τσίπρας κασσελάκης

Κυριαρχία Μητσοτάκη και κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ

Δημοσιεύτηκε στο Δελτίο Θυέλλης τον Δεκέμβριο του 2023.

Έξι μήνες μετά τον εκλογικό θρίαμβο Μητσοτάκη, το σύστημα εξουσίας που έχει οικοδομήσει ο πρωθυπουργός γύρω από το πρόσωπό του, είναι πιο ισχυρό από πότε. Με λίγες εξαιρέσεις, οι κυβερνήσεις υπήρξαν σχεδόν πάντοτε ισχυρές τους πρώτους μήνες μετά τις εκλογικές επιτυχίες τους. Επομένως, θα ήταν απολύτως αναμενόμενο να είναι ενδυναμωμένη η θέση της κυβέρνησης Μητσοτάκη αυτή τη στιγμή.
Αυτό όμως που αποτελεί πρωτοφανές γεγονός στα μεταπολιτευτικά χρονικά, είναι η απόλυτη κυριαρχία του. Δεν έχει υπάρξει άλλη χρονική στιγμή μετά το 1974 όπου όχι μόνο το πρώτο κόμμα έχει καταγράψει υπερδιπλάσιο εκλογικό ποσοστό από το δεύτερο, αλλά η ψαλίδα άνοιξε ακόμα περισσότερο μετά τις εκλογές. Στην ουσία δεν υπάρχει δεύτερος διεκδικητής της κυβερνητικής εξουσίας και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μόνο κατ’ όνομα αξιωματική αντιπολίτευση. Πριν από λίγες μήνες κάναμε λόγο για «πολιτικό σύστημα του 1,5 κόμματος». Τώρα μπορούμε κάλλιστα να μιλήσουμε για «πολιτικό σύστημα του ενός κόμματος».


Οι λόγοι

Η τρέχουσα συγκυρία στην Ελλάδα αποδεικνύει πόσο σημαντικός είναι ο «υποκειμενικός παράγοντας» στην πολιτική. Γιατί η κυριαρχία Μητσοτάκη αποτελεί κατεξοχήν αποτέλεσμα υποκειμενικών επιλογών και όχι αντικειμενικών παραγόντων. Προφανώς, η ανάκαμψη της οικονομίας μετά τη μακροχρόνια μνημονιακή κρίση, παίζει σημαντικό ρόλο στην πολιτική επιτυχία Μητσοτάκη. Ωστόσο, το οικονομικό «success story» της Ελλάδας σχετικοποιείται αν ληφθεί υπόψη ότι έχουμε να κάνουμε με μια ανάκαμψη που στηρίζεται στους χαμηλούς μισθούς, τη μαζική φτώχεια, τις μεγάλες ανισότητες και την εμπορευματοποίηση των δημοσίων αγαθών, η οποία σημαίνει αποστέρησή τους από τους πιο φτωχούς. Στο μοντέλο της «ανάπτυξης με ευημερία για λίγους» ήρθε να προστεθεί η πληθωριστική κρίση που ψαλίδισε την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, αφού η κυβέρνηση προστάτευσε την κερδοσκοπία, ιδιαίτερα στον τομέα της ενέργειας και του λιανεμπορίου. Επομένως, η οικονομική ανάκαμψη από μόνη της δεν εξηγεί την κυριαρχία Μητσοτάκη.
Ο Μητσοτάκης παίζει μόνος τους στο γήπεδο για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί συγκρότησε ένα πολύ λειτουργικό (και αδίστακτο) σύστημα εξουσίας το οποίο έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ικανότητα στον έλεγχο και τη διαχείριση της πληροφορίας. Δεύτερον και κυριότερον, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ακολουθήσει τα τελευταία χρόνια μια (αυτό)καταστροφική πολιτική που οδήγησε όχι απλώς στη συντριπτική ήττα του, αλλά στην κατάρρευσή του.

Πολιτική αυτοκτονία

Πολλές φορές έχουμε δει σοσιαλδημοκρατικά και αριστερά κόμματα να οδηγούνται στην κρίση μετά από κυβερνητικές θητείες όπου εφάρμοσαν τα αντίθετα από αυτό που είχαν υποσχεθεί προεκλογικά, απογοητεύοντας τα μέλη και τους οπαδούς του -το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γαλλίας αποτελεί το πιο πρόσφατο παράδειγμα. Επίσης, έχουμε παραδείγματα (με προεξάρχον το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα) όπου το άνοιγμα προς το Κέντρο και η αποστασιοποίηση από το ιδεολογικό πλαίσιο της Αριστεράς, έφερε εντέλει τη συρρρίκνωση και όχι το άνοιγμα. Ωστόσο, όσα συνέβησαν στον ΣΥΡΙΖΑ συνιστούν παγκόσμια πρωτοτυπία, άξια για να γίνει ταινία στο Netflix. Έτσι κι αλλιώς είναι δύσκολο να βρεις κανείς πολλές περιπτώσεις όπου κόμμα εξουσίας (για την ακρίβεια, υποτιθέμενο κόμμα εξουσίας) χάνει 14 μονάδες ενώ είναι στην αξιωματική αντιπολίτευση, δίνοντας μάλιστα ένα 5% στο κυβερνητικό κόμμα. Αλλά ακόμα και στα κόμματα που διέρχονταν την πιο βαθιά κρίση, δεν έχει συμβεί ποτέ και πουθενά να εκλέγεται πρόεδρος ένας άνθρωπος με μηδενική σχέση με το κόμμα, την πολιτική εν γένει και συνολικά με τη χώρα. Αυτό είναι πέρα από κάθε λογική, κυριολεκτικά αδιανόητο. Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές βρισκόταν στο χείλος του γκρεμού. Αλλά με την εκλογή Κασσελάκη έκανε το αποφασιστικό βήμα για να πέσει στην άβυσσο.

Ο λαϊκισμός

Πώς ακριβώς έφτασαν σε αυτό το σημείο τα πράγματα. Δεδομένου ότι δεν έχουμε ανάλογα παραδείγματα διεθνώς και κανείς (μα κανείς) δεν είχε προβλέψει αυτές τις αδιανόητες εξελίξεις, οι όποιες εκτιμήσεις εμπεριέχουν ένα στοιχείο αβεβαιότητας. Ας μείνουμε λοιπόν στα προφανή, ανοίγοντας μια συζήτηση που πρέπει να συνεχιστεί και να βαθύνει.
Δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία πως αφετηρία της παρακμής του ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσε η μνημονιακή συνθηκολόγηση του 2015 και η κακή κυβερνητική θητεία του. Δεν υπάρχει κόμμα (και μάλιστα προοδευτικό) που να μην έχει υποστεί τεράστια ζημιά, εφαρμόζοντας πρόγραμμα δρακόντειας λιτότητας του ΔΝΤ. Εντούτοις, το Μνημόνιο εξηγεί την ήττα του 2019 και ως ένα βαθμό τη μετέπειτα συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν εξηγεί τη σημερινή διαλυτική κατάσταση.
Για να την εξηγήσουμε, θα πρέπει να εστιάσουμε σε δύο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ΣΥΡΙΖΑ. Το πρώτο είναι η ροπή του στον ακατάσχετο λαϊκισμό. Την ώρα που το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα έκανε το (υποτιθέμενο) άνοιγμα προς το Κέντρο, το ύφος και ήθος Πολάκη ήταν αυτό που έδινε τον τόνο. Η λεκτική εξαλλότητα που συνόδευε ένα επί της ουσίας συντηρητικό πολιτικό περιεχόμενο, η πλήρης υποτίμηση της προγραμματικής εμβάθυνσης καθώς και η περιφρόνηση προς την κουλτούρα αποτέλεσαν ταυτοτικά χαρακτηριστικά του ΣΥΡΙΖΑ από το 2019 και μετά. Είχαμε δηλαδή ένα μνηνονιακό κόμμα με «αντιμνημονιακό» ύφος, με θολή πολιτική ταυτότητα και χωρίς καθόλου αξιοπισία.
Ο μεσσιανισμός
Το δεύτερο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η παρόξυνση του αρχηγισμού σε σημείο που αυτός μετατράπηκε σε μεσσιανισμό. Ο Τσίπρας δεν υπήρξε απλώς ο απόλυτος άρχοντας του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς πραγματικά να τον αμφισβητήσει ποτέ κανείς. Στη συνείδηση της πλειονότητα των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα ταυτιζόταν με τον αρχηγό του ενώ η «πρώτη φορά Αριστερά» θεωρούταν αποκλειστικά προσωπικό έργο Τσίπρα. Από τη στιγμή που «όλα τα τα έκανε ο Αλέξης», το κόμμα έχανε τη σημασία του, τα δε στελέχη περιόριζονταν στο ρόλο είτε του κομπάρσου στο one man show του αρχηγού είτε του αποδιοπομπαίου τράγου των αποτυχιών -για τις οποίες ο αρχηγός δεν γινόταν να φέρει καμία ευθύνη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το καταστατικό του κόμματος (χάρη στο οποίο εξελέγη ο Κασσελάκης) είχε φτιαχτεί με μόνο γνώμονα να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη εκλογή του Αλέξη Τσίπρα με απευθείας εκλογή από τη βάση, χωρίς να υπάρχει καμία πρόνοια για την περιφρούρηση του κόμματος, όπως συμβαίνει με όλα τα νορμάλ καταστατικά. Για την ακρίβεια, πρόκειται για ένα καταστατικό του οποίου οι συντάκτες δεν είχαν αντιμετωπίσει ούτε ως θεωρητική υπόθεση το ενδεχομενο να μην είναι ο Τσίπρας αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. Επί χρόνια, ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ εκπαιδεύτηκε πολιτικά με την αντίληψη ότι η πολιτική επιτυχία εναπόκειται στις ικανότητες του αρχηγού/μεσσία. Ο Κασσελάκης έπεισε ως ο μετά τον Τσίπρα μεσσίας γιατί το στενό κομματικό ακροατήριο έψαχνε από κάποιον μεσσία να πιαστεί και είχε πλήρως απαξιώσει τη σημασία του κόμματος.

Ο Κασσελάκης

Για πολλούς η εκλογή Κασσελάκη αποτέλεσε τον θρίαμβο της μεταπολιτικής. Αυτό ισχύει ως ένα βαθμό. Πρέπει όμως να διευκρινίσουμε ότι η μεταπολιτική δεν είναι γενικώς και αορίστως η κυριαρχία της επικοινωνίας επί του πολιτικού περιεχομένου. Είναι η κυριαρχία της επικοινωνίας που έχει ως αφετηρία την αποδοχή του νεοφιλευθερισμού ως μόνου εφικτού ορίζοντα του πολιτικού. Από τη στιγμή που υπάρχει συμφωνία ως προς τις κατευθυντήριες γραμμές της πολιτικής, στις εκλογές κρίνεται η ευχέρεια στην επικοινωνία και η ικανότητα στη διαχείριση.
Όντως ο Κασσελάκης εκπροσωπεί τη μεταπολιτική, μην έχοντας καμία σχέση με την Αριστερά κι εκφέροντας στην προεκλογική καμπάνια του έναν πολιτικό λόγο τον οποίο θα τον τοποθετουσαμε στη δεξιά πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ. Ωστόσο, οφείλουμε να κάνουμε δύο παρατηρήσεις.
Πρώτον, ένας Κασσελάκης, δηλαδή ένας άγνωστος που δεν είχε την παραμικρή σχέση με το κόμμα, δεν θα μπορούσε ποτέ να εκλεγεί ούτε στη ΝΔ ούτε στο ΠΑΣΟΚ, γιατί αυτά τα κόμματα έχουν σοβαρές καταστατικές πρόνοιες. Επιπλέον, δεν θα υπήρχε περίπτωση οι ηγετικές τους ομάδες να ευνοούσαν ή να ανέχονταν έναν υποψήφιο σαν τον Κασσελάκη, όπως έκανε ο Τσίπρας.
Δεύτερον, ο ΣΥΡΙΖΑ Κασσελάκη δεν έγιναν οι Έλληνες Democrats, όπως ορισμένοι λανθασμένα είχαμε προβλέψει ότι θα συμβεί. Πρόκειται για ένα μοναδικό κράμα πολακισμού, αμερικανικής πολιτικής στο πρότυπο τραμπ και παλαιάς κόπης σταλινισμού. Προσωπικά, δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι παρόμοια σε άλλη χώρα του κόσμου…
Σε κάθε περίπτωση, το κράμα Κασσελάκη δεν είναι αφόρητο μόνο για όσους-ες αναφέρονται στην Αριστερά, αλλά και για όσους-ες έχουν κάποιες στοιχειώδεις απαιτήσεις σοβαρότητας από την πολιτική. Η ελεύθερη πτώση δεν είναι λοιπόν μόνο αποτέλεσμα της οριστικής ρήξης του ΣΥΡΙΖΑ με τις παραδόσεις της Αριστεράς. Απορρέει επίσης από την αλλοπρόσαλλη εικόνα του κόμματος, το οποίο λιγοι πια το παίρνουν στα σοβαρά.

Η διάσπαση

Η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ ήρθε μετά την εκλογή Κασσελάκη, γιατί πολύ απλά όσες-οι αποχώρησαν δεν άντεχαν να παραμείνουν σε αυτό το κόμμα. Θέλει προσοχή στο ότι είναι άλλο το αποχωρώ από ένα κόμμα γιατί έχω ιδεολογικές διαφωνίες, από το αποχωρώ γιατί αισθάνομαι ντροπή να παραμείνω σε αυτό.
Οι αποχωρήσαντες συγκρότησαν ΚΟ με το όνομα Νέα Αριστερά. Λογικά τους επόμενους μήνες η Νέα Αριστερά θα μετατραπεί σε πολιτικό οργανισμό. Η μεγάλη διαφορά της Νέας Αριστεράς με τον ΣΥΡΙΖΑ Κασσελάκη έχει να κάνει με το ότι πρόκειται για ένα σοβαρό πολιτικό σχήμα. Αλλά η σοβαρότητα δεν αρκεί για να επιβιώσει εκλογικά κανείς. Οι άνθρωποι της Νέας Αριστεράς πρέπει να καταθέσουν μια πολιτική πρόταση που να πείθει και να καλύπτει ένα πραγματικό πολιτικό κενό. Δεν είναι ούτε απλό ούτε εύκολο. Το σίγουρο είναι ότι αν εμφανιστεί η Νέα Αριστερά ως ο «καλός ΣΥΡΙΖΑ» είναι καταδικασμένη σε σύντομο θάνατο. Ο ΣΥΡΙΖΑ μας άφησε χρόνους εν μέσω πλήρους απαξίωσης. Ένα άδοξο και φαιδρό τέλος για το κόμμα που κάποτε εκπροσώπησε την ελπίδα. Η όποια απόπειρα νεκρανάστασής του θα μοιάζει με κακόγουστη φάρσα.

Γιάννης Αλμπάνης

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Shares