Το ευρώ κι εμείς μετά την Κύπρο

οχι


Από τη σημερινή Εποχή (31/3/2013)

Νομίζω ότι όσα τραγικά συνέβησαν τις τελευταίες μέρες στην Κύπρο, αποτελούν σημείο καμπής στην πορεία της ευρωπαϊκής κρίσης. Για πρώτη φορά οι καταθέτες καλούνται να πληρώσουν το κόστος της «διάσωσης» των τραπεζών· για πρώτη φορά οι δανειστές «καταργούν» μέσα σε μια νύχτα τη βασική οικονομική δραστηριότητα μιας κοινωνίας· και για πρώτη φορά από την έναρξη των προγραμμάτων «διάσωσης», το πολιτικό σύστημα μια χώρας της ΕΕ διατυπώνει ένα πρώτο «όχι» στις προτάσεις-εντολές της τρόικας κι επιχειρεί ως ένα βαθμό να διαπραγματευτεί το Μνημόνιο, έχοντας μάλιστα τη συντριπτική υποστήριξη της κοινωνίας. Παρά το μικρό μέγεθος και τις ιδιαιτερότητες της Κύπρου, όσα συνέβησαν εκεί δίνουν τροφή για τον πολιτικό προβληματισμό όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά συνολικά στην ευρωζώνη.

Ανήκω σε αυτούς που από την πρώτη στιγμή της κρίσης υποστήριξαν ότι η νομισματική πολιτική πρέπει να είναι δευτερεύον, πλην υπαρκτό,  ζήτημα για την Αριστερά. Το βασικό ζήτημα για μια αριστερή ριζοσπαστική απάντηση στην κρίση είναι το ταξικό πρόσημα της πολιτικής, δηλαδή το αν θα πληρώσουν το λογαριασμό της κρίσης οι πλούσιοι ή οι φτωχοί. Επίσης, συμφωνώ με εκείνους που θεωρούν ότι τόσο η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση όσο και η ευρωπαϊκή Οικονομική και Νομισματική Ενοποίηση δεν είναι απλά λεπτομέρειες του τοπίου, αλλά δημιουργούν τετελεσμένα που δεν μπορεί να προσπεράσει μια ενδεχομένη αριστερή κυβέρνηση. Τέλος, αναγνωρίζω ιδεολογικά τον εαυτό μου σε ένα πολιτικό ρεύμα που απορρίπτει τον εθνικό απομονωτισμό, ακόμα και στην «αριστερή» εκδοχή του.

Ωστόσο, έχω την αίσθηση ότι η πορεία της κρίση ή μάλλον η πορεία της διαχείρισης της κρίσης από την ευρωζώνη, ιδιαίτερα με την περιπέτεια της Κύπρου, δημιουργεί δεδομένα που δεν μπορεί παρά να ληφθούν υπόψη. Κατ’ αρχάς, έχει γίνει πια φανερό ότι το υπό τη Γερμανία κυρίαρχο μπλοκ της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν ορρωδεί προ ουδενός. Η πολιτική που ακολουθείται δεν αναζητεί τη στοιχειώδη συναίνεση των άλλων μερών, αλλά στηρίζεται αποκλειστικά στη στυγνή επιβολή του οικονομικού εκβιασμού. Δεύτερον, αν αποκλείσουμε το σενάριο της ιδεολοπτικής ανοησίας ή της παραφροσύνης, η μόνη λογική εξήγηση που μπορεί να δώσει κανείς για την ακολουθούμενη πολιτική, είναι ότι η Γερμανία έχει αποφασίσει να τελειώσει με τη ζώνη του ευρώ, όπως την ξέρουμε. Δεν ξέρω αν ισχύει η εκτίμηση ότι πάμε σε μια νομισματική ένωση από την οποία θα έχουν αποκλειστεί όχι μόνο οι χώρες του Νότου, αλλά ακόμα και η Γαλλία. Το βέβαιο όμως είναι ότι η διαχείριση της κρίσης οδηγεί στην αποδιάρθρωση συνολικά της ευρωζώνης καθώς και σε βραδέως αποκλίνουσες πορείες των επιμέρους χωρών. Ίσως το ερώτημα δεν είναι πλέον το αν θα αντέξει την κρίση η ευρωζώνη όπως την ξέρουμε, αλλά πόσο θα διαρκέσει η αργή πορεία προς το τέλος της . Τρίτον, ο, σχεδόν παραληρηματικός, κεφαλαιοκρατικός φονταμενταλισμός του υπό την Γερμανία κυρίαρχου μπλοκ της ΕΕ, ενισχύει το φόβο ότι η απειλή της άμεσης διακοπής της ρευστότητας σε μια χώρα (κάτι που οδηγεί στη χρεοκοπία) δεν είναι απλά μια μπλόφα, αλλά μπορεί να αποτελέσει πραγματική πολιτική επιλογή. Οι Ταλιμπάν του Βερολίνου και των Βρυξελλών δημιουργούν την αίσθηση ότι μπορεί να πάρουν το ρίσκο του χάους προκειμένου να στραγγαλίσουν εν τη γενέσει του ένα ευρωπαϊκό εναλλακτικό παράδειγμα. Τέταρτον, απέχουμε παρά πολύ όχι μόνο από το τόσο αναγκαίο μέτωπο των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, αλλά ακόμα και από μια στοιχειώδη συνεννόηση των χωρών που πέφτουν  θύματα των προγραμμάτων λιτότητας. Η Κύπρος αφέθηκε τραγικά μόνη, όπως μόνη της αντιμετώπισε την τρόικα κάθε μια χώρα μέχρι τώρα. Πέμπτον,  νομίζω ότι από τη διαπραγμάτευση της Κύπρου με την τρόικα, μπορούμε να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι αν το όπλο της μιας πλευράς είναι η διακοπή της χρηματοδότησης που μπορεί να προκαλέσει τη χρεοκοπία, το όπλο της άλλης είναι η έξοδος από το ευρώ με τους συστημικούς κινδύνους που αυτή εμπεριέχει.

Σε καμιά περίπτωση δεν θεωρώ βασιλική οδό για την αντιμετώπιση της κρίσης μια ενδεχόμενη έξοδο από το ευρώ. Η βίαιη υποτίμηση του νομίσματος που αυτή συνεπάγεται, θα πλήξει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα λαϊκά στρώματα. Επιπλέον, οι αναταράξεις που θα προκληθούν, αναπόφευκτα θα οδηγήσουν σε οικονομική συρρίκνωση για ένα χρονικό διάστημα. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι ορθώς ο ΣΥΡΙΖΑ προκρίνει ως πρώτη επιλογή τη λύση εντός ευρωζώνης. Ωστόσο, αν καταλήξουμε στο να ταυτίζεται η παραμονή στο (όποιο) ευρώ με την εφαρμογή του (όποιου) Μνημονίου, αυτή δεν μπορεί να είναι η επιλογή της Αριστεράς. Ανάμεσα στις δύο πολύ κακές επιλογές (αν βέβαια τελικά τεθούν ως τέτοιες), η χείριστη είναι αυτή του μνημονιακού ευρώ που εγγυάται με απόλυτη βεβαιότητα τη μακροχρόνια κοινωνική ερήμωση, χωρίς να αφήνει την παραμικρή χαραμάδα ελπίδας. Και αυτή ακριβώς η προσέγγιση μπορεί να ενισχύσει σημαντικά τη διαπραγματευτική θέση μιας αριστερής κυβέρνησης που θα βρεθεί χωρίς συμμαχίες απέναντι σε στους αδίστακτους  γκάνγκστερ της τρόικας.

Φοβάμαι βέβαια ότι τα πράγματα έχουν ήδη πάρει το δρόμο τους και το ερώτημα που θα θέσει η ίδια η πραγματικότητα δεν είναι το αν, αλλά με ποιους όρους θα πάμε σε μια νέα νομισματική αρχιτεκτονική της Ευρώπης.

Γιάννης Αλμπάνης

Περισσότερα

Η νηνεμία πριν τη θύελλα; (6+1 σημεία για την πολιτική συγκυρία)

Ένα κείμενο από το Δελτίο Θυέλλης (περιοδική έκδοση του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα) που μόλι κυκλοφόρησε. Γράφτηκε πριν τα τελευταία γεγονότα στην Κύπρο.

    

1.     Το Μνημόνιο οδηγεί στην εξαθλίωση. Αν και στο παρελθόν η Αριστερά έχει εγκληθεί για καταστροφολογικές προβλέψεις που διαψεύδονταν από την πραγματικότητα, αυτή τη φορά η πραγματική κοινωνική καταστροφή που επέφερε το Μνημόνιο ξεπέρασε ακόμα και τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις. Οι εικόνες της σημερινής Αθήνας, αλλά και άλλων μεγάλων πόλεων, είναι εικόνες που παραπέμπουν σε ένα παρελθόν μέχρι τώρα ξεχασμένο: το μαύρο στρώμα καπνού από τις ξυλόσομπες που καλύπτει τον ουρανό, οι άνθρωποι που κοιμούνται στους δρόμους και αυτοί που ψάχνουν τα σκουπίδια, τα απλωμένα χέρια που περιμένουν ως μάννα εξ ουρανού μια σακούλα λαχανικά, τα κλειστά μαγαζιά. Τα παιδιά που πηγαίνουν στο σχολείο χωρίς να έχουν πάρει πρωινό, το ενάμισι εκατομμύριο άνεργοι, το μαγκάλι που σκότωσε τους φοιτητές στη Λάρισα, η έκρηξη των αυτοκτονιών. Εικόνες που θυμίζουν τις δεκαετίες ’50-’60, χωρίς όμως τη σχετική αισιοδοξία εκείνης της εποχής. Η καθίζηση της ελληνικής οικονομίας μπορεί πλέον να συγκριθεί με την ελεύθερη πτώση της μετασοβιετικής Ρωσίας του Γιέλτσιν. Μια χώρα που γυρνάει δεκαετίες πίσω.

 

  1. Επιχειρούν να επιβάλουν ένα κοινωνικό μοντέλο. Θα ήταν άστοχο να περιορίσει κανείς τις επιπτώσεις του Μνημονίου στη μαζική φτωχοποίηση του πληθυσμού. Με την ιδιωτικοποίηση των υπολειμμάτων του δημόσιου τομέα καθώς και με την πλήρη απορύθμιση της αγοράς εργασίας, δημιουργείται ένα καινούργιο πλαίσιο το οποίο δεν αφαιρεί μόνο ισχύ από τον κόσμο της εργασίας, αλλά μεταβάλλει εκ βάθρων την κοινωνική αντίληψη για τις εργασιακές σχέσεις και τις δημόσιες υπηρεσίες, οδηγώντας τελικά σε μια βίαιη υποτίμηση των προσδοκιών που έχουν οι άνθρωποι για τη ζωή τους. Από τη στιγμή που καταργούνται στην πράξη οι συλλογικές συμβάσεις, είναι φυσικό επόμενο να διαμορφώνεται μια εξατομικευμένη σχέση με την εργασία μέσω της οποίας ο εργαζόμενος αποδέχεται σήμερα ασμένως ό,τι τού φαινόταν χτες αδιανόητο. Επιπλέον, σε έναν κόσμο όπου τα πάντα έχουν εμπορευματοποιηθεί, ακόμα και το νερό, όχι μόνο εντείνεται ο αποκλεισμός από βασικά για την επιβίωση αγαθά, αλλά στενεύει απελπιστικά ο χώρος των αγώνων για συλλογικά δικαιώματα και δημόσιες πολιτικές ανακατανομής. Η κοινωνία που δημιουργεί το Μνημόνιο είναι η κοινωνία του άγριου ανεξέλεγκτου καπιταλισμού που φέρνει στο νου τη Χιλή του Πινοσέτ ή ακόμα χειρότερα τον ευρωπαϊκό 19ο αιώνα.

  2. Υποχώρηση των κινημάτων… Η υποχώρηση των κινημάτων αντίστασης μετά την ψήφιση του τρίτου Μνημονίου είναι εμφανής. Οι λόγοι θα πρέπει να αναζητηθούν στην αίσθηση αδυναμίας που διαχέεται μετά από σειρά πολύ μαζικών πλην αποτυχημένων αγώνων, η ολική ανελαστικότητα του Μνημονίου που καθιστά αναποτελεσματικούς τους επιμέρους αγώνες και καθιστά την ανατροπή της τρόικας εσωτερικού σε αναγκαία προϋπόθεση για την ικανοποίηση των όποιων επιμέρους αιτημάτων, η αποδυνάμωση των συνδικάτων λόγω της γιγάντωσης της ανεργίας καθώς και της κρίσης αξιοπιστίας τους, οι ψευδαισθήσεις που καλλιεργήθηκαν σε σχέση με την καταβολή της δανειακής δόσης, η πεποίθηση ότι η ανατροπή του Μνημονίου μπορεί να επέλθει εύκολα δια της ανάθεσης στον ΣΥΡΙΖΑ… Ωστόσο η προσπάθεια αιτιολόγησης της καταγραφείσας υποχώρησης των κινημάτων θα ήταν ατελής, αν δεν υπογράμμιζε τις αδυναμίες του υποκειμενικού παράγοντα. Το ότι δηλαδή εξακολουθούμε να μην έχουμε σταθερές κινηματικές δομές αντίστασης, παρά τις προσπάθειες που έγιναν με τις λαϊκές συνελεύσεις, το ότι δεν αναπτύσσεται σοβαρός διάλογος πάνω στην ανάπτυξη των κινημάτων σε μια δύσκολη συγκυρία, το ότι οι οργανωτικές δομές της Αριστεράς πιο πολύ είναι στραμμένες στην πολιτική εκπροσώπηση των αγώνων παρά στην οργάνωση τους, χωρίς βέβαια να αμφισβητείται η πρόοδος που έχει συντελεστεί σε αυτόν τον τομέα τα τελευταία χρόνια. Η επινοητικότητα και η αποφασιστικότητα των πιο πολιτικοποιημένων αγωνιστών χρειάζεται πολύ περισσότερο στις περιόδους άμπωτης του κινήματος, παρά όταν η παλίρροια των αγώνων γεμίζει τους δρόμους των πόλεων. Πάντως, οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι η συμμετοχή στην απεργία της 20ης Φλεβάρη πιθανόν να αποτελεί σημάδι ότι η περίοδος υποχώρησης των κινημάτων βαίνει προς το τέλος της.

  3. …σταθεροποίηση της κυβέρνησης. Όσο εμφανής είναι η υποχώρηση των κινημάτων το τελευταίο διάστημα, άλλο τόσο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η σχετική σταθεροποίηση της κυβέρνησης. Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν σταθεροποιήθηκε μόνο γιατί “οι δρόμοι ήταν ήσυχοι”. Μεγάλο ρόλο έχουν παίξει επίσης οι ψευδαισθήσεις που καλλιεργήθηκαν σε σχέση με την καταβολή της δανειακής δόσης. Η απομάκρυνση του κινδύνου άτακτης χρεοκοπίας και η αναμονή του ευρωπαϊκού ρευστού που υποτίθεται ότι θα έπεφτε στην αγορά προφανώς λειτουργούν υπέρ της τρόικας εσωτερικού. Επιπλέον, δεν θα πρέπει να υποτιμάται η σχεδόν ενστικτώδης διάθεση πολλών ανθρώπων να αποδεχτούν ότι τους φαίνεται ότι μπορεί να διασφαλίσει την επιστροφή στη χαμένη σταθερότητα της οικονομίας και της κοινωνία. Φευ! Τελικά αποδείχτηκε ότι η δανειακή δόση ούτε τόνωσε την αγορά ούτε άνοιξε ένα (έστω και μικρό) παράθυρο στην προοπτική της ανάκαμψης ή έστω της σταθεροποίησης. Η κρίση είναι σταθερά εδώ όπως ακριβώς η μαζική φτώχεια μοιάζει με ζοφερή βεβαιότητα για το μέλλον. Κατά συνέπεια, δεν πρέπει να εκπλήσσει το ότι η προωθητική ώθηση της δόσης μοιάζει να έχει εξαντλήσει τη δυναμική της και το αρχίζουν εκ νέου οι τριγμοί στο κυβερνητικό σχήμα.

  4. Η καταστολή εξελίσσεται σε βασικό πυλώνα της κυβερνητικής πολιτικής. Η ειδοποιός διαφορά της χρήσης της καταστολής σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν είναι ότι δεν αποτελεί αναγκαίο μέσο επιβολής της κυβερνητικής πολιτικής τις στιγμές που δεν εξασφαλίζεται η κοινωνική συναίνεση, αλλά τείνει να υποκαταστήσει τη συναίνεση ως βασικό μέσο εμπέδωσης της κυριαρχίας. Η πρωτοφανής εξάπλωση της φτώχειας παράγει σε εξίσου πρωτοφανή κλίμακα κοινωνική αμφισβήτηση “των από πάνω”, πολιτικό ριζοσπαστισμό καθώς και εκτεταμένες παραβατικές συμπεριφορές. Επομένως, η συναίνεση δεν μπορεί να εξασφαλιστεί. Κι εκεί που η πειθώ (ή έστω ο πειθαναγκασμός) δεν μπορεί να λειτουργήσει, μπαίνει στο προσκήνιο ο φόβος. Γι” αυτό και η ολοένα και διευρυνόμενη προληπτική χρήση της καταστολής, γι” αυτό και η δυσανάλογα οξυμένη χρήση κρατικής βίας σε σχέση με το πραγματικό διωκτικό ενδιαφέρον διαφόρων υποθέσεων, γι” αυτό και ο υστερικός εμφυλιοπολεμικός λόγος. Για να λειτουργήσει ο φόβος, πρέπει η απειλή της κρατικής καταστολής να είναι διαρκώς παρούσα και να έχει δώσει απτά δείγματα ότι είναι όντως πραγματική και όχι υποθετική.

  5. Ο πειρασμός του ΣΥΡΙΖΑ. Είτε είναι κανείς υπέρ είτε εναντίον, η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί πλέον βασική παράμετρο της πολιτικής συγκυρίας, από τη σκοπιά της Αριστεράς και των κινημάτων. Μπροστά στην πραγματική πρόκληση του ξεπεράσματος του 30%, του να πείσει δηλαδή ανθρώπους πέρα από το χώρος της ευρείας κοινωνικής Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ φάνηκε να μπαίνει στον πειρασμό του “στρογγυλέματος” των θέσεων του και της διαμόρφωσης ενός πιο μετριοπαθούς προφίλ για να θέλξει ακροατήρια του λεγόμενου μεσαίου χώρου. Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε πάλι σε συγκεκριμένα γεγονότα (καταλήψεις, ταξίδια Τσίπρα, εκφωνήσεις για την οικονομική πολιτική) για τα οποία ήδη έχει γίνει μεγάλη συζήτηση. Το βέβαιο είναι ότι ένα ενδεχόμενο “μάζεμα” των αιχμών του ΣΥΡΙΖΑ θα τον οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην ήττα αφού ούτε η βάση του (όπως φαίνεται από τις δημοσκοπήσεις) ούτε τα στελέχη του (όπως φάνηκε στην πρόσφατη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής) συναινούν σε μια τέτοια κατεύθυνση. Θα το επαναλάβουμε: Στη συγκυρία της πιο άγριας καπιταλιστική κρίσης των τελευταίων δεκαετιών, δεν υπάρχει χώρος για τον οποίο συμβιβασμό. Η έξοδος από την κρίση απαιτεί ρήξεις και ανατροπές. Και αυτό το έχει καταλάβει το δυναμικό που στρατεύεται στην υπόθεση του ΣΥΡΙΖΑ.

  6. Το γνωστό. Στους δρόμους θα συναντήσουμε την ελπίδα.

 

Περισσότερα

Ζιλμπέρ Ασκάρ: Οι α­πο­τυ­χίες των ισ­λα­μι­στών δί­νουν χώ­ρο στην α­ρα­βι­κή Αρι­στε­ρά

images

Από την Εποχή της 10/3/2013

Ο Ζι­μπέρ Ασκάρ εί­ναι έ­νας α­πό τους πιο γνω­στούς α­ρι­στε­ρούς α­να­λυ­τές του α­ρα­βι­κού κό­σμου.
Δι­δά­σκει Διε­θνείς Σχέ­σεις στη Σχο­λή Ανα­το­λι­κών και Αφρι­κα­νι­κών Σπου­δών του Πα­νε­πι­στη­μίου του Λον­δί­νου.
Η «Επο­χή» τον συ­νά­ντη­σε στο τριή­με­ρο του R Project στο Πά­ντειο Πα­νε­πι­στή­μιο.

Δύο χρό­νια με­τά την α­παρ­χή της, ποιος εί­ναι κα­τά τη γνώ­μη σας ο α­πο­λο­γι­σμός της Αρα­βι­κής Άνοι­ξης;
Αντί­θε­τα με τις πε­ρισ­σό­τε­ρες α­να­λύ­σεις που δια­βά­ζει κα­νείς στην Ευ­ρώ­πη, σή­με­ρα εί­μαι πιο αι­σιό­δο­ξος α­πό ό­ταν ξε­κί­νη­σαν τα γε­γο­νό­τα. Κι αυ­τό για­τί το βα­σι­κό ε­ρώ­τη­μα ή­ταν πά­ντο­τε το πό­σο ι­σχυ­ρές θα ή­ταν οι ισ­λα­μι­στι­κές δυ­νά­μεις για να ε­λέγ­ξουν την έκ­βα­ση των ε­πα­να­στά­σεων. Προ­φα­νώς, πο­τέ δεν εί­χα αυ­τα­πά­τες. Ήξε­ρα α­πό την αρ­χή, ό­πως και ό­λοι ό­σοι α­σχο­λού­νται με την πε­ριο­χή, ό­τι οι ισ­λα­μι­στές ή­ταν σε πλε­ο­νε­κτι­κή θέ­ση λό­γω της ορ­γα­νω­τι­κό­τη­τας τους, των οι­κο­νο­μι­κών πό­ρων που δια­θέ­τουν, κα­θώς και της ε­ξω­τε­ρι­κής υ­πο­στή­ρι­ξης που δέ­χο­νται. Ωστό­σο, η ε­κλο­γι­κή νί­κη που τε­λι­κά πέ­τυ­χαν στην Τυ­νη­σία, ή­ταν με πο­λύ χα­μη­λό­τε­ρα πο­σο­στά α­π’ ό,τι α­να­με­νό­ταν. Στη δε Αί­γυ­πτο, ε­νώ στις βου­λευ­τι­κές ε­κλο­γές πή­ραν τα 2/3 των ψή­φων, στις προ­ε­δρι­κές που α­κο­λού­θη­σαν, έ­χα­σαν το 50% της δύ­να­μης τους.
Και στις δύο χώ­ρες τους βλέ­που­με να χά­νουν έ­δα­φος εν μέ­σω με­γά­λων λαϊκών κι­νη­το­ποιή­σεων. Δεν θέ­λω βέ­βαια να φα­νώ υ­πε­ραι­σιό­δο­ξος. Η κα­τά­στα­ση πα­ρα­μέ­νει ε­ξαι­ρε­τι­κά πε­ρί­πλο­κη. Ωστό­σο, η πε­ριο­ρι­σμέ­νη ι­κα­νό­τη­τα των ισ­λα­μι­στών να λύ­σουν τα τε­ρά­στια κοι­νω­νι­κά προ­βλή­μα­τα, α­φή­νει α­νοι­χτό το εν­δε­χό­με­νο, το εν­δε­χό­με­νο ε­πα­να­λαμ­βά­νω, να μπο­ρέ­σει η Αρι­στε­ρά να πα­ρέμ­βει στις ε­ξε­λί­ξεις με ε­πι­τυ­χία.

Μι­λώ­ντας για την Αρι­στε­ρά, πώς κρί­νε­ται τη μέ­χρι τώ­ρα στά­ση της, ι­διαί­τε­ρα των πιο ι­σχυ­ρών σχη­μα­τι­σμών της, του Λαϊκού Με­τώ­που στην Τυ­νη­σία και της Σο­σια­λι­στι­κής Λαϊκής Συ­μα­χίας στην Αί­γυ­πτο;
Πρώ­τα α­π’ ό­λα η Αρι­στε­ρά, εν­νοώ η με μαρ­ξι­στι­κές α­να­φο­ρές Αρι­στε­ρά, εί­ναι ό­ντως ι­σχυ­ρή στην Τυ­νη­σία, αλ­λά ό­χι στην Αί­γυ­πτο. Στην Τυ­νη­σία η δύ­να­μη της Αρι­στε­ράς βα­σί­ζε­ται στην πο­λύ ση­μα­ντι­κή πα­ρου­σία της στο συν­δι­κα­λι­στι­κό κί­νη­μα και τη γε­νι­κή συ­νο­μο­σπον­δία UGTT, που α­πο­τέ­λε­σε την κύ­ρια ορ­γα­νω­μέ­νη δύ­να­μη της ε­ξέ­γερ­σης ε­νά­ντια στον Μπεν Άλι. Δυ­στυ­χώς, αυ­τή η δύ­να­μη δεν κα­τα­γρά­φη­κε στις ε­κλο­γές για­τί η UGTT δεν συμ­με­τεί­χε και οι α­ρι­στε­ρές δυ­νά­μεις κα­τέ­βη­καν δια­σπα­σμέ­νες.
Η Τυ­νη­σια­κή Αρι­στε­ρά έ­βγα­λε τα συ­μπε­ρά­σμα­τα της α­πό αυ­τήν την α­να­μέ­τρη­ση και συ­γκρό­τη­σε το Λαϊκό Μέ­τω­πο. Τώ­ρα, στο πρώ­το συ­νέ­δριο της UGTT με­τά την πτώ­ση του Μπέν Άλι, η Αρι­στε­ρά πή­ρε τον έ­λεγ­χο της συ­νο­μο­σπον­δίας, κά­τι που την ε­νι­σχύει πά­ρα πο­λύ. Ωστό­σο, αν η UGTT δεν α­να­μειχ­θεί α­π’ ευ­θείας στο πο­λι­τι­κό-ε­κλο­γι­κό παι­χνί­δι, οι δυ­να­τό­τη­τες της Αρι­στε­ράς θα πα­ρα­μεί­νουν σχε­τι­κά πε­ριο­ρι­σμέ­νες. Επι­πλέ­ον, αν η Αρι­στε­ρά και το συν­δι­κα­λι­στι­κό κί­νη­μα συ­νερ­γα­στούν με τη φι­λε­λεύ­θε­ρη πτέ­ρυ­γα του πα­λιού κα­θε­στώ­τος, πει­ρα­σμός που θέλ­γει αρ­κε­τά στε­λέ­χη τους, τό­τε θα α­πα­ξιω­θούν και θα ο­δη­γή­σουν στην α­πο­στρά­τευ­ση τη νε­ο­λαία και τα φτω­χά στρώ­μα­τα της κοι­νω­νίας, που αυ­τή τη στιγ­μή εί­ναι στους δρό­μους.

Και η Αί­γυ­πτος;
Στην Αί­γυ­πτο, α­κό­μα και η Αρι­στε­ρά που συ­γκρο­τεί­ται γύ­ρω α­πό τον α­ρι­στε­ρό να­σε­ρι­κό υ­πο­ψή­φιο πρό­ε­δρο Σα­μπά­χι, αν και ι­δε­ο­λο­γι­κά πιο ευ­ρεία, εί­ναι πο­λύ πιο α­δύ­να­τη α­πό την Αρι­στε­ρά της Τυ­νη­σίας. Επι­πλέ­ον, ε­κεί υ­πάρ­χει και το νέο κί­νη­μα των α­νε­ξάρ­τη­των ερ­γα­τι­κών συν­δι­κά­των. Και στην Αί­γυ­πτο ό­μως βλέ­που­με το Λαϊκό Ρεύ­μα του Σα­μπά­χι να συ­γκρο­τεί συμ­μα­χία, το Μέ­τω­πο Εθνι­κής Σω­τη­ρίας, με τη φι­λε­λεύ­θε­ρη α­ντι­πο­λί­τευ­ση κα­θώς και τη φι­λε­λεύ­θε­ρη πτέ­ρυ­γα του πα­λιού κα­θε­στώ­τος. Οι συμ­μα­χίες για την υ­πε­ρά­σπι­ση της δη­μο­κρα­τίας εί­ναι θε­μι­τές. Αλλά αν δεν υ­πε­ρα­σπί­ζε­σαι τη δι­κιά σου ταυ­τό­τη­τα και το δι­κό σου κοι­νω­νι­κό πρό­γραμ­μα, τό­τε δί­νεις τη δυ­να­τό­τη­τα στους ισ­λα­μι­στές να εμ­φα­νί­ζο­νται αυ­τοί ως η ε­ναλ­λα­κτι­κή λύ­ση στο πα­λιό κα­θε­στώς.

Σε ποιες άλ­λες χώ­ρες της Αρα­βι­κής Άνοι­ξης κα­τα­γρά­φε­ται πα­ρου­σία της Αρι­στε­ράς;
Στην Υε­μέ­νη και τη Συ­ρία. Στην Υε­μέ­νη η ε­πα­να­στα­τι­κή νε­ο­λαία έ­παι­ξε ση­μα­ντι­κό ρό­λο στην ε­ξέ­γερ­ση. Άλλω­στε, η Νό­τια Υε­μέ­νη έ­χει ση­μα­ντι­κή α­ρι­στε­ρή πα­ρά­δο­ση. Τώ­ρα η ε­πα­να­στα­τι­κή νε­ο­λαία συ­νε­χί­ζει τον α­γώ­να ε­νά­ντια στο λε­γό­με­νο “συμ­βι­βα­σμό” α­νά­με­σα στο πα­λιό κα­θε­στώς και την α­ντι­πο­λί­τευ­ση, συμ­βι­βα­σμό που ε­πέ­βα­λε η Ουά­σι­γκτον. Στη Συ­ρία, πα­ρά το ό­σα λέ­γο­νται, εί­ναι ση­μα­ντι­κή η πα­ρου­σία της Αρι­στε­ράς, α­κό­μα και στο Εθνι­κό Συμ­βού­λιο της Αρι­στε­ράς. Ο πρό­ε­δρος του, ο Ζόρζ Σά­μπρα, α­νή­κει σε έ­να α­πό τα ρεύ­μα­τα του συ­ρια­κού κομ­μου­νι­στι­κού κι­νή­μα­τος.

Στη Συ­ρία θα μπο­ρού­σα­με να πού­με ό­τι οι Το­πι­κές Συ­ντο­νι­στι­κές Επι­τρο­πές εκ­φρά­ζουν τις α­ρι­στε­ρές α­ντι­λή­ψεις μέ­σα στην ε­ξέ­γερ­ση;
Όχι. Στις Το­πι­κές Συ­ντο­νι­στι­κές Επι­τρο­πές συμ­με­τέ­χουν άν­θρω­ποι ό­λων των ι­δε­ο­λο­γιών, κα­τά κύ­ριο λό­γο νέ­οι. Στην πλειο­ψη­φία τους δεν έ­χουν προ­η­γού­με­νη πο­λι­τι­κή ε­μπει­ρία ή έ­ντα­ξη. Οι Επι­τρο­πές α­ντι­στοι­χούν πιο πο­λύ σε αυ­τό που εί­δα­με στην Ευ­ρώ­πη με το κί­νη­μα των Ισπα­νών Αγα­να­κτι­σμέ­νων. Απο­τε­λούν μια αυ­θε­ντι­κή έκ­φρα­ση της ε­ξέ­γερ­σης που διεκ­δι­κεί δη­μο­κρα­τία και κοι­νω­νι­κή αλ­λα­γή. Δυ­νη­τι­κά θα μπο­ρού­σαν να α­νή­κουν στην Αρι­στε­ρά, αλ­λά ε­γώ α­να­φέ­ρο­μαι σε αυ­τούς που εί­ναι ι­δε­ο­λο­γι­κά α­ρι­στε­ροί. Να ση­μειώ­σω πά­ντως ό­τι δε­κά­δες χι­λιά­δες στε­λέ­χη της ε­ξέ­γερ­σης βρί­σκο­νται στις φυ­λα­κές, α­νά­με­σα τους και οι πε­ρισ­σό­τε­ροι η­γέ­τες των Το­πι­κών Επι­τρο­πών, κά­τι που έ­χει τρο­μα­κτι­κή ε­πί­δρα­ση στο συ­σχε­τι­σμό δυ­νά­μεων στους κόλ­πους της α­ντι­πο­λί­τευ­σης.

Σε έ­να άρ­θρο σας πριν λί­γους μή­νες, α­σκεί­τε κρι­τι­κή στη συ­ρια­κή Αρι­στε­ρά για­τί δεν ε­πέ­λε­ξε την έ­νο­πλη πά­λη κα­τά του κα­θε­στώ­τος. Τι ελ­πί­δες ε­πι­τυ­χίες ό­μως θα εί­χε παί­ζο­ντας στο τε­ρέν μι­λι­τα­ρι­στι­κών με­γα­θη­ρίων ό­πως η Αλ Κάι­ντα;
Κα­ταρ­χάς, οι ισ­λα­μι­στές ό­πως η Αλ Κάι­ντα, άρ­χι­σαν να πα­ρεμ­βαί­νουν με­τά τον πρώ­το χρό­νο του ξε­ση­κω­μού, Μέ­χρι τό­τε ή­ταν α­πό­ντες. Εγώ δεν εί­πα ό­τι η Αρι­στε­ρά έ­πρε­πε να πά­ρει τα ό­πλα α­πό την αρ­χή. Αυ­τό που έ­γρα­ψα ή­ταν ό­τι η Αρι­στε­ρά θα έ­πρε­πε να εί­χε κα­τα­λά­βει ό­τι τα κα­θε­στώς δεν θα έ­πε­φτε α­πό τις δια­δη­λώ­σεις, ό­πως στην Αί­γυ­πτο ή την Τυ­νη­σία. Κά­τι τέ­τοιο δεν θα μπο­ρού­σε να συμ­βεί σε χώ­ρες ό­πως η Συ­ρία, η Λι­βύη και το Μπα­χρέιν, ό­που η κυ­βερ­νώ­σα οι­κο­γέ­νεια ε­λέγ­χει πλή­ρως τον κρα­τι­κό μη­χα­νι­σμό. Δυ­στυ­χώς, στη Συ­ρία η Αρι­στε­ρά α­νή­κε στις πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις που έ­σπει­ραν αυ­τα­πά­τες για μια εν­δε­χό­με­νη ει­ρη­νι­κή α­να­τρο­πή του κα­θε­στώ­τος. Έτσι, δεν ε­πι­χεί­ρη­σε να ορ­γα­νώ­σει ε­γκαί­ρως τις δι­κές της μορ­φές έ­νο­πλης α­ντί­στα­σης και δεν υ­πο­δέ­χτη­κε καν τα πρώ­τα κύ­μα­τα λι­πο­τα­κτών του συ­ρια­κού στρα­τού. Από τη στιγ­μή που δεν δε­χό­ταν τους λι­πο­τά­κτες για να δια­τη­ρή­σει τον ει­ρη­νι­κό χα­ρα­κτή­ρα της α­ντί­στα­σης, αυ­τοί στρά­φη­καν αλ­λού. Κα­τά συ­νέ­πεια, α­φέ­θη­κε ε­λεύ­θε­ρος χώ­ρος στους ισ­λα­μι­στές και τις μο­ναρ­χίες του Κόλ­που. Θα ή­θε­λα ε­πί­σης να προ­σθέ­σω ό­τι η συ­ρια­κή ε­πα­νά­στα­ση α­φέ­θη­κε στην τύ­χη της α­πό τη διε­θνή Αρι­στε­ρά, πράγ­μα που προ­κα­λεί φο­βε­ρή πί­κρα στους Σύ­ρους.

Βρι­σκό­μα­στε κο­ντά στο τέ­λος του Άσα­ντ;
Όχι. Ο Άσα­ντ θα συ­νε­χί­σει να πο­λε­μά­ει ό­σο έ­χει ό­πλα και χρή­μα­τα. Τώ­ρα έ­χει χρή­μα­τα α­πό το Ιράν και ό­πλα α­πό τη Ρω­σία. Στο πλευ­ρό του έ­χει α­κό­μα και μα­χη­τές α­πό το Ιράν και τη Χεζ­μπο­λά. Αν συ­νυ­πο­λο­γί­σου­με την υ­πο­στή­ρι­ξη της α­λε­βί­τι­κης κοι­νό­τη­τας, που ε­λέγ­χει τον κρα­τι­κό μη­χα­νι­σμό και τις ει­δι­κές δυ­νά­μεις του στρα­τού, ο­δη­γού­μα­στε στο συ­μπέ­ρα­σμα ό­τι ο Άσα­ντ θα συ­νε­χί­σει να πο­λε­μά­ει. Οι Αλε­βί­τες φο­βού­νται την α­ντεκ­δί­κη­ση των άλ­λων κοι­νο­τή­των που κα­τα­πιέ­στη­καν ά­γρια α­πό το κα­θε­στώς. Έτσι, εί­ναι α­πο­φα­σι­σμέ­νοι να πο­λε­μή­σουν μέ­χρι το τέ­λος. Γι’ αυ­τό και η α­ντι­πο­λί­τευ­ση δί­νει συ­νε­χώς δια­βε­βαιώ­σεις ό­τι θα τους σε­βα­στεί. Σε αυ­τά προ­σθέ­στε ό­τι η α­ντι­πο­λί­τευ­ση δεν δια­θέ­τει ό­πλα ι­κα­νά να α­ντι­με­τω­πί­σουν το στρα­τό του κα­θε­στώ­τος.

Δεν της δί­νουν ό­πλα η Δύ­ση και τα σου­νι­τι­κά κρά­τη;
Οι Η­ΠΑ δεν πα­ρέ­χουν, κι ε­μπο­δί­ζουν και τους συμ­μά­χους τους να το κά­νουν, σύγ­χρο­να α­πο­τε­λε­σμα­τι­κά ό­πλα στην α­ντι­πο­λί­τευ­ση. Επι­τρέ­πουν πχ τη χο­ρή­γη­ση αυ­το­μά­των ή μπα­ζού­κα, άλ­λα ό­χι α­ντια­ε­ρο­πο­ρι­κών πυ­ραύ­λων. Οι Η­ΠΑ ε­πι­διώ­κουν την α­να­τρο­πή του Άσα­ντ, χω­ρίς ό­μως διά­λυ­ση του κρα­τι­κού μη­χα­νι­σμού και του στρα­τού, φο­βού­με­νες, ό­πως και το Ισραή­λ, το χά­ος στη Συ­ρία. Επο­μέ­νως, δεν ε­πι­διώ­κουν μια στρα­τιω­τι­κή νί­κη της α­ντι­πο­λί­τευ­σης, αλ­λά έ­ναν «συμ­βι­βα­σμό» με­τα­ξύ των δύο πλευ­ρών. Πρό­κει­ται για έ­να «συμ­βι­βα­σμό» τύ­που Υε­μέ­νης, ό­που θα θυ­σια­στεί ο Άσα­ντ και θα ε­πι­βιώ­σουν οι άν­θρω­ποι του κα­θε­στώ­τος. Έναν τέ­τοιο «συμ­βι­βα­σμό» δεν μπο­ρεί να δε­χτεί ό­μως η α­ντι­πο­λί­τευ­ση, που με­τρά­ει δε­κά­δες χι­λιά­δες θύ­μα­τα. Έτσι, η αι­μα­το­χυ­σία θα συ­νε­χι­στεί.

Τη συνέντευξη πήρε ο Γιάννης Αλμπάνης

Περισσότερα