­νται πιο πο­λύ α­πό το μνη­μό­νιο και σε ό­σους με κά­ποιο τρό­πο τα κα­τα­φέρ­νουν, η πο­λι­τι­κή πό­λω­ση που προέ­κυ­ψε α­πό την ά­νο­δο του λαϊκού κι­νή­μα­τος και την ε­κλο­γι­κή ε­πι­τυ­χία του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, κα­θώς και η εμ­φυ­λιο­πο­λε­μι­κή ρη­το­ρεία των κυ­βερ­νη­τι­κών προ­πα­γαν­δι­στι­κών μη­χα­νι­σμών έ­χουν δια­μορ­φώ­σει μια α­ντι-α­ρι­στε­ρή, α­ντερ­γα­τι­κή κι α­ντι­κι­νη­μα­τι­κή κοι­νω­νι­κή πα­ρά­τα­ξη, ό­χι α­με­λη­τέ­ας μα­ζι­κό­τη­τας. Εν α­ντι­θέ­σει με την πε­ρίο­δο των πλα­τειών, αυ­τός ο λαός της Δε­ξιάς ό­χι μό­νο δεν τεί­νει ευή­κοον ους στο λό­γο της Αρι­στε­ράς, αλ­λά την α­ντι­με­τω­πί­ζει ως α­πει­λή κι ε­σω­τε­ρι­κό ε­χθρό. Στο α­να­φερ­θέν φι­λο­μνη­μο­νια­κό κοι­νω­νι­κό μπλοκ πρέ­πει να προ­στε­θεί και το α­κρο­α­τή­ριο της Χρυ­σής Αυ­γής, το ο­ποίο ό­σο πα­ρα­μέ­νει στους κόλ­πους της, θα εν­στερ­νί­ζε­ται ο­λοέ­να και πε­ρισ­σό­τε­ρο τα ε­γκλη­μα­τι­κά ι­δε­ο­λο­γή­μα­τα της.
Όσον α­φο­ρά τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ο ο­ποίος εί­ναι το α­ντί­πα­λο πο­λι­τι­κό δέ­ος στους μνη­μο­νια­κούς, πα­ρά τη ση­μα­ντι­κή πρόο­δο που ση­μα­το­δο­τεί η ε­νο­ποίη­ση του σχή­μα­τος, ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δέ­χε­ται βο­λές και α­πό τα δε­ξιά και α­πό τα α­ρι­στε­ρά. Από τα δε­ξιά, για­τί κρί­νε­ται ό­τι αν υ­λο­ποιη­θεί η πο­λι­τι­κή πρό­τα­σή του, τα πράγ­μα­τα μπο­ρούν να γί­νουν α­κό­μα χει­ρό­τε­ρα κά­τω α­πό την πίε­ση των ευ­ρω­παίων. Από τα α­ρι­στε­ρά, για­τί ε­κτι­μά­ται ό­τι νε­ρώ­νει το κρα­σί υιο­θε­τώ­ντας πιο με­τριο­πα­θείς θέ­σεις. Ο κοι­νός τό­πος και των δύο κρι­τι­κών προ­σεγ­γί­σεων εί­ναι ό­τι ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ πρέ­πει να προ­σπα­θή­σει πε­ρισ­σό­τε­ρο για να κα­τα­στή­σει η­γε­μο­νι­κή την πο­λι­τι­κή πρό­τα­σή του. Μια πρό­τα­ση που πρέ­πει να υ­πη­ρε­τεί με α­πτό τρό­πο τα συμ­φέ­ρο­ντα των φτω­χών, να εμ­φα­νί­ζε­ται στο κοι­νω­νι­κό σύ­νο­λο ως η έκ­φρα­ση του Γε­νι­κού Κα­λού, και να εκ­προ­σω­πεί­ται α­πό έ­να πο­λι­τι­κό προ­σω­πι­κό που πεί­θει ό­τι μπο­ρεί να την ε­φαρ­μό­σει με ε­πάρ­κεια.

Γιάν­νης Αλμπά­νης

Περισσότερα

Αίγυπτος: αιματηρή καταστολή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας

rabaa1Από την Εποχή της 1/9/2013

Τελικά η Αίγυπτος δεν μπόρεσε να αποφύγει την αιματοχυσία. Η επέμβαση των δυνάμεων ασφαλείας στις 14 Αυγούστου για τη διάλυση των συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας  που είχε οργανώσει η Μουσουλμανική Αδελφότητα, οδήγησε σε λουτρό αίματος. Οι νεκροί σύμφωνα με τις επίσημες εκτιμήσεις έχουν ξεπεράσει τους 800 και ίσως στην πραγματικότητα να είναι πολύ περισσότεροι. Η ΜΚΟ Human Rights Watch εκτίμησε ότι πρόκειται για «το πιο σοβαρό περιστατικό παράνομων μαζικών δολοφονιών στη σύγχρονη Ιστορία της Αιγύπτου». Στην ανακοίνωση της η οργάνωση, που έκανε επιτόπια έρευνα, επισημαίνει ότι ενώ αληθεύουν οι ισχυρισμοί των αρχών ασφαλείας ότι μέσα στις συγκεντρώσεις υπήρχαν ένοπλοι που πυροβόλησαν εναντίον των αστυνομικών, το συγκεντρωμένο πλήθος στην πλειονότητά του ήταν ειρηνικό. Όπως το συνηθίζει άλλωστε, η αιγυπτιακή αστυνομία χρησιμοποίησε πραγματικά πυρά για τη διάλυση των διαδηλωτών, χωρίς να πάρει κανένα μέτρο για την προστασία των ανθρώπινων ζωών. Η άθλια διακυβέρνηση του Μόρσι και της Αδελφότητας, η συστηματική άσκηση βίας και βασανιστηρίων σε βάρος των πολιτικών αντιπάλων της, η φασιστική δράση των Αδελφών σε βάρος των Κοπτών, οι εμπρησμοί δεκάδων εκκλησιών, καθώς και οι επιθέσεις εναντίον αστυνομικών που μετράνε και αυτοί δεκάδες νεκρούς, μπορούν να δικαιολογήσουν την άσκηση βίας σε βάρος της Αδελφότητας, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να καταστήσουν θεμιτή μιας τέτοιας έκτασης σφαγής.

Τι προηγήθηκε

Πριν φτάσουμε στην αιματοχυσία της 14ης Αυγούστου, είχαν προηγηθεί 45 ημέρες καταιγιστικών πολιτικών εξελίξεων. Στις 30 Ιουνίου, ένα χρόνο μετά την άνοδο του Μόρσι στην εξουσία,  εκατομμύρια πολιτών κατακλύζουν τους δρόμους της Αιγύπτου, στην πιο μαζική κινητοποίηση που γνώρισε ποτέ η χώρα. Το βασικό αίτημα των διαδηλωτών ήταν η άμεση παραίτηση του προέδρου. Το έναυσμα για αυτό το πρωτοφανές λαϊκό ξέσπασμα το έδωσε το κίνημα Ταμαρόντ (Εξέγερση-Ανταρσία), το οποίο τις προηγούμενες εβδομάδες είχε ξεκινήσει καμπάνια συλλογής υπογραφών για την αποπομπή του Μόρσι, καταφέρνοντας τελικά να μαζέψει το απίστευτο νούμερο των είκοσι δύο εκατομμυρίων υπογραφών. Το Ταμαρόντ αποτελείται κατά κύριο λόγο από νεολαίους που δεν συμμετέχουν σε κάποιο πολιτικό κόμμα και ιδεολογικά κινούνται στο χώρο του νασερισμού. Με την αναπάντεχη παρουσία του κατάφερε να εκφράσει κινηματικά τη διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια για τη διακυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Η πολιτική κατάρρευση της Αδελφότητας

Στον ένα χρόνο της παραμονής της στην εξουσία, η Αδελφότητα κατάφερε να στρέψει εναντίον της σχεδόν τους πάντες, με την εξαίρεση ίσως των ΗΠΑ και της ΕΕ. Επιλέγοντας, στο εσωτερικό, τον συμβιβασμό με το στρατό και την οικονομική ελίτ, ευθυγραμμιζόμενη ταυτόχρονα, στο εξωτερικό, με τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ, η Αδελφότητα δεν προχώρησε σε καμία πραγματική μεταρρύθμιση σε ό,τι αφορούσε την κοινωνική δικαιοσύνη, τις πολιτικές ελευθερίες, καθώς και την ανεξαρτησία της Αιγύπτου. Η γενική αίσθηση ήταν ότι τίποτα δεν άλλαξε με τον Μόρσι.
Επιπλέον, οι κινήσεις στην κατεύθυνση της μονοπώλησης της εξουσίας, η επιχείρηση ισλαμοποίησης της κοινωνίας (απείρως πιο δειλή βέβαια σε σχέση με όσα έκαναν το 1979 στο Ιράν οι αγιατολάχ…), καθώς και η βάναυση καταστολή των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων δημιούργησαν το έδαφος για την αντισυσπείρωση των ετερόκλητων δυνάμεων της αντιπολίτευσης και την αποστασιοποίηση εκείνων των συντηρητικών πολιτών που είχαν δει στην Αδελφότητα μια δύναμη ήπιας μετάβασης από το καθεστώς Μουμπάρακ στη δημοκρατία. Τέλος, η ανικανότητα των Αδελφών στη διαχείριση της εξουσίας (έκδηλη στα ζητήματα των σχέσεων με την Αιθιοπία και το Σουδάν) σε συνδυασμό με τη βαθιά οικονομική κρίση, οδήγησαν την κυβέρνηση Μόρσι στην πολιτική απομόνωση.

Γιατί κινήθηκε ο στρατός

Στις 3 Ιουλίου ο αιγυπτιακός στρατός, υπό την ηγεσία του στρατηγού Αμπντέλ Φατάχ Σαΐντ Ελ Σίσι, ανέτρεψε την εκλεγμένη κυβέρνηση και συνέλαβε τον πρόεδρο Μόρσι. Η κίνηση αυτή του στρατού χαιρετίστηκε από τα εκατομμύρια που βρίσκονταν στους δρόμους καθώς και από όλες τις πολιτικές δυνάμεις πλην της Αδελφότητας -των σαλαφιτών του κόμματος Νουρ συμπεριλαμβανομένων. Το ερώτημα είναι βέβαια γιατί κινήθηκε ο στρατός, αφού ο Μόρσι δεν είχε αμφισβητήσει τα σκανδαλώδη προνόμια του: ο στρατηγός Σίσι ήταν και υπουργός Άμυνας, οι επιχειρήσεις του στρατού, που μπορεί να φτάνουν και το 40% της αιγυπτιακής οικονομίας, δεν είχαν πειραχτεί, και κανένας στρατιωτικός δεν είχε διωχτεί για τις δολοφονίες διαδηλωτών κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής διακυβέρνησης.
Κατ’ αρχάς, ο στρατός άρπαξε τη μοναδική ευκαιρία που του έδωσε ο λαϊκός ξεσηκωμός για να επανέλθει στο πολιτικό προσκήνιο και να ξαναβρεί την πολιτική νομιμιμοποίηση που είχε χάσει κατά την περίοδο που ακολούθησε την πτώση του Μουμπάρακ, όταν κυβέρνησε το Ανώτατο Συμβούλιο Ενόπλων Δυνάμεων. Η εικόνα που δημιουργήθηκε ήταν ότι ο στρατός στάθηκε στο πλάι του αγωνιζόμενου λαού, αρωγός των αιτημάτων του κι εγγυητής της εθνικής ενότητας. Επιπλέον, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, οι στρατιωτικοί  είχαν αρχίσει να ανησυχούν βλέποντας ότι η σύμπλευση της Αδελφότητας με τις ΗΠΑ σε συνδυασμό με τις κινήσεις της στην κατεύθυνση της μονοπώλησης της εξουσίας, θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάδειξη ενός νέου συσχετισμού εξουσίας, όπου ο στρατός θα ήταν πολιτικά αποδυναμωμένος.

Η Σαουδική Αραβία εναντίον του Μόρσι

Στην ανησυχία του στρατού ήρθε να προστεθεί και η αντίθεση της Σαουδικής Αραβίας στην ανάδειξη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας σε ηγεμονική δύναμη του αραβικού κόσμου. Μετά τις εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης, η Αδελφότητα βρέθηκε στην κυβέρνηση σε Αίγυπτο, Λιβύη και Τυνησία. Στην Τουρκία ήταν έτσι κι αλλιώς, και στη Συρία αποτελεί βασική δύναμη της ένοπλης αντιπολίτευσης. Αυτή η εκρηκτική άνοδος συνδυαζόμενη με την αμερικάνικη συμμαχία, δημιουργούσε μια νέα κατάσταση στον αραβικό κόσμο, την οποία ορισμένοι ονόμαζαν pax islamica americana. Στο πλαίσιο της «ισλαμοαμερικανικής ειρήνης» ο ρόλος της Σαουδικής Αραβίας θα ήταν εκ των πραγμάτων υποβαθμισμένος. Η στάση της Σαουδικής Αραβίας είχε βαρύνουσα σημασία όχι μόνο σε ό,τι αφορούσε την υποστήριξη των αραβικών χωρών στην ανατροπή Μόρσι, αλλά και σε ό,τι αφορούσε, στο εσωτερικό, τη στάση του σαλαφίτικου κόμματος Νουρ. Υπενθυμίζεται ότι η Σαουδική Αραβία αποτελεί τον βασικό χρηματοδότη του Νουρ.
Εν ολίγοις, η Μουσουλμανική Αδελφότητα βρέθηκε να έχει απέναντι την πλειονότητα της κοινωνίας, το στρατό, όλες τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, καθώς και τη Σαουδική Αραβία με τον πακτωλό πετροδολαρίων.

Πογκρόμ εναντίον των Αδελφών

Κατά συνέπεια, δεν πρέπει να εκπλήσσει το ότι οι αντιδράσεις στην ανατροπή Μόρσι και τη σφαγή της 14ης Αυγούστου δεν ήταν πάρα πολύ μαζικές. Η Αδελφότητα κατάφερε να κινητοποιήσει δεκάδες χιλιάδες κόσμου, αριθμός όμως που υπολείπονταν καταφανώς των εκατομμυρίων που βγήκαν στους δρόμους στις 30/6. Με δεδομένες λοιπόν την πολιτική απομόνωση της Αδελφότητας και τις όχι εντυπωσιακές κινητοποιήσεις υπέρ του Μόρσι, ο στρατός βρήκε την ευκαιρία να καταστείλει αιματηρά τους ισλαμιστές διαδηλωτές, καθώς και να προχωρήσει σε ένα πραγματικό πογκρόμ σε βάρος των Αδελφών. Με προεξάρχοντες τον Ανώτατο Οδηγό της Αδελφότητας Μοχάμεντ Μπαντί και τον ανατραπέντα πρόεδρο Μοχάμεντ Μόρσι, η πλειονότητα της ηγεσίας της οργάνωσης βρίσκεται στη φυλακή και αντιμετωπίζει βαρύτατες κατηγορίες για δολοφονίες. Μαζί με τους ηγέτες τους, στη φυλακή βρίσκονται και χιλιάδες απλά μέλη των Αδελφών. Το πογκρόμ που εκτυλίσσεται, φέρνει στο νου τόσο την αντιπαράθεση του στρατού με τους ισλαμιστές τις δεκαετίες ’80 και ’90, όσο και τον αιματηρό τρόπο με τον οποίο συνέτριψε ο Νάσερ την Αδελφότητα το 1953.

Οι προοδευτικοί σύμμαχοι του στρατού

Σε όποιον δεν είναι εξοικειωμένος με τον αραβικό κόσμο φαντάζει παράξενο ότι σε αυτή τη φάση το στρατό υποστηρίζουν είτε άμεσα είτε έμμεσα (διά της μονομερούς αντίθεσης στην Αδελφότητα) μια σειρά από προοδευτικές δυνάμεις της αιγυπτιακής κοινωνίας. Κατ” αρχάς, στη μεταβατική κυβέρνηση υπό την προεδρία του επικεφαλής του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου Άντλι Μανσούρ, συμμετείχαν προσωπικότητες της Κεντροαριστεράς όπως ο νομπελίστας Μοχάμεντ Ελ Μπαραντέι, ο οποίος όμως παραιτήθηκε από την αντιπροεδρία σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την αστυνομική επιχείρηση της 14ης Αυγούστου. Το κίνημα Ταμαρόντ τάχθηκε σχεδόν απόλυτα στο πλευρό του στρατού, ενώ ο αριστερός νασερικός Χαμντίν Σαμπάχι, ο οποίος είχε έλθει τρίτος στις προεδρικές εκλογές, επέρριψε τις ευθύνες για τη βία στη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Από τη μεριά της η Σοσιαλιστική Λαϊκή Συμμαχία, υιοθέτησε πιο συγκρατημένη στάση, κάνοντας όμως έκκληση για να τεθεί εκτός νόμου η Αδελφότητα και να κατασχεθεί η περιουσία της. Στον αντίποδα αυτών των τοποθετήσεων, η σημαντική οργάνωση Κίνημα 6ης Απρίλη καθώς και οι Επαναστάτες Σοσιαλιστές κατήγγειλαν τον στρατό, χωρίς βέβαια να υποστηρίξουν την Αδελφότητα.
Οι προοδευτικοί Αιγύπτιοι που στήριξαν τον στρατό, αναγνώρισαν στην Αδελφότητα έναν πολύ πιο σοβαρό πολιτικό κίνδυνο από αυτόν που αντιπροσωπεύουν οι στρατιωτικοί. Όντας τα βασικά θύματα της καταστολής κατά την περίοδο της διακυβέρνησης Μόρσι και φοβούμενοι την πιθανότητα ενός θρησκευτικού απολυταρχισμού, επέλεξαν το στρατό ως το μικρότερο κακό. Στο προσεχές μέλλον θα διαπιστώσουμε αν ευσταθεί η εκτίμησή τους ότι η πολιτική ενδυνάμωση του στρατού θα αποδειχτεί εφήμερη. Προς το παρόν, όσα συμβαίνουν, με πρώτη και κύρια την αποφυλάκιση του Μουμπάρακ, μοιάζουν με παλινόρθωση του παλαιού καθεστώτος.

Γιάννης Αλμπάνης

 

 

 

Περισσότερα