Το τέλος του σχεδίου της ΔΗΜΑΡ

dmar_414x290

Από το Red Notebook

Κουβέλης όπως Καρατζαφέρης; Το ερώτημα διατυπώθηκε από πολλούς μετά την απόφαση της ΔΗΜΑΡ να εγκαταλείψει την κυβέρνηση Σαμαρά. Το σενάριο της απίσχνανσης του κόμματος μετά την αιφνίδια αλλαγή γραμμής του, μοιάζει όντως πολύ πιθανό, όπως άλλωστε έγινε και με το ΛΑΟΣ. Ο χρόνος θα δείξει αν τελικά ο Φώτης Κουβέλης θα μπορέσει να συγκρατήσει εκείνη την κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων που απαιτούνται για την κοινοβουλευτική επιβίωσή του. Ωστόσο, ανεξαρτήτως του εκλογικού αποτελέσματος, μπορούμε να ισχυριστούμε με αρκετή σιγουριά ότι το πολιτικό σχέδιο που εξέφρασε η ΔΗΜΑΡ, είναι πλέον νεκρό. Είτε σβήσει από τον πολιτικό χάρτη είτε επιχειρήσει να προσεγγίσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως δυνάμει κυβερνητικός εταίρος του, το μόνο βέβαιο είναι ότι η ΔΗΜΑΡ δεν θα μπορεί πλέον να συντάσσει πλέον την πολιτική της στη βάση της κεντρικής αντίληψης πάνω στην οποία οικοδομήθηκε όχι μόνο η ίδια (από την εποχή της Ανανεωτικής Πτέρυγας του Συνασπισμού) όσο και το σύνολο αυτού που σχηματικά θα μπορούσαμε να ονομάσουμε “εκσυγχρονιστική Αριστερά”.

Η κεντρική ιδέα της ΔΗΜΑΡ

Ποια είναι όμως αυτή η θεμελιώδης ιδέα της εκσυγχρονιστικής Αριστεράς; Νομίζω ότι θα μπορούσαμε να την συνοψίσουμε στο ότι αποδεχόμενη τον παγκοσμιοποιημένο νεοφιλελευθερισμό ως ανυπέρβλητο πλαίσιο για την άσκηση πολιτικής, η Αριστερά θα μπορούσε να βρει καινούργιο πολιτικό ρόλο, αν συγκροτούταν ως δύναμη λείανσης των πιο ακραίων συνεπειών της νεοφιλελεύθερης κυριαρχίας, αν επαναδιατύπωνε με νέους όρους το κοινωνικό συμβόλαιο κατεβάζοντας τον πήχυ των εργατικών δικαιωμάτων, αν διαμόρφωνε εντέλει νέες σχέσεις κοινωνικής εκπροσώπησης μέσα στον καινούργιο κόσμο που δημιούργησε ο θρίαμβος της αγοράς. Εν ολίγοις, μια νέου τύπου “σοσιαλδημοκρατία” που θα επιδίωκε την οικοδόμηση μιας ορισμένης κοινωνικής προστασίας, έχοντας όμως ως αφετηρία τα “κεκτημένα” της αγοράς μετά την αντεπίθεση που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ΄70, και όχι τα “κεκτημένα” των εργαζομένων, έτσι όπως αυτά διαμορφώθηκαν στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους. Μετά την κρίση και την επιβολή του Μνημονίου, η κεντρική ιδέα της ΔΗΜΑΡ εξελίχθηκε στην επιδίωξη της λείανση των πιο ακραίων πολιτικών που επέβαλλε η τρόικα, της στοιχειώδους προστασίας των πιο φτωχών, καθώς και τη διάσωσης κάποιων στοιχείων κοινωνικού κράτους, έχοντας βέβαια ως αφετηρία τη αντίληψη ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από το Μνημόνιο. Ένα χρόνο στην κυβέρνηση, η ΔΗΜΑΡ δεν μπορεί να υπερηφανευτεί ούτε για μια, ελάχιστη έστω, βελτίωση του προγράμματος της τρόικας.

Τα αίτια μιας αποτυχίας

Νομίζω ότι θα ήταν λάθος να απέδιδε κανείς την προφανή αποτυχία της ΔΗΜΑΡ στην έλλειψη ικανοτήτων ή αποφασιστικότητας των στελεχών της. Μάλλον θα πρέπει να αναζητήσουμε την αιτία όχι στους όποιους χειρισμούς, αλλά στο ότι ευθύ εξαρχής το σχέδιο ήταν καταδικασμένο. Η έλλειψη ελεύθερου πολιτικού πεδίου, η απουσία κοινωνικού χώρου αναφοράς, και η πρωτοφανής κοινωνικοπολιτική πόλωση που έχει διαμορφωθεί μετά την επιβολή του Μνημονίου, κατέστησαν απολύτως ανεδαφικό τον “ρεαλισμό” της ΔΗΜΑΡ.

Έτσι κι αλλιώς, ήδη από τα χρόνια της Θάτσερ και του Ρήγκαν, το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα, δηλαδή η επιβολή της λογικής της αγοράς σε όλον τον κοινωνικό βίο, είναι τελείως ανελαστικό. Αποτελεί μια οικουμενική ολότητα που δεν επιτρέπει τη διαπραγμάτευση επιμέρους πτυχών του ή την πολιτική διαμεσολάβηση που αποσκοπεί στην τροποποίηση του. Συγκροτείται γύρω από την αντίληψη ότι η παραμικρή επιμέρους υποχώρηση μπορεί να θέσει σε κίνδυνο το συνολικό σχέδιο. Γι΄ αυτό και από τη στιγμή που οι σοσιαλδημορκάτες αποδέχτηκαν το νεοφιλελεύθερο πλαίσιο, αναιρέθηκε η διαφοροποίηση τους από τη Δεξιά· γι΄ αυτό και οι νεοφιλελεύθεροι (για να θυμηθούμε ένα κείμενο του Νέγκρι από τα 1995) μετατρέπουν σε κεντρική πολιτική μάχη (υπαρξιακή θα έλεγε κανείς…) κάθε επιμέρους κοινωνική σύγκρουση.

Ιδιαίτερα μετά την κρίση, όταν έγινε σαφές στις ευρωπαϊκές κυρίαρχες τάξεις ότι η διατήρηση της κυριαρχίας τους περνάει από το μνημονιακό blitzkrieg σε βάρος “των από κάτω”, η “διαπραγμάτευση” και η “βελτίωση” δεν ήταν απλά ανέφικτες, αλλά μετατράπηκαν σε κακόγουστα αστεία. Στον ένα χρόνο της τρικομματικής κυβέρνησης επιβεβαιώθηκε ότι δεν μπορεί να υπάρξει διαπραγμάτευση ή βελτίωση του Μνημονίου. Ακόμα και υπό τη διαρκή απειλή της κοινωνικής έκρηξης και της ανόδου στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, η τρόικα δεν έδωσε την παραμικρή “αβάντα” στην τρικομματική κυβέρνηση. Και πώς θα μπορούσε να κάνει αλλιώς, όταν η τόσο βίαη υποτίμηση της εργασίας που συνιστά το Μνημόνιο, δεν γίνεται να επιτευχθεί παρά με τον πλέον αδιάλλακτο, ανελαστικό και αυταρχικό τρόπο, δηλαδή με την ίδια τη φαλκίδευση της δημοκρατίας; Tο μνημονιακό πλαίσιο δεν άφησε το παραμικρό ελεύθερο πολιτικό πεδίο για την πρόταση της ΔΗΜΑΡ.

Πέρα όμως από την έλλειψη ελεύθερου πολιτικού πεδίου, η ΔΗΜΑΡ σκόνταψε επίσης στην απουσία κοινωνικού χώρου αναφοράς καθώς και στην πρωτοφανή κοινωνικοπολιτική πόλωση. Από τη στιγμή που δεν μπορούσε στοιχειωδώς να επηρεάσει την επιβεβλημένη από την τρόικα κυβερνητική πολιτική, είναι εύλογο να μην υπάρξει κάποια ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα που να βλέπει στην ΔΗΜΑΡ τον πολιτικό εκπρόσωπο των συμφερόντων της. Ακόμα χειρότερα, όταν η κοινωνία και η πολιτική παίρνουν ολοένα και περισσότερο τη μορφή δύο αντιμαχόμενων στρατοπέδων, καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής η θέση όποιου δεν ταυτίζεται με το ένα ή το άλλο, κι επιθυμεί να παίξει το ρόλο της γέφυρας. Την ώρα της μεγάλης σύγκρουσης δεν υπάρχει χώρος για ενδιάμεσους. Στον ένα χρόνο της τρικομματικής κυβέρνησης, η ΔΗΜΑΡ κατάφερε να θεωρηθεί είτε αδύναμος κρίκος είτε “πέμπτη φάλαγγα” από τους καθεστωτικούς μνημονιακούς, την ίδια στιγμή που είχε γίνει το κόκκινο πανί της άλλης πλευράς, ως δύναμη που πρόδωσε τις αξίες της Αριστεράς. Ακόμα και αν θεωρήσουμε υπερβολικές τις εκατέρωθεν κατηγορίες, μπορούμε με πειστικότητα να παρατηρήσουμε ότι το μόνο που κέρδισε η ΔΗΜΑΡ από τη συμμετοχή της στην κυβέρνηση, ήταν φθορά από όλες τις μεριές, πράγμα που τελικά οδήγησε και στην απόφαση για αποχώρηση.

Είναι πραγματικά οξύμωρο το ότι αποδείχτηκε απολύτως μη ρεαλιστική η πολιτική πρόταση της ΔΗΜΑΡ, η οποία είχε στηρίξει όλη την επιχερηματολογία της (από την εποχή ακόμα της Ανανεωτικής Πτέρυγας του Συνασπισμού) στο ότι το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ουτοπικό καθώς και στο ότι η Αριστερά έπρεπε να υιοθετήσει “ρεαλιστικές” θέσεις… Ωστόσο, τα συμπεράσματα από την αποτυχία της ΔΗΜΑΡ δεν αφορούν μόνο την ίδια. Σε μια συγκυρία όπου η κρίση παίρνει την έννοια που είχε στην αρχαία τραγωδία, γίνεται δηλαδή στιγμή της επιλογής μεταξύ διαφορετικών δρόμων που οδηγούν σε αντίθετες κατευθύνσεις, δεν υπάρχει χώρος για ενδιάμεσες λύσεις και συμβιβασμούς. Η ήδη διχασμένη ταξικά κοινωνία διχοτομείται και πολιτικά με βάση δύο ανταγωνιστικές αντιλήψεις για το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί η κρίση: Η μία διαμορφώνεται από το δίπολο αγορά-αυταρχισμός, ενώ η άλλη από το αλληλεγγύη-δημοκρατία. Μεταξύ τους δεν μπορεί να υπάρξει συμβιβασμός και γι΄ αυτό δεν μπορεί να υπάρξει κι ενδιάμεσος πολιτικός χώρος .

Γιάννης Αλμπάνης

Περισσότερα

Τι να πεις στον Κεδίκογλου για το Τρίτο;

trito

Έχει γραφεί ότι όταν στα 1848 τα αυτοκρατορικά στρατεύματα είχαν περικυκλώσει την επαναστατημένη Βιέννη, ο Μπακούνιν πρότεινε στους επαναστάτες να πάρουν τα έργα τέχνης από τα παλάτια και τα μουσεία, και να τα τοποθετήσουν μπροστά στα οδοφράγματα, ούτως ώστε οι στρατιώτες να μην ανοίξουν πυρ. Δεν ξέρω αν είναι αληθινή η ιστορία, εντούτοις, απηχεί μια αλήθεια. Το ότι δηλαδή υπήρξε μια εποχή στην Ευρώπη, κατά τη διάρκεια αυτού του μεγάλου ευρωπαϊκού 19ου αιώνα, όπου ο σεβασμός στην τέχνη και την κουλτούρα υπήρξε τόσο μεγάλος και τόσο αυτονόητος, ώστε ακούγεται αληθοφανής η υποτιθέμενη πεποίθηση του αναρχικού επαναστάτη Μπακούνιν ότι τα αυτοκρατορικά αντεπαναστατικά στρατεύματα δεν θα μπορούσαν να βάλουν κατά των έργων, αυτά τα ίδια στρατεύματα που θα έσφαζαν τους εξεγερμένους, αν έμπαιναν στην πόλη. Μια ορισμένη αντίληψη για την πνευματική καλλιέργεια και την καλλιτεχνική δημιουργία έμοιαζε κοινή για τους μορφωμένους Ευρωπαίους της εποχής, ακόμα αν ανήκαν σε αντίπαλα πολιτικά στρατόπεδα, ακόμα και αν οι ιδεολογικές τοποθετήσεις τους τούς οδηγούσαν στην αλληλοσφαγή.

Από τα μέσα του 19ου αιώνα άλλαξαν βέβαια πολλά. Στον 20ο αιώνα είδαμε ότι η Ευρώπη καλλιεργεί μέσα της ένα τέρας που μπορεί να κάψει ανθρώπους και βιβλία, που μπορεί να εξοντώσει καλλιτέχνες και να καταστρέψει τα έργα τους. Ωστόσο, μετά το τέλος του δεύτερου Μεγάλου Πολέμου, η γενική πεποίθηση, και στα δύο μπλοκ που σχηματίστηκαν, ήταν όχι μόνο πως η προστασία των Τεχνών αποτελεί μέρος των θεμελιωδών αξιών που πρέπει να ενστερνίζονται οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, αλλά και ότι συνιστά υποχρέωση του κράτους να τις προάγει. Μάλιστα, στον μεταπολεμικό κόσμο, η προστασία και προαγωγή των Τεχνών συνδέθηκε αναπόφευκτα με την έκρηξη των ΜΜΕ και της μαζικοποίησης της εκπαίδευσης. Οι υψηλές τέχνες έπρεπε να γίνουν κτήμα όλων ή τουλάχιστον όσο το δυνατό περισσότερων. Γι’ αυτό και παντού στην Ευρώπη ιδρύθηκαν ΜΜΕ (ραδιόφωνα και τηλεοράσεις) που βασικό τους σκοπό δεν είχαν τόσο την πολιτική προπαγάνδα, όσο την πνευματική καλλιέργεια του μεγάλου κοινού.

Ο μπαμπάς μου υπήρξε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς αυτή η δημόσια παρέμβαση στην οποία αναφέρθηκα, μπόρεσε όντως να αλλάξει με θετικό τρόπο τους ανθρώπους και να προαγάγει τις Τέχνες. Πιτσιρικάς, τον πήρανε μαθητευόμενο σε ένα τυπογραφείο. Εκεί, οι τυπογράφοι, μάγκες τεχνίτες και λίγο διανοούμενοι ταυτόχρονα, ακούγανε Τρίτο Πρόγραμμα. Επειδή ο μπαμπάς μάλλον τους είχε σε μεγάλη εκτίμηση τους τυπογράφους και σιγά-σιγά τού έγινε οικεία η μουσική που κυριαρχούσε στη δουλειά, συνέχισε να την ακούει και όταν άλλαξε επάγγελμα. Για πενήντα χρόνια (μισό αιώνα…) άκουγε κάθε μέρα Τρίτο. Επειδή κατά κύριο λόγο άνοιγε ραδιόφωνο κυρίως στη δουλειά και δούλευε πολύ, μπορώ να κάνω τον πολλαπλασιασμό 50Χ300Χ8, και να φτάσω στο συμπέρασμα ότι ο μπαμπάς μου στο πέρασμα του από τη ζωή άκουσε 120.000 ώρες Τρίτου Προγράμματος. Αυτή η υπαρξιακή σχέση με το Τρίτο άλλαξε τον ίδιο, που δεν είχε κανένα ανάλογο backround, και πέρασε και σε μένα. Δεν είναι μόνο ότι, όπως ακριβώς ο μπαμπάς μου, ακούω στη δουλειά Τρίτο Πρόγραμμα –αλλά και στο σπίτι, τα ήσυχα καλοκαιρινά απογεύματα που δεν έχουμε συνεδριάσεις… Είναι και το ότι από πολύ μικρός υιοθέτησα την πεποίθηση ότι γενικά είναι πολύ σημαντικό να προσπαθείς συνεχώς να καλλιεργείσαι, καθώς και, ειδικά, ότι η καλή μουσική είναι η λεγόμενη κλασική. Πεποίθηση που μένει ακλόνητη στο πέρασμα του χρόνου, γιατί δεν σχετίζεται με κάποιο «κήρυγμα» των γονιών (που θα μπορούσε να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα), αλλά με την ίδια την παρουσία της μουσικής στη ζωή σου. Πεποίθηση που συνδέεται στη συνέχεια τόσο αδιάρρηκτα με τις πολιτικές αντιλήψεις σου, που δεν μπορείς να θυμηθείς πότε ακριβώς έφτασες στο συμπέρασμα ότι η Αριστερά δεν είναι μόνο η παράταξη των εργαζομένων αλλά και των καλλιτεχνών, ότι κομμουνισμό δεν θα έχουμε μόνο όταν θα βρίσκουν όλοι ψωμί, αλλά και όταν όλοι θα πηγαίνουν στην όπερα.

Τώρα στο 90,9  δεν παίζει τίποτα . Και μού φαίνεται τόσο δύσκολο να επιχειρηματολογήσει κανείς για ποιο λόγο πρέπει στο 90,9 και το 95,6 να παίζει Τρίτο. Πώς μπορείς να εξηγήσεις σε ανθρώπους σαν τον Κεδίκογλου, τον Φαήλο και τον Σαμαρά ότι ο Μάρκος Μωυσίδης πρέπει οπωσδήποτε να ακούγεται στα ερτζιανά, γιατί στην εκπομπή του μαθαίνεις μουσική, γιατί από αυτόν άκουσες πρώτη φορά το Stabat Mater του Περγκολέζι, γιατί είναι σημαντικό για τη ζωή σου να ξέρεις το Stabat Mater είτε σού αρέσει είτε όχι, καθώς και γιατί ο Μωυσίδης δεν υπάρχει περίπτωση να παίξει ποτέ σε κανένα άλλο ραδιόφωνο; Πώς μπορείς να εξηγήσεις στον Κεδίκογλου ότι η εισαγωγή από τον Χρυσό του Ρήνου είναι ένα διαρκές κάλεσμα για να στρέψουμε το βλέμμα μας σε πιο μακρινούς ορίζοντες, και αυτό το κάλεσμα πρέπει να το ακούσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι; Πώς μπορείς να εξηγήσεις σε αυτόν τον απολίτιστο ακαλλιέργητο εσμό που μας κυβερνάει, ότι χρειαζόμαστε τις ορχήστρες και τους μουσικούς, γιατί η μεγάλη μουσική (για να θυμηθούμε το Όλα τα Πρωινά του Κόσμου) καταπραΰνει το υπαρξιακό άγχος που απορρέει από τη συνείδηση της θνητότητάς μας;

Η απάντηση είναι ότι σε ανθρώπους σαν τον Κεδίκογλου, τον Φαήλο και τον Σαμαρά δεν μπορείς να εξηγήσεις για ποιο λόγο χρειαζόμαστε το Τρίτο ούτε για ποιο λόγο χρειαζόμαστε την ΕΡΤ. Δεν διαθέτουν ούτε το ενδιαφέρον ούτε την ευαισθησία για να καταλάβουν. Δεν διαθέτουν αυτήν την κοινή παιδεία που ένωνε τους επαναστάτες και τους αντεπαναστάτες στη Βιέννη του 1848. Δεν διαθέτουν την έγνοια του πώς θα επιβιώσει ο πολιτισμός, πώς θα επιβιώσει η κοινωνία. Δεν μπορείς να τους εξηγήσεις. Πρέπει να τους διώξεις.

Γιάννης Αλμπάνης
Η αφίσα είναι του Δημήτρη Αρβανίτη

Περισσότερα

Φώτης Μπενλισόι: Το Ταξίμ είναι η εξέγερση της γενιάς που μεγάλωσε με τον Ερντογάν

1526_490312941040695_172735025_n

Από το Red Notebook

 

 

 

Ο Φώτης Μπενλισόι συμμετέχει στην Αντικαπιταλιστική Δράση, έναδίκτυοακτιβιστών που δραστηριοποιείται στα Τουρκικά κοινωνικά κινήματα. Παλιότερα υπήρξε στέλεχος του ODP, του κόμματος Ελευθερία Αλληλεγγύη.Τις τελευταίες μέρες συμμετέχει ενεργά στις διαδηλώσεις που, με επίκεντρο το Ταξίμ, συγκλονίζουν την Τουρκία

 

 

1. Θα μπορούσες να μάς δώσεις τη γενική εικόνα των τελευταίων γεγονότων στην Πόλη;

 

 

Όπως είναι πια γνωστό, ο αγώνας κατά της μετατροπής ενός πάρκου στη περιοχή του Ταξίμ σε mall και η βία με την οποία η αστυνομία απάντησε στην προσπάθεια ακτιβιστών να μην επιτρέψουν να κοπούν τα δέντρα εκεί, τις δύο τελευταίες μέρες οδήγησαν σε μια εξέγερση. Η εξέγερση αυτή απλώθηκε σχεδόν σε όλη την Ιστανμπούλ και σε πολλά άλλα αστικά κέντρα, ειδικά στην Άγκυρα και Σμύρνη. Μέχρι στιγμής έχουν γίνει αρκετά μεγάλες διαδηλώσεις σε πάνω από 40 πόλεις. Η αστυνομία αναγκάστηκε να εκκενώσει την πλατεία του Ταξίμ, η οποία εδώ και σχεδόν δύο μέρες πια είναι στον έλεγχο των διαδηλωτών. Εκτός από τις κεντρικές πλατείες σε πολλές συνοικίες της Ιστανμπούλ, αλλά και σε άλλες πόλεις ο κόσμος κατεβαίνει στους δρόμους εκφράζοντας την οργή του, χτυπώτας κατσαρόλες και οργανώνοντας μίνι πορείες. Η έκταση των κινητοποιήσεων, η μαζικότητα και η μαχητικότητα του κόσμου είναι πρωτοφανείς. Μια τέτοια κοινωνική έκρηξη δεν έχει προηγούμενο στην σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας.

 

2. Ως συνήθως οι εξεγέρσεις είναι απρόβλεπτες. Υπήρχε όμως η αίσθηση πριν τα γεγονότα ότι η κοινωνία είναι ένα καζάνι που βράζει και περιμένει την αφορμή για την έκρηξη;

 

Όντως όπως όλες οι προηγούμενες, έτσι και αυτή η εξέγερση ήταν απότομη, απρόβλεπτη. Κανείς δεν περίμενε μια τέτοια δυναμική αντίδραση ΄από τα κάτω΄. Υπήρχε βέβαια ένας αναβρασμός. Μια αντίδραση κατά της όλο και πιο αυταρχικής πολιτικής κατεύθυνσης της κυβέρνησης, κατά της αστυνομικής βίας που έφτασε στο ζενίθ τη φετινή Πρωτομαγιά, καθώς και με την βίαιη απαγόρευση μετέπειτα όλης της πολιτικής δραστηριότητας στο κέντρο της πόλης, δηλαδή στο Ταξίμ. Το αλαζονικό ύφος του Ερντογάν ενοχλούσε όλο και περισσότερο. Συντηρητικά-αντιδραστικά μέτρα σχετικά με την καθημερινότητα που επιβλήθηκαν από την κυβέρνηση (όπως για παράδειγμα ο νόμος περί ελέγχου και εν μέρει απαγόρευσης του αλκόολ στο δημόσιο χώρο, καθώς και νομοσχέδια που επιβάρυναν γυναίκες), είχαν προκαλέσει οργή. Υπήρχε σίγουρα ένας υπόγειος αναβρασμός που μάλλον έψαχνε την κατάλληλη αφορμή για να εκδηλωθεί.

 

3. Ποια είναι τελικά τα βαθύτερα αίτια της εξέγερσης;

 

Πιστεύω πως είναι νωρίς αυτή τη στιγμή να μιλήσουμε με σιγουριά για τα αίτια μιας τόσο απρόβλεπτης εξέλιξης. Είναι μια κουβέντα που σίγουρα θα γίνει στο άμεσο μέλλον. Πάντως το μόνο σίγουρο είναι πως ήταν μια αίσθηση αδυναμίας, υποτέλειας, ανέχειας, ταπείνωσης που τελικά εξερράγη. Η εξέγερση είναι καταρχήν ένας ξεσικωμός της νεολαίας. Έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την εξέγερση στην Αθήνα του Δεκέμβρη του 2008. Δεν ελέγχεται από την οργανωμένη αριστερά και κινητοποιεί ένα πολύ πιο μεγάλο τμήμα της νεολαίας από αυτό που θα μπορούσε συνολικά από την αριστερά. Δεν έχει ηγεσία. Η επιτροπή της πλατείας πρέπει να ομολογήσω είναι απλά συμβολική και κάνει μόνο καλέσματα καθημερινά σε συγκεκριμένες ώρες για συγκεντρώσεις. Ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα το αυθόρμητο και μια διάχυτη “αντιεξουσιαστική” διάθεση κυριαρχεί. Είναι δηλαδή η εξέγερση μιας ή ακόμα και δύο γενιών που έχουν μεγαλώσει με κυβερνήσεις Ερντογάν, και την αντίδραση τους σε κάθε εξουσία την εκφράζουν μέσα από την αντίθεση στον Ερντογάν.

 

4. Στην Ελλάδα οι γνωστοί κύκλοι των μίντια και των εθνικιστών προσπαθούν να ερμηνεύσουν τα γεγονότα με το σχήμα σύγκρουση στρατού-ισλαμιστών; Ποια είναι η γνώμη σου; Πόσο σημαντική είναι η παρουσία του Ρεμπουμπλικανικού Λαϊκού κόμματος στις κινητοποιήσεις; (ΣτΣ το Ρεπουμπλικανικό κόμμα πρόσκειται στον στρατό)

 

Αυτή είναι και η εκδοχή του Ερντογάν. Προσπαθεί να πείσει ότι οι διαδηλώσεις είναι αποτέλεσμα μιας προσπάθειας των κεμαλικών να προκαλέσουν πραξικόπημα. Το ίδιο επιχείρημα εξέφραζε και ο Μόρσι στην Αίγυπτο κατά των διαδηλωτών που εξέφραζαν την αντίθεση τους στην κυβέρνηση της Αδελφότητας, λέγοντας ότι είναι υπολείμματα του μουμπαρακικού καθεστώς. Η εξέγερση βέβαια (όπως άλλωστε κάθε εξέγερση) κινητοποιεί έναν ανομοιογενή πληθυσμό. Στα σπλάχνα τις εξέγερσης συγκρούονται υπόγεια διάφορα πολιτικά ρεύματα. Υπάρχουν κεμαλικοί, εθνικιστές, ισλαμιστές που είναι εκτός του κόμματος του Ερντογάν, η Αριστερά, οι Κούρδοι. Είναι ένα τεράστιο μεγμα που εκφράζει μαζικά την αντίθεση της κατά της αστυνομικής καταστολής. Η ύπαρξη όμως ομάδων εθνικιστικών και κεμαλικών δεν πρέπει να κάνει την Αριστερά να αφήσει το κίνημα. Το αντίθετο μάλιστα, η εξέγερση και οι καθημερινές εμπειρίες που συσσωρεύονται από έναν κόσμο που στο παρελθόν δεν είχε καμία πολιτική δραστηριότητα, αποτελεί μια τεράστια αφορμή για ριζικές αλλαγές στις συνειδήσεις. Ένα παράδειγμα νομίζω θα ήταν αρκετό να δώσω τη ρευστότητα της κατάστασης, σε επίπεδο πολιτικών συνειδήσεων. Προχθές είδα μια μικρή ομάδα νέων που κάνανε το χαιρετισμό της φασιστικής οργάνωσης των γκρίζων λύκων και φωνάζανε το κλασικό σύνθημα της αριστεράς ‘όλοι ενωμένοι κατά του φασισμού’! Αν η αριστερά καταφέρει να δράσει δυναμικά μπορεί να καταφέρει να αγγίξει έναν κόσμο που στο παρελθόν δεν είχε καμία επαφή. Χρειάζεται δηλαδή και μία εσωτερική ιδεολογική-πολιτική μάχη εντός του κινήματος. Μόνο έτσι μπορούμε για παράδειγμα να εμποδίσουμε τους κεμαλικούς να καπελώσουν το κίνημα. Η βάση του ΡΛΚ συμμετέχει μαζικά στο κίνημα αλλά τουλάχιστον μέχρι στιγμής δεν είναι αυτό που δίνει το κεντρικό στίγμα.

 

5. Πώς εκτιμάς την εξέλιξη των πραγμάτων;

 

Είναι δύσκολη μια τέτοια εκτίμηση για όλους μας. Η Αριστερά δεν έχει τέτοιες εμπειρίες και ανάλογα αντανακλαστικά που θα μπορούσαν να βοηθήσουν σε αυτές τις καταστάσεις. Βιώνουμε κάτι εντελώς νέο. Το μόνο που ξέρω είναι πως το κίνημα συνεχίζεται και προσπαθεί να οργανωθεί καλύτερα. Το ότι έχει πια βγει από το Ταξίμ και έχει αγγίξει σχεδόν όλη τη χώρα είαι πολύ θετικό. Τώρα αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να οργανώσουμε, ειδικά στην Ιστανμπούλ, την πλατεία και το πάρκο σε κέντρο της όλης αντίστασης. Βέβαια είναι μια τεράστια ευκαιρία για την ριζοσπαστική Αριστερά να έρθει σε επαφή και να συμπορευθεί με έναν μεγάλο κόσμο που ούτε στα όνειρα της δεν θα είχε επαφή. Το μόνο σίγουρο είναι ότι συνεχίζουμε…

 

Τη συνέντευξη πήρε ο Γιάννης Αλμπάνης στις 3/6/2013

 

 

 

Περισσότερα